“… Χαρά μας και τιμή μας και όπως πάμε το έχουμε στο τσεπάκι το πανκυκλαδικό συμπόσιο ποίησης (πλάκα κάνω, αυτά τα “μεταξύ μας” είναι τα πιο γλυκά και ωραία).
Ωστόσο σ’ αυτό εδώ το σημείο αισθάνομαι την ανάγκη να διευκρινήσω ότι οι “ηθικοί αυτουργοί” γι’ αυτές τις βραδιές περιΠοίησης είναι ο Δημήτρης Νανούρης (Μετέωρος) και ο Φλώριος Κρητικός (Σωζομαριάς).
Αυτοί έβαλαν τον σπόρο και εμείς απλώς τον χώρο και την όρεξη! Ακολουθεί όλο το υπόλοιπο χωριό που στηρίζει και αγκαλιάζει!…”
Με το σχόλιο αυτό, η διεύθυνση του νέου βιβλιοπωλείου στην Απείρανθο (“Ο Καπετάνιος”) υποδέχτηκε δημοσίευμα της εφημερίδας “Καθημερινή” σχετικά με τη λειτουργία του και το κάτι διαφορετικό που προσφέρει στο πανέμορφο χωριό της ορεινής Νάξου.. Τίτλος του άρθρου “Ενα ποιητικό open mic στην Απείρανθο” κι όπως διαβάζουμε
“Εχει πανηγύρι απόψε στην Απείρανθο;», ρωτάει μια παρέα νέων μια μαυροντυμένη γυναίκα που κάθεται στην Πλάτσα, όπως λέγεται στην ντοπιολαλιά η πλατεία του χωριού. «Ναι, είναι τα εννιάμερα της Παναγίας, αλλά το πανηγύρι δεν είναι στ’ Απεράθου. Εδώ σήμερα έχουμε βραδιά ποίησης», τους απαντάει εκείνη.
Δυο βήματα από την Πλάτσα βρίσκεται το μικρό και ενημερωμένο βιβλιοπωλείο «Ο Καπετάνιος» που διοργανώνει τις βραδιές «ΠεριΠοίησης», προσφέροντας, όπως γράφει η αφίσα, ρακή και ποίηση. Αυτό το καλοκαίρι συμπλήρωσε έναν χρόνο λειτουργίας.
«Από τη στιγμή που το αποφασίσαμε, μέσα σε 15 ημέρες στήθηκε το φυσικό βιβλιοπωλείο και τον Ιούνιο του 2023 ανοίξαμε», λέει με πλατύ χαμόγελο η 40χρονη Λένα Βλασταρά. Πριν από δύο χρόνια αποφάσισε να εγκαταλείψει την πρωτεύουσα για να ζήσει στην Απείρανθο, συνεχίζοντας εξ αποστάσεως την εργασία της στο ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο captainbook.gr που ίδρυσε το 2009 μαζί με τον συνεργάτη της Στάθη Σουφλέρη.
Λίγο μετά την εγκατάστασή της στο ορεινό χωριό της Νάξου, έπεσε η ιδέα της δημιουργίας ενός φυσικού καταστήματος. Ετσι προέκυψε «Ο Καπετάνιος», που λειτουργεί και τον χειμώνα για τους περίπου 400 μόνιμους κατοίκους.
Λίγα λεπτά πριν από την έναρξη της 10ης βραδιάς ποίησης, το σοκάκι έξω από τον «Καπετάνιο» έχει γεμίσει Απεραθίτες κάθε ηλικίας που κρατούν ποιητικές συλλογές αλλά και σημειωματάρια με δικά τους ποιήματα.
Ακούγονται απαλή τζαζ κι ένα ζωηρό σούσουρο μεταξύ των ντόπιων που μεταδίδουν μια αίσθηση ανυπομονησίας για το εβδομαδιαίο τους συναπάντημα. Η Λένα Βλασταρά βγάζει τα κεράσματα κι ο Δημήτρης Καπαμάς, που εργάζεται στο βιβλιοπωλείο, καλωσορίζει ντόπιους και επισκέπτες.
«Πρόκειται για ένα ποιητικό open mic. Οποιος θέλει, παίρνει λίγο θάρρος κι απαγγέλλει δυνατά, να ακουστεί έως τη Φυροΐστρα. Συνήθως μεσολαβεί μια αμήχανη σιωπή μέχρι τον επόμενο. Ας μείνουμε στη σιωπή και μόνο όποιος το νιώσει ας σηκωθεί», λέει στους συγκεντρωμένους.
Σε διάλεκτο
Η βραδιά ανοίγει με το ποίημα «Θα ‘ρθει καιρός» της Κατερίνας Γώγου, που επέλεξε ένας Απεραθίτης. Ολοι ακούν με προσοχή και στο τέλος κάθε απαγγελίας χειροκροτούν. Ακολουθεί μια ευρεία γκάμα επιλογών, που περιλαμβάνει Μάτση Χατζηλαζάρου, Οδυσσέα Ελύτη, Θανάση Τριαρίδη, Γιάννη Ρίτσο, Τίτο Πατρίκιο, Γιάννη Βαρβέρη, αλλά και Μπομπ Ντίλαν από ένα εικοσάχρονο αγόρι που έπαιξε το «Blowing in the wind» με την κιθάρα του.
Οι πιο ιδιαίτερες στιγμές είναι αυτές που οι ντόπιοι απαγγέλλουν δικά τους ποιήματα, γραμμένα συχνά στην απεραθίτικη διάλεκτο. Μια γυναίκα έχει γράψει για την εξόρυξη της σμύριδας στη Νάξο, ένας ηλικιωμένος απαγγέλλει τη «Μισή βάρκα» που έγραψε με αφορμή τον νόμο για την υπεραλίευση. Ο νεαρός Μανώλης Νανούρης διαβάζει ένα ποίημα από δική του συλλογή που θα εκδοθεί τον Σεπτέμβριο, ενώ μόλις την προηγούμενη ημέρα είχε διοργανώσει σεμινάριο slam ποίησης στο χωριό.
«Με το που ανοίξαμε το βιβλιοπωλείο, κάποιοι Απεραθίτες πρότειναν να διοργανώσουμε ποιητικές βραδιές», λέει η Λένα Βλασταρά. Ο μουσικός Δημήτρης Μαργαρίτης ήταν ένας από εκείνους που την ενθάρρυναν. «Η γιαγιά μου, που δεν είχε τελειώσει το σχολείο, μάζευε κόσμο στο σπίτι της τη δεκαετία του ’30 και απήγγελλαν ποίηση», λέει ο ίδιος, προτού σηκωθεί για να απαγγείλει Διονύσιο Σολωμό. «Πέρυσι τον Οκτώβριο κάναμε μια απολαυστική βραδιά μόνο με ντόπιους, με εκλογικά “κοτσάκια” με αφορμή τις αυτοδιοικητικές εκλογές».
Η Απείρανθος φημίζεται για τα «κοτσάκια» της, τα δεκαπεντασύλλαβα ή οκτασύλλαβα δίστιχα με ομοιοκαταληξία που τραγουδούσαν από παλιά οι ντόπιοι ή χρησιμοποιούσαν στον καθημερινό τους λόγο. «Στ’ Απεράθου όπου […] καθετί σπουδαίο εκφραζόταν σε έμμετρη μορφή, η ποίηση ήταν ο καλύτερος τρόπος διαφύλαξης πληροφοριών για τους μεταγενέστερους. Η γλώσσα των ποιητών ήταν το πιο αποτελεσματικό μέσο έκφρασης, με λειτουργία πολύ ευρύτερη και ζωτικότερη από την ικανοποίηση λογοτεχνικών φιλοδοξιών», διαβάζουμε στη μελέτη «Απεράθου 1900-1950, η ποιητική γλώσσα ως αγωγή πολιτισμού» του Γιαννούλη Γ. Γιαννούλη, που βρήκαμε στο ράφι του «Καπετάνιου» με τους Ναξιώτες συγγραφείς. «Προσπαθώ να εμπλουτίζω όσο μπορώ τη συλλογή μας με ντόπιους συγγραφείς», λέει η κ. Βλασταρά, που αναφέρει στους σημαντικούς ποιητές της Απειράνθου τον Μανώλη Γλέζο, τη Διαλεχτή Ζευγόλη – Γλέζου και τον Νίκο Σφυρόερα. «Εχουμε συνηθίσει να λέμε ότι η ποίηση δεν πουλάει, όμως εμείς παρατηρούμε το αντίθετο. Ιδίως οι ξένοι επισκέπτες αγοράζουν πολύ ελληνική ποίηση μεταφρασμένη», συμπληρώνει.
Σε αυτόν τον ένα χρόνο των ποιητικών βραδιών, η ίδια ξεχωρίζει τη στιγμή που μια Ναξιώτισσα, που δεν είχε τελειώσει το σχολείο, της είπε πως πρώτη φορά στη ζωή της άκουσε Καβάφη κατά τη διάρκεια της «ΠεριΠοίησης» και έβαλε τα κλάματα.
Για πολλούς ηλικιωμένους αυτό το βράδυ Παρασκευής είναι η διέξοδός τους, καθώς «οι παλιοί Απεραθίτες έχουν τη νοοτροπία της κλειστής κοινωνίας του ορεινού χωριού, όπου αν έχουν θάνατο στην οικογένεια δεν ξανακυκλοφορούν.
Ερχονται όμως στην ΠεριΠοίηση». Ανάμεσά τους βλέπουμε και τη μαυροντυμένη γυναίκα από την Πλάτσα να σχολιάζει στους συγχωριανούς της. «Θα έπρεπε να το βγάλουν “το χωριό της ποίησης”». Ολοι γύρω της συμφωνούν.