“…μεταξύ άλλων η μεγάλη έλλειψη σε προσωπικό, επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το ωράριο και την ένταση της εργασίας, όσων δουλεύουν…”
Καθημερινό φαινόμενο αποτελούν τα εργατικά «ατυχήματα» στους χώρους δουλειάς, στη Σαντορίνη, με τους εργάτες να σκοτώνονται ή να σακατεύονται, καταδεικνύοντας ότι η υγεία και η ζωή τους θυσιάζονται προκειμένου να μεγαλώσουν τα κέρδη των μεγαλοεπιχειρηματιών.
Από την έναρξη της σεζόν έχουμε θρηνήσει ακόμα και νεκρούς συναδέλφους μας (καθαρίστρια στο Αμμούδι Οίας, διανομέας στη Μεσαριά, οδηγός φορτηγού σε οχηματαγωγό πλοίο στο λιμάνι της Σαντορίνης) και δεκάδες τραυματίες στους χώρους δουλειάς και σε τροχαία στις μετακινήσεις των εργαζομένων από επιχείρηση σε επιχείρηση. Τα σπαστά 12ώρα – 14ώρα, 7 μέρες τη βδομάδα, δημιουργούν τεράστια προβλήματα (υπερκόπωση, μικρά παιδιά μόνα τους για πολλές ώρες στο σπίτι, απουσία προσωπική επαφής μεταξύ των συζύγων, αδυναμία προγραμματισμού της ζωής της οικογένειας) και δεν αποτελούν την εξαίρεση. Είναι ο κανόνας, δεδομένου και των μεγάλων ελλείψεων σε προσωπικό, που επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το ωράριο και την ένταση της εργασίας, όσων δουλεύουν.
Τα εργατικά ατυχήματα λοιπόν δεν είναι «ατυχή» γεγονότα. Η έλλειψη των μέτρων για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας, η εντατικοποίηση της εργασίας, οι κυβερνητικές πολιτικές και οι εργοδοτικοί σχεδιασμοί, που κάνουν τον εργαζόμενο «λάστιχο», έχουν μετατρέψει τους χώρους σε αρένες θανάτου. Δεν είναι τυχαίο ότι το 90% των ατυχημάτων συμβαίνουν μετά το πέρας του ωραρίου, στις “λεγόμενες υπερωρίες” στις οποίες οι εργαζόμενοι εξαντλημένοι εξαναγκάζονται για να συμπληρώσουν τα εισοδήματά τους. Δεδομένου δε ότι αυτές οι υπερωρίες είναι αδήλωτες, οι εργοδότες “νίπτουν τας χείρας τους”, τα ατυχήματα δε δηλώνονται ως εργατικά και δεν βλέπουν καν το φως της δημοσιότητας.
Καλούμε όλους τους εργαζόμενους σε επισιτισμό, τουρισμό, ξενοδοχοϋπαλλήλους σε συλλογικό και οργανωμένο αγώνα, σε πάλη για όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ασφάλεια και προστασία μας στους τόπους δουλειάς, για την υπογραφή κλαδικών ΣΣΕ που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες, για ανθρώπινους όρους εργασίας και διαμονής.