Στα απόνερα των ανακοινώσεων της υπουργού Τουρισμού Ολγας Κεφαλογιάννη για τα μέτρα που αφορούν στην κρουαζιέρα ταρακουνιούνται οι διεθνείς όμιλοι του κλάδου.
Τα υψηλά τέλη ανά επιβάτη, ο αποκλεισμός τους από τις συζητήσεις προτού ληφθούν οι αποφάσεις και η άμεση εφαρμογή τους από το 2025, χρονιά για την οποία έχουν ήδη γίνει κρατήσεις από πελάτες, αποτελούν τα θέματα συζήτησης που έχουν δημιουργήσει πονοκέφαλο στα επιτελεία των εταιρειών.
Το τέλος ανά επιβάτη που αποβιβάζεται στη Μύκονο και τη Σαντορίνη θα είναι 20 ευρώ, ενώ 5 ευρώ θα είναι στα άλλα λιμάνια που προσεγγίζουν κρουαζιερόπλοια. Οι τιμές ισχύουν από 1η Ιουνίου έως 30 Σεπτεμβρίου κάθε χρονιά.
Για την περίοδο Απριλίου – Μαΐου και Οκτωβρίου το τέλος μειώνεται κατά 40%, σε 12 και 4 ευρώ αντίστοιχα. Για την περίοδο Νοεμβρίου – Μαρτίου το τέλος μειώνεται κατά 80%, σε 4 και 1 ευρώ ανά επιβάτη αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του υπουργείου Τουρισμού, το σύνολο εσόδων αναμένεται να ανέλθει σε 50 εκατ. ευρώ. Το 1/3 των εσόδων θα πηγαίνει στους δήμους, το 1/3 στο υπουργείο Ναυτιλίας και το 1/3 στο υπουργείο Τουρισμού.
Έμπειρα στελέχη της βιομηχανίας τα οποία έχουν μια πιο διεισδυτική ματιά και μπορούν να αποτυπώσουν πιο καθαρά τη συνολική εικόνα τοποθετούνται και αναφέρουν:
Ο κ. Θεόδωρος Κόντες, επίτιμος πρόεδρος της Eνωσης Εφοπλιστών Κρουαζιερόπλοιων και Φορέων Ναυτιλίας (ΕΕΚΦΝ) και διευθυντής της Majestic International Cruises, καταρχήν έκρινε το μέτρο θετικό, όμως κατέθεσε τους προβληματισμούς του για το ύψος των τελών και πώς αυτά θα διαμορφωθούν ανά προορισμό, αλλά και ποιος θα τα εισπράττει αφού υπολογίζεται ότι τα έσοδα θα ξεπεράσουν τα 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο.
Ο ίδιος σχολίασε σχετικά: «Το ποσό των 20 ευρώ ανά επιβάτη που ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και επισημοποιήθηκε από την υπουργό Τουρισμού για τους δύο ανωτέρω κύριους προορισμούς και το ποσό των 5 ευρώ για τους άλλους προορισμούς επιβαρύνουν ιδιαίτερα τις εταιρείες των mega cruisers, που μεταφέρουν έναν μέσο όρο επιβατών 4.000 και καλούνται να υπολογίσουν ετησίως ένα επιπλέον κόστος 4 εκατ. ευρώ ανά πλοίο για όσα από αυτά έχουν πρόγραμμα στην ελληνική επικράτεια.
Στη συνέχεια, ο κ. Κόντες κατέθεσε τους προβληματισμούς του για το ύψος του τέλους ανά προορισμό και για το ποιος θα εισπράττει και θα διαχειρίζεται τα ποσά: «Το συγκεκριμένο ποσό για κάθε προορισμό είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εδραιωθεί αφού απαιτούνται να συνυπολογιστούν πολλοί παράμετροι και να αποδοθεί αξιοκρατικά για έκαστο προορισμό».
Τι μέλλει γενέσθαι όμως με το λιμάνι του Πειραιά, καθώς και με τα λιμάνια Ηρακλείου, Ρόδου, Κέρκυρας, Κατακόλου και πολλά άλλα που έχουν ιδιαίτερα υψηλό ενδιαφέρον;
«Εδώ τίθεται θέμα σωστής διαβούλευσης και αξιοκρατικών στοιχείων για να συνυπολογιστούν με τη συμμετοχή των αρμόδιων τοπικών και κρατικών αρχών, ούτως ώστε να υπάρξει μια αντικειμενική χρέωση και να ανακοινωθεί νομοθετικά το πώς θα εισπράττονται τα εν λόγω ποσά και πώς θα διατίθενται ανάλογα με τις απαιτήσεις σε κάθε προορισμό.
Το υπουργείο Τουρισμού ανακοίνωσε ότι η διάθεση των εισφορών θα είναι 1/3 στο υπουργείο Τουρισμού, 1/3 στον δήμο και 1/3 στο υπουργείο Ναυτιλίας για λιμενικά έργα. Ο εν λόγω υπολογισμός που προτείνεται είναι μια εύκολη εξίσωση, αλλά όχι πλήρως αντικειμενική, αφού οι απαιτήσεις για υποδομές ανά προορισμό διαφέρουν και ίσως απαιτείται δυσανάλογη διανομή για τις τοπικές ανάγκες.
Ιδανικά, και ίσως για καλύτερο έλεγχο, θα πρέπει αυτά να εισπράττονται από τον τοπικό άρχοντα του κάθε προορισμού, με καμία ανάμειξη με τα λιμενικά έσοδα κ.λπ., αφού οι επενδύσεις σε υποδομές που θα πρέπει να γίνονται δεν είναι μόνο τα λιμενικά έργα, αλλά επίσης οι δρόμοι, η αξιοποίηση θεματικών χώρων, η καθαριότητα, η υγεία και άλλα πολλά».
Ο κ. Κόντες επισημαίνει ότι η έννοια «υπερτουρισμός» δεν είναι απολύτως ακριβής: «Πολλοί αναφέρονται στον υπερτουρισμό, ιδίως στους κύριους προορισμούς, το οποίο δεν είναι απολύτως σωστό ειδικά για τον κλάδο της κρουαζιέρας. Η επιπλέον χρέωση που θα επιβληθεί δεν θα βοηθήσει προς τη σωστή κατεύθυνση, δηλαδή τη μείωση των επισκεπτών. Αυτό που πραγματικά θα βοηθήσει ιδιαίτερα είναι να μπορέσουμε να ελκύσουμε εισαγόμενο τουρισμό με πιο επιλεκτικούς οικονομικά επισκέπτες. Αυτό βέβαια το είδαμε τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά την πανδημία του κορωνοϊού.
Αυξήθηκαν τα μικρά και μεσαίου μεγέθους luxury κρουαζιερόπλοια, αλλά σημαντική αύξηση είδαμε και σε νέες κατασκευές πλοίων αυτών των τύπων». Εκανε μάλιστα πρόβλεψη για αύξηση του ποιοτικότερου τουρισμού:
«Ισως να υπάρξει στο μέλλον μείωση των mega cruisers που συνήθως μεταφέρουν επιβάτες χαμηλού εισοδήματος οι οποίοι θα δυσκολεύονται να πληρώσουν ένα extra κόστος της τάξεως του 20% για να κάνουν κρουαζιέρα, με αποτέλεσμα να μειωθούν τα διακινούμενα στους ελληνικούς προορισμούς πλοία μεγάλου μεγέθους, ενώ αντιθέτως να αυξηθούν τα μικρά και μεσαίου μεγέθους πλοία με επιβάτες υψηλότερων οικονομικών επιπέδων, στους οποίους η συγκεκριμένη αύξηση θα θεωρείται λογική για την επίσκεψή τους στους προορισμούς αυτούς. Με τα εν λόγω πλοία ίσως επιλυθεί μερικώς η βελτίωση λιμενικών υποδομών λόγω του μεγέθους των πλοίων και ιδιαίτερα σε νέους μικρούς προορισμούς».
Κλείνοντας επεσήμανε: «Θα πρέπει να επαναλάβουμε ότι η κρουαζιέρα είναι η καλύτερη διαφήμιση για τη χώρα μας και τους τουριστικούς προορισμούς της, αφού ένα ποσοστό πλέον του 25% των επισκεπτών επανέρχεται για διακοπές φέρνοντας μαζί του τους συγγενείς και φίλους του. Συμπερασματικά, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αυτές οι αυξήσεις θα μπορούσαν ίσως να βοηθήσουν στην ανάπτυξη ενός πιο ποιοτικού τουρισμού που αξιοκρατικά δικαιούνται οι ελληνικοί προορισμοί. Ωστόσο, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα επιπλέον έσοδα που θα προκύψουν οι αρμόδιοι θα τα διαχειριστούν σωστά για τη βελτίωση των υπηρεσιών γενικότερα και των υποδομών».
Με πληροφορίες από τη σελίδα newmoney.gr