Κάποια στιγμή θα πρέπει να μάθουμε ότι δεν είναι ντροπή να τρώει ο Ελληνας ντόπια προϊόντα… Από τη φάβα Σαντορίνης έως το τυρί Νάξου… Αυτό που πρέπει να καταλάβουν όλοι είναι ότι η γαστρονομία μπορεί να παίξει τον πιο σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των τουριστικών προορισμών εντός συνόρων
«Η φάβα στο χωράφι στη Σαντορίνη αποτιμάται στα 3 ευρώ, χύμα σε κάποιο μαγαζί στα 7 ευρώ, ως τυποποιημένο ΠΟΠ προϊόν στα 15, στα 60 ευρώ μαγειρεμένη και εφόσον τη μαγειρέψει ο Χατζηγιαννάκης στα 160 ευρώ». Με αυτόν τον παραστατικό τρόπο ο δημιουργός του Greek Gastronomy Guide, Γιώργος Πίττας, περιέγραψε το πώς θα λυθεί ο γρίφος αφενός της τόνωσης της υπεραξίας των μοναδικών ελληνικών προϊόντων κι αφετέρου του εμπλουτισμού της ταξιδιωτικής εμπειρίας των επισκεπτών της Ελλάδας.
Του Γιώργου Αλεξάκη (reporter.gr)
«Αν θα μπορούσαμε να μυθοποιήσουμε τα προϊόντα μας, δε θα χρειαζόμασταν εξαγωγές» τόνισε ο κ. Πίττας. Με αυτό οδηγό, μια νέα πρωτοβουλία ετοιμάζει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Ουσιασιτκά προσπαθεί να «παντρέψει» τον τουρισμό με την αγροτική παραγωγή διασφαλίζοντας αμοιβαία οφέλη.
Στο πλαίσιο αυτό με συνεχείς επαφές και ενημέρωση, ο ΣΕΤΕ και η ηγεσία του προσπαθεί να ενθαρρύνει τον εμπλουτισμό του εγχώριου τουριστικού προϊόντος με τα στοιχεία της τοπικής γαστρονομίας και παραγωγής.
Στο πλαίσιο αυτό ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Ρέτσος, σε συνάντηση εργασίας για το θέμα ανακοίνωσε αυτό το νέο έργο με τίτλο «Γαστρονομικοί Προορισμοί», το οποίο θα υλοποιηθεί από τον Σύνδεσμο, το Ινστιτούτο ΣΕΤΕ (ΙΝΣΕΤΕ) και τη Marketing Greece. Το έργο αυτό θα εκτελεστεί σε συνεργασία με το Greek Gastronomy Guide.
Σύμφωνα με τον κ. Ρέτσο, «σκοπός των Γαστρονομικών Προορισμών είναι να δούμε στην πράξη την ποιοτική αναβάθμιση και τον εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος – πιλοτικών προορισμών στην αρχή – μέσα από τη γαστρονομία».
Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό το εγχείρημα θα έχουν οι τοπικές γαστρονομικές κοινότητες, οι τοπικές κοινωνίες. Οι δράσεις του έργου θα αφορούν στην εκπαίδευση και στην προβολή.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, η αυθεντικότητα και ο τοπικός χαρακτήρας της γαστρονομίας αποτελούν συγκριτικά πλεονεκτήματα για έναν προορισμό που στοχεύει στην ολιστική βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη.
Παράλληλα, σημείωσε ότι η εξάρτηση των δύο τομέων είναι σημαντική και αμφίδρομη, με περιθώρια ποσοτικής και ποιοτικής βελτίωσης. Αυξάνει δυνητικά τις ευκαιρίες για εγχώρια παραγωγή, δημιουργία νέων αγορών και ανάπτυξη ποιοτικών προϊόντων και προσφέρει ευκαιρίες για την ανάδειξη προορισμών.
Περηφάνια για τα προϊόντα
«Κάποτε ήταν αδιανόητο για τον έλληνα να τρώει φάβα με κρέας. Δουλέψαμε στα συνέδρια, να φύγει από το απρόσωπο της εστίασης των συνεδρίων, να αφήσουμε το σαντουϊτσάκι και να πάμε στον ντοματοκεφτέ τον φρεσκοτηγανισμένο» τόνισε ο ιδιοκτήτης του Εστιατορίου ΣΕΛΗΝΗ, κ. Γιώργος Χατζηγιαννάκης.
Από την πλευρά του, ο λειτουργικός διευθυντής της Grecotel Hotels and Resorts, Δημήτρης Καλαϊτζιδάκης τόνισε ότι χρειάζεται αναλυτική περιγραφή και το χτίσιμο μιας ιστορίας για να αναδείξουμε τη σημασία της κρητικής διατροφής.
«Το ελληνικό πρωινό είναι η εμπράγματη σύνδεση γαστρονομίας με τον τουρισμό. Με την πρόσκληση συλλόγων, κτλ καταφέραμε να μαζέψουμε χιλιάδες ιδέες για την γαστρονομική κληρονομιά. Οι κεντρικοί θεσμοί πήγαν στις τοπικές κοινωνίες. Λερώσαμε χέρια. Ο επώνυμος ξενοδόχος θέλει κι επώνυμους παραγωγούς» τόνισε ο δημιουργός του Greek Gastronomy Guide, κ. Γιώργος Πίττας.
Ο Αντώνης Ψάλτης από την Τήνο, εμπνευστής του Tinos Food Paths, τόνισε ότι «το Tinos Food Paths είναι τα βήματα μιας ομαδικής πορείας που αργά και συνειδητά φέρει την γαστρονομία του τόπου στο επίκεντρο και εμάς όλους βοηθούς σε αυτό. Τροφοδοτείται από την κουλτούρα και την παράδοση. Τροφοδοτεί το παρόν με τη θέρμη της συνεργασίας. Έχει προϊόντα στο νησί, γη ακαλλιέργητη κτλ. Καλέσαμε ανθρώπους και ζητήσαμε να μας εξηγήσουν πώς θα φέρουμε τον πρωτογενή στη μαζική εστίαση. Κάνουμε την εβδομάδα γαστρονομίας κάθε χρόνο» σημείωσε.
Τα προβλήματα
Στην όλη προσπάθεια πάντως υπάρχουν και προβλήματα, ιδιαίτερα στο παρελθόν. Όπως είπε ο κ. Πίττας, «καταγράφεται έλλειψη εμπιστοσύνης στα προϊόντα μας. Ντρεπόμασταν. Θεωρήσαμε εκσυγχρονισμό την κατανάλωση των ξένων προϊόντων. Να πάρουμε τις δομές απ’ έξω και να φτιάξουμε προϊόντα, π.χ. να πάρεις το σκοτύρι κι άλλα τυριά και να τα κάνεις ποιοτικά και ως μυθολογία να είναι εφάμιλλα των ευρωπαϊκών. Κάποτε αυτά τα προϊόντα ήταν αγαθά πρώτης ανάγκης» τόνισε και προσέθεσε:
«Το δεύτερο πράγμα ήταν η μάχη του κόστους. Αν θέλουμε να προκόψουμε δεν πρέπει να πάμε στη μάχη του κόστους. Να επενδύσουμε σε προϊόντα σε προϊόντα μεγαλύτερου κόστους αλλά με καλύτερη διαχείριση να δώσουμε μεγαλύτερη υπεραξία.»