“Να σου πω κάτι παιδί μου;», μου ψιθύρισε συγκινημένη η Μαρία Αναγνωστοπούλου – Κατσουνά και μετά με πήρε μια σφιχτή αγκαλιά, ενώ ήταν η πρώτη φορά που γνωριζόμασταν: «Είναι μία από τις πιο ευτυχισμένες ημέρες της ζωής μου. Γιατί ο “Γαστρονόμος” με έβγαλε από την κουζίνα του μαγαζιού μου όπου είμαι χαμένη μέσα στους τεντζερέδες μου και με τίμησε ενώ δεν το περίμενα ποτέ μου».
Της Μαργαρίτας Πουρνάρα
Κόντεψαν να με πάρουν και μένα τα δάκρυα που μόλις είχα παρουσιάσει την τελετή απονομής των φετινών βραβείων αφιερωμένη ολόκληρη στις Κυκλάδες και δεν ήξερα με ποιον να πρωτοσυγκινηθώ: με τις πέντε μαγείρισσες, από διάφορα νησιά όπως η κυρά Μαρία, που κρατούν την τοπική κουζίνα όρθια μέσα από τα μαγαζιά τους και ανέβηκαν στη σκηνή με τη συστολή που θα είχαν κοριτσάκια σε σχολική γιορτή; Με τον τυροκόμο Νικόλα Πιτταρά από τη Νάξο που συνοδευόταν από τους τρεις γιους του, μαθητές δημοτικού; Με τον Παριανό οινοποιό Θοδωρή Μωραΐτη που πήρε το βραβείο με τις δύο μικρές κόρες του; Με τη θυγατέρα του αείμνηστου Γιώργου Χατζηγιαννάκη, τη Ζωή, που πήρε τον λόγο για να ευχαριστήσει για το βραβείο που θεσπίστηκε στη μνήμη του ανθρώπου που βοήθησε τη Σαντορίνη να βρει ξανά τις γευστικές της ρίζες; Με τους ψαράδες της Αμοργού που αποφάσισαν να προστατεύσουν μόνοι τους τα αλιεύματά τους που κινδυνεύουν από την απότομη μείωση ή με τον μελισσοκόμο της Σερίφου που μιλούσε για το πώς οι μέλισσες του νησιού δεν έχουν τροφή λόγω της ανομβρίας;
Από γενιά σε γενιά
Ολοι οι βραβευθέντες είχαν μια αυθεντικότητα και μια αξιοσύνη, τόσο δυσεύρετη πια στην εποχή των φτιασιδιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που σε έκανε να χαμηλώνεις το βλέμμα για τα πρότυπα που κυριαρχούν σήμερα. Είναι αυτοί που φροντίζουν να φτάσει η τροφή στο πιάτο μας και όταν είμαστε στο νησί τους, να φάμε μια νοστιμιά ή ένα προϊόν ταυτισμένο με τον τόπο αυτό. Είναι πρέσβεις του ξεχασμένου μόχθου. Στο θέατρο «Απόλλων» στη Σύρο, όπου έγιναν φέτος τα 17α Βραβεία Ποιότητας του «Γαστρονόμου», μέσα στην πατίνα του χρόνου που χαρίζουν τα 160 έτη του, αναδείχθηκαν συμπατριώτες μας άγνωστοι στο ευρύ κοινό, που μάχονται να βαστήξουν την παράδοση όπως οι αναβαθμίδες των Κυκλάδων το λιγοστό χώμα. Οπως ο αέρας σαρώνει τα πάντα, έτσι και η παγκοσμιοποίηση, ο υπερτουρισμός, η «πρόοδος» κοντεύουν να γκρεμίσουν αυτήν την «πεζούλα» της γεύσης, της μαγειρικής, των προϊόντων, των τεχνικών που οι Κυκλαδίτες έμαθαν από τους προγόνους τους και που έως σήμερα περνούσαν από γενιά σε γενιά, αδιαλείπτως από την αρχαιότητα. Και γι’ αυτό η φετινή απονομή έγινε στην καρδιά των Κυκλάδων στη Σύρο, για να τιμήσουμε αυτήν τη σκυταλοδρομία των ανθρώπων που αντιστέκονται, που δεν το βάζουν κάτω ενώ ο αγώνας είναι άνισος.
Ο πρώτος που το αναγνώρισε και το επαίνεσε ήταν ο πρόεδρος του Ελληνικού Κοινοβουλίου Κώστας Τασούλας, ο οποίος μας έκανε την τιμή να είναι κοντά μας αυτήν την ωραία βραδιά. «Ο “Γαστρονόμος” κάνει σπουδαία δουλειά πάνω στο τρίπτυχο αναγνώριση, ανάδειξη, διδαχή», είπε βραβεύοντας τον Κώστα Πρέκα, έναν από τους παλιάς κοπής μαγαζάτορες που έχει στο μπακάλικό του στην Ερμούπολη τα πιο εκλεκτά κυκλαδίτικα και συριανά προϊόντα. Ο κ. Τασούλας, φιλαναγνώστης και καλλιεργημένος, ήρθε στην τελετή προετοιμασμένος, έχοντας ανά χείρας ένα ωραίο βιβλίο μαγειρικής της μητέρας του Κωνσταντίνου Καβάφη, Χαρίκλειας (εκδόσεις Ερμής), και διάβασε μια καθαρευουσιάνικα γραμμένη συνταγή για κυδωνόπαστο, ώστε να καταδείξει πως η γαστρονομική μας ιστορία είναι και αυτή ένας πυλώνας του ποιοι είμαστε. Είναι η ταυτότητά μας, που αξίζει να προστατευθεί πάση θυσία.
Το τιμητικό βραβείο της βραδιάς δόθηκε στον Δημήτρη Ρουσουνέλο, έναν παθιασμένο Μυκονιάτη που ερευνά διεξοδικά τα γαστρονομικά έθιμα του νησιού του και των Κυκλάδων και με τα βιβλία του, τις ημερίδες που διοργανώνει και τη συνολική δράση του παλεύει να διασώσει τη φυσιογνωμία της παλιάς Μυκόνου. «Γευσιθήρας» αυτοσυστήνεται ο ίδιος ο συγγραφέας, ερασιτέχνης αμπελουργός και χαρισματικός μάγειρας, κλείνοντας σε μια λέξη όλο του το μεράκι. Το βραβείο βιωσιμότητας δόθηκε στον Σύλλογο Επαγγελματιών Αλιέων Αμοργού «Η Χοζοβιώτισσα», που εδώ και χρόνια παλεύει να προστατεύσει τις θάλασσες της Αμοργού. Ο πρόεδρός του Γερμανός Μιχάλης Κρόσμαν, που αγάπησε στα 20 του το νησί και έμεινε για πάντα, μίλησε από το βήμα γι’ αυτόν τον αγώνα που δίνουν οι ψαράδες.
Το ζαχαροπλαστείο Θεοδώρου στη Σίφνο τιμήθηκε για τα εξαίσια παραδοσιακά αμυγδαλωτά του με το βραβείο «Εύη Βουτσινά», το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο σε παραγωγούς ξεχωριστών τοπικών προϊόντων. Και σίγουρα από εκεί ψηλά που είναι η ξεχωριστή μαγείρισσα που έδωσε το όνομά της στο βραβείο θα χαιρόταν με την επιλογή αυτή. Από τη Σίφνο βραβεύθηκαν, επίσης, οι κεραμίστες Νίκος και Γιάννης Λεμπέσης με το βραβείο παραδοσιακής τέχνης. Με τις γάστρες, τα μαστέλα, τις σκεπασταριές τους έχουμε όλη ψήσει φαγάκια, γιατί δεν είναι μόνο η καλή πρώτη ύλη που κάνει τη γεύση, αλλά και το σκεύος.
Δύο ήταν τα τυροκομεία που ξεχώρισε και βράβευσε φέτος ο «Γαστρονόμος» έπειτα από τυφλή γευστική δοκιμή: το Τυροκομείο Πιτταράς στη Νάξο και το Τυροκομείο Μυκόνου – Κουκάς. Δύσκολη η καθημερινότητα 365 ημερών για τους επαγγελματίες αυτούς που δεν έχουν ούτε σχόλη ούτε ξεκούραση. Από την Τήνο βραβεύθηκε ο Φαβιανός Ρουγγέρης, ένας επίμονος καλλιεργητής άγριας αγκινάρας που παλεύει με τη λειψυδρία και με τους κόπους του τροφοδοτεί όλο το νησί.
Το βραβείο παραγωγής μελιού δόθηκε στον μελισσοκόμο Νίκο Κοκολάκη από τη Σέριφο για το μέλι άγριας λεβάντας Frygana Honey, ενώ το βραβείο παραγωγής αλλαντικών μάς ταξίδεψε φέτος στην Ανδρο και στην οικογενειακή αλλαντοποιία Αφοί Τριδήμα, που παράγει λούζα και άλλα κυκλαδίτικα αλλαντικά χωρίς συντηρητικά.
Το βραβείο παραγωγής οίνου δόθηκε στο Οινοποιείο Μωραΐτη από την Πάρο, ενώ με ειδικό βραβείο για την προσφορά του στον χώρο του οίνου βραβεύθηκε ο Πάρις Σιγάλας από τη Σαντορίνη. Ο τελευταίος είναι μια μοναδική προσωπικότητα που έδωσε τη δική του μάχη για να καθιερωθούν παγκοσμίως τα «δώρα» του σαντορινιού αμπελώνα. Σήμερα η λέξη «ασύρτικο» είναι διεθνής. Η Σαντορίνη «έφυγε» με άλλο ένα βραβείο, αυτό της παραγωγής παραδοσιακών προϊόντων, το οποίο δόθηκε στο Κτήμα Νομικός, που μεταξύ άλλων παράγει φάβα, φιστίκι και ντομάτα, με δικούς του, ντόπιους σπόρους και ελάχιστες παρεμβάσεις.
Η Ερμούπολη, με τον δραστήριο δήμαρχό της Αλέξανδρο Αθανασίου, απεδείχθη η καλύτερη επιλογή για να φιλοξενηθεί η 17η τελετή απονομής, την οποία άνοιξε ο τενόρος Χάρης Αναστασόπουλος. Είναι η πόλη που φτιάχτηκε εκ του μηδενός από τους κατατρεγμένους Χιώτες το 1822. Μαζί με τους Ηπειρώτες, τους Κρητικούς, τους Μακεδόνες, τους Πελοποννήσιους και τους Μικρασιάτες, που ήρθαν αργότερα, δημιούργησαν το λαμπρό άστυ του Αιγαίου που ακόμη και σήμερα είναι η τρανή απόδειξη του τι μπορούν να πετύχουν οι Ελληνες ύστερα από μια καταστροφή. Δεν είναι άλλωστε τυχαία και η ρήση του Ελευθερίου Βενιζέλου που πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο νησί, πως στην Ερμούπολη, η Ελλάδα αναγεννήθηκε. Και στο θέατρο «Απόλλων», κάτω από τις ζωγραφισμένες φιγούρες του Βέρντι, του Ντονιτσέτι και του Μότσαρτ που κοιτούσαν εξεταστικά από την κορυφή, γνωρίσαμε αυτούς τους «σολίστ» της γης και του χώματος που πρέπει να θαυμάζουμε σήμερα.
«Χωρίς αγάπη, το φαΐ δεν νοστιμίζει»
Eνα πολύ ξεχωριστό βραβείο δόθηκε φέτος για πρώτη φορά στη μνήμη του εστιάτορα Γιώργου Χατζηγιαννάκη, δημιουργού του εμβληματικού εστιατορίου «Σελήνη» στη Σαντορίνη. Πρώτος εκείνος έβαλε στα πιάτα του τη φάβα και τα ντοματάκια και μίλησε για την ανάγκη να συνδεθεί η τοπική παραγωγή με την εστίαση.
Στο όνομά του ο «Γαστρονόμος» φέτος τίμησε πέντε Κυκλαδίτισσες μαγείρισσες, οι οποίες ακολουθούν τον ίδιο δρόμο και στις κατσαρόλες τους βρίσκει κανείς τα καλύτερα προϊόντα του τόπου τους. Είναι η Μαργαρίτα Καλογεροπούλου από την Ανάφη, η Ρηνιώ Δεκαβάλλα από τη Φολέγανδρο, η Μαρία Αναγνωστοπούλου-Κατσουνά από την Πάρο, η Ευαγγελία Ρούσσου από την Αμοργό και η Ματίνα Κουμερτά από τη Νάξο. «Δίχως να βάλεις αγάπη, δεν νοστιμίζει το φαΐ», είπαν όλες λες και ήταν συνεννοημένες μεταξύ τους.
Φέτος, λοιπόν, τα βραβεία του «Γαστρονόμου» ήταν αφιερωμένα σε Κυκλαδίτες παραγωγούς, τους οποίους ξεχώρισε η ομάδα του περιοδικού έπειτα από πολύμηνη έρευνα και συνεχόμενες αυτοψίες.
Σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της ιστορίας των Κυκλάδων, όπου διάφορες συγκυρίες έχουν περιορίσει την ενασχόληση με τη γη και την παραγωγή, τα βραβεία του Γαστρονόμου «φώτισαν» τις εξαιρέσεις. Τους ανθρώπους που επιμένουν να παλεύουν με τη γη και με τα ζώα, να παράγουν τυριά και παραδοσιακά αλλαντικά, να καλλιεργούν ντόπιες ποικιλίες και με πείσμα να περιφρουρούν τον κυκλαδίτικο τρόπο ζωής.