Ποια Σαντορίνη; Μπορεί να είναι διάσημη η “Φάβα της Σαντορίνης” αλλά στις Μικρές Κυκλάδες όλα είναι διαφορετικά. Ακόμη και το ..γένος. Σε Σχοινούσα, Ηρακλειά μιλάμε για “το” φάβα και όποιος δοκιμάζει (σ.σ. ακούς #Μαντώ Στουρνάρα) καταλαβαίνει ότι στον ουρανίσκο του, οι γεύσεις είναι άλλες. Υπέροχες. Πρωτόγνωρες….
“Κάθε χρόνο γεμίζω μία γυάλα δεκάκιλη, που είχε φέρει κάποτε ο άντρας μου με μαρμελάδα από τα ταξίδια του για να τρώνε οι γιοι του. Κουβαρντάδες, παιδί μου. Φέτος όμως δεν κάμαμε καθόλου φάβα. Κατσούνι σπέρνουμε εμείς.
Το φάβα της Σαντορίνης ούτε που το τρώνε εδώ. Τους φαίνεται ξινό σε σχέση με το δικό μας, που είναι γλυκόφαγο. Εμείς το σερβίρουμε σκέτο, μόνο με το αλάτι του. Τίποτα δεν βάζω μέσα να το νοστιμίσω. Στο φάβα τίποτα. Τώρα, αν θέλει κάποιος, βάζει στο πιάτο του πιπέρι και λάδι. Στο πλάι πάει ντοματοσαλάτα με κρεμμύδι, ελιές ή ένα σκέτο κρεμμύδι κομμένο στα τέσσερα”…
Ποιος τα λέει αυτά; Η μαγείρισσα από την Ηρακλειά, Ντίνα Πράσινου, που έδωσε τη συνταγή στο πλαίσιο του οδοιπορικού του «Γαστρονόμου» στις Κυκλάδες.
Υλικά
Μερίδες: 4-6
- 500 γρ. φάβα
- 3 νεροπότηρα νερό (περίπου 900 ml)
- αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι
- ελαιόλαδο κατά βούληση, για το σερβίρισμα
Διαδικασία
- Για να φτιάξουμε το φάβα της Ηρακλειάς, ξεκινάμε και βάζουμε το φάβα σε σήτα και το ξεπλένουμε σχολαστικά κάτω από κρύο, τρεχούμενο νερό, μέχρι να βγαίνει εντελώς καθαρό και διαυγές. Έτσι θα απομακρυνθεί το άμυλο που περιβάλλει τους κόκκους του και δεν θα κολλάνε στο βράσιμο.
- Ρίχνουμε το φάβα μαζί με το μετρημένο νερό σε μια κατσαρόλα και ζεσταίνουμε σε δυνατή φωτιά, μέχρι το νερό να πάρει βράση.
- Χαμηλώνουμε τη φωτιά καλά και σιγομαγειρεύουμε, ξαφρίζοντας καλά. Δεν ανακατεύουμε το φάβα, γιατί θα κολλήσει στον πάτο του σκεύους.
- Βράζουμε για 1 1⁄2-2 ώρες και δοκιμάζουμε: αν κρατάει ακόμη στο δόντι, συνεχίζουμε το βράσιμο, προσθέτοντας λίγο ακόμα νερό μέχρι να λιώνει στο στόμα.
- Αλατίζουμε το τελευταίο 5λεπτο και αποσύρουμε από τη φωτιά. Αδειάζουμε το φάβα σε σήτα και το πιέζουμε για να λιώσει καλά.
- Σερβίρουμε σε βαθύ και ευρύχωρο σκεύος, ώστε να σερβιριστεί ο καθένας όσο θέλει και να το καρυκεύσει, αν θέλει, με ελαιόλαδο και φρεσκοτριμμένο πιπέρι.
Πηγή: Γαστρονόμος