Στην τελευταία του ιστορία ο Λούκι Λουκ επιχειρεί να αποκαταστήσει τη θέση των μαύρων χαρακτήρων στην ιστορία των γαλλοβελγικών κόμικς
Πριν από μερικά χρόνια, ο Ζιλιέν Μπερζό, αφού είχε κλείσει έναν σύντομο επαγγελματικό κύκλο ως καθηγητής κινεζικής ιστορίας στο Παρίσι και είχε ξεκινήσει να δημοσιεύει ως σκιτσογράφος τις ιστορίες του στον γαλλικό Τύπο, έλαβε μία από τις πιο τιμητικές προτάσεις: να αναβιώσει το κλασικό κόμικ του Λούκι Λουκ. Το τρίτο του άλμπουμ, το οποίο υπογράφει ως Jul, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2019 στη Γαλλία με τίτλο «Un Cow-Boy dans le coton». Πρόσφατα μεταφράστηκε στα αγγλικά και στα ελληνικά κυκλοφόρησε το 2020 με τίτλο «Μπελάδες στις φυτείες» από τις εκδόσεις Μαμούθ Κόμιξ. Ο μοναχικός καουμπόι, χάρη στον νέο δημιουργό του, αποδίδει δικαιοσύνη στην κοινότητα των μαύρων αποκαθιστώντας τη θέση τους στην ιστορία των γαλλοβελγικών κόμικς.
Ο Jul υπογράφει το «Μπελάδες στις φυτείες» παρουσιάζοντας στο εξώφυλλο – για πρώτη φορά ανάμεσα στα συνολικά 80 άλμπουμ Λούκι Λουκ – τον μαύρο συμπρωταγωνιστή του. Στη δική του ιστορία ο Λούκι Λουκ βρίσκεται απροσδόκητα ιδιοκτήτης μιας φυτείας βαμβακιού στη Λουιζιάνα. Οι προοδευτικές του απόψεις όμως τον φέρνουν αντιμέτωπο με τις συνήθειες των ντόπιων γαιοκτημόνων και της Κου Κλουξ Κλαν. Για να καταφέρει να ξεφύγει, βρίσκει βοήθεια από τον μαύρο ομοσπονδιακό αστυνομικό, τον οποίο ο Jul τοποθετεί στην ιστορία ισότιμα με τον Λούκι Λουκ. Είναι υπαρκτό πρόσωπο, ο Μπας Ριβς, ο πρώτος μαύρος βοηθός σερίφη που υπηρέτησε τον νόμο στα δυτικά του ποταμού Μισισιπή.
Σε όλες τις προηγούμενες ιστορίες του καουμπόι οι χαρακτήρες των μαύρων είχαν εμφανιστεί μόνο στο άλμπουμ «En Remontant le Mississippi» (στα ελληνικά «Η κούρσα του Μισισιπή»), το 1961. Οι δημιουργοί του Λούκι Λουκ, Μορίς και Γκοσινί, τους είχαν απεικονίσει ακολουθώντας ρατσιστικά στερεότυπα.
Αντιδράσεις
Το νέο άλμπουμ κυκλοφόρησε την εποχή που στη Γαλλία γινόταν έντονη συζήτηση για τη φυλή, την αστυνομική βία και την αποικιοκρατία, καθώς τμήματα του γαλλικού κατεστημένου επέκριναν το φυλετικό ζήτημα θεωρώντας ότι αποτελεί αμερικανική επίδραση. Και η προσπάθεια του Jul για μια αποαποικιοποίηση της ιστορίας του Λούκι Λουκ προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις.
Το δεξιάς ιδεολογίας περιοδικό «L’Incorrect» κατηγόρησε το νέο άλμπουμ ότι «εκπορνεύει τον μοναχικό καουμπόι με τις εμμονές του παρόντος» και μετατρέπει μία από τις σημαντικότερες φιγούρες των γαλλοβελγικών κόμικς και της παιδικής φαντασίας σε μια φιγούρα «τόσο φουσκωμένη με προοδευτικό δόγμα όσο μια σειρά του Netflix». Το έντυπο «Valeurs Actuelles», προσκείμενο στην πολιτική του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, παραπονέθηκε ότι οι λευκοί χαρακτήρες του βιβλίου ήταν «τραγελαφικά άσχημοι» και απεικονίζονταν να υποφέρουν από «χυδαία ηλιθιότητα και κακία». Ωστόσο, το «Un Cow-Boy dans le coton» συγκέντρωσε ευνοϊκές κριτικές και ήταν το κόμικ με τις μεγαλύτερες πωλήσεις του περασμένου έτους – πουλώντας σχεδόν μισό εκατομμύριο αντίτυπα, επισημαίνουν οι «New York Times». Ενώ ορισμένοι εξέχοντες μαύροι Γάλλοι το επαίνεσαν ως σημαντική πολιτιστική στιγμή.
Αμαρτίες του παρελθόντος
Αξίζει να επισημάνουμε το εξής: στα κόμικς της γαλλοβελγικής σχολής δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι μαύροι έχουν την ίδια σωματική διάπλαση (εύσωμοι και με σαρκώδη χείλια) και τις περισσότερες φορές είναι σκλάβοι και δεν ξέρουν ανάγνωση. Για παράδειγμα, στο άλμπουμ του Αστερίξ «Ο Πάπυρος του Καίσαρα», που κυκλοφόρησε το 2015, δεν άλλαξε κάτι. Οι λίγοι μαύροι χαρακτήρες είναι πανομοιότυποι με αυτούς που δημιουργήθηκαν πριν από 54 χρόνια από τους Ουντερζό και Γκοσινί.
Μια παράδοση για κάποιους, ένα αδίκημα για τους άλλους, θα σκεφτεί ο σύγχρονος αναγνώστης κόμικς. Αυτοί οι βουβοί μαύροι χαρακτήρες σχεδιάζονται κατά την κλασική αποικιακή παράδοση, με τον τρόπο του Ερζέ στο άλμπουμ «Ο Τεντέν στο Κονγκό» του 1931. Το συγκεκριμένο άλμπουμ θεωρείται ότι εκπροσωπεί την πιο χαρακτηριστική ρατσιστική αναπαράσταση των μαύρων χαρακτήρων στα κλασικά κόμικς. Αποψη που ο Πιερ Κρα, γάλλος ειδικός της ιστορίας των κόμικς, εξηγεί στο «L’ Express»: «Η παραδοσιακή απεικόνιση των μαύρων ως “άγρια” και “νωθρή” είχε ως στόχο να δικαιολογήσει την “πολιτισμένη αποστολή” του αποικισμού στην Αφρική». Για τον Κρα, αυτή η αναπαράσταση, η οποία διαρκεί περισσότερο από 60 χρόνια μετά την ανεξαρτησία των πρώην γαλλικών αποικιών, αντικατοπτρίζει την ψυχή ενός έθνους που πρέπει ακόμα να αντιμετωπίσει πλήρως το αποικιακό του παρελθόν.
Ο Λούκι Λουκ και το .. τσιγάρο
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο αγαπημένος καουμπόι κερδίζει τις εντυπώσεις.. Το 1983, ο Μορίς ντε Μπεβέρ “κόβει” το τσιγάρο στον Λούκυ Λουκ ( και τον αφήνει με ένα κομματάκι άχυρο) εξαιτίας της κριτικής που δεχόταν από τις αντικαπνιστικές οργανώσεις αλλά κυρίως για εμπορικούς λόγους, προκειμένου το κόμικ να έχει επιτυχία στην αμερικάνικη αγορά….
Ο ίδιος είχε δηλώσει πως «το τσιγάρο είναι μέρος του χαρακτήρα του ήρωα, όπως η πίπα του Ποπάυ» είναι χαζοαμερικάνικο πολίτικαλλι κορέκτ, οι ήρωες να μπορούν να πυροβολούν ανθρώπους, αλλά όχι να ανάψουν τσιγάρο.
Η απόφαση αυτή προκαλεί αντιδράσεις… “τον έκανε φλούφλη”, “θα τον κοροιδεύουν οι Ντάλτον”, “πως θα καπνίζει την πίπα της ειρήνης”, “να του στείλουμε λίγα χόρτα από τα δικά μας”, “εμείς να δούμε πότε θα το κόψουμε”, “εγώ το 1983 το άρχισα”, “άμα δεν έχει λεφτά να έρθει στην Ελλάδα” ( παλιός Πασόκος), “έχει πρόβλημα με τα σπερματαζωάρια του”,”
Ζήσε όπως θες εσύ, μα προπάντων ζήσε ελεύθερος”, «άμα ζούμε μόνο για τις αδυναμίες μας καήκαμε», οι Ντάλτον κρύβονται πίσω από αυτή την ιστορία…τηλεφώνησαν στο 1142, ακόμα και ο κιθ Κιθ Ρίτσαρντς λίγο αργότερα δήλωνε…«είναι πιο εύκολο να κόψεις την ηρωίνη παρά το τσιγάρο» και κάποιοι άλλοι… Αν δεν είσαι η Λωρήν Μπακώλ, τότε κόψτο το ρημάδι!
Το 1988 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας βράβευσε τον Μορίς για την… εξαφάνιση του τσιγάρου από το κόμικ. .
Με πληροφορίες από τα tanea.gr