Οι χώρες του Νότου πριν από χρόνια κέρδισαν τη μάχη για το κοκορέτσι απέναντι στις Βρυξέλες – Τι θα κάνουν τώρα με τις ξαπλώστρες;
«Ελάτε να τα πάρετε». Αυτή ήταν η αντίδραση στην Ελλάδα όταν οι Βρυξέλλες επιχείρησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 να απαγορεύσουν το κοκορέτσι και το σπληνάντερο. Στη μάχη για την παραμονή των εντοσθίων των αρνιών στα πιάτα μας ρίχτηκαν ενωμένοι οι λαοί της Νότιας Ευρώπης, με μπροστάρηδες τους Έλληνες. Η συμμαχία του Νότου, πολύ πριν την αποτυχημένη απόπειρα του 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν καλά οργανωμένη.
Οι υπουργοί Γεωργίας των χωρών που θίγονταν, φοβούμενοι πολύ περισσότερο τις λαϊκές αντιδράσεις από την «τρομώδη ασθένεια των προβάτων» που ήταν η αιτία της απαγόρευσης, το έσκαγαν από τις διαβουλεύσεις στις Βρυξέλλες για να καθυστερήσουν την απόφαση. Ένα τέταρτο του αιώνα μετά, προκύπτει πάλι από τις Βρυξέλλες ένα ζήτημα που αφορά τον ευρωπαϊκό Νότο. Αφορά τις ομπρέλες και τις ξαπλώστρες μπροστά στη θάλασσα και προκαλεί αντιδράσεις, αρχής γενομένης από την Ιταλία.
Όπως γράφουν σε εκτενές ρεπορτάζ τους οι Financial Times, οι μεταρρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση Ντράγκι για τη διαχείριση των παραλιών σηκώνουν ήδη κύματα αντιδράσεων. Ο λόγος είναι ότι η ιταλική κυβέρνηση, υπό την πίεση των Βρυξελλών, ετοιμάζει διαγωνισμούς που αφορούν τις συμβάσεις παραχώρησης για την εκμετάλλευση των παραλιών, γεγονός που προκαλεί μεγάλη ανησυχία σε οικογένειες που επί δεκαετίες νοικιάζουν ομπρέλες και ξαπλώστρες σε τουριστικά μέρη και φοβούνται ότι θα μείνουν χωρίς εισόδημα. Για παράδειγμα, ο καταστηματάρχης Γκαμπριέλε Ντι Σιένα που διατηρεί οικογενειακή ταβέρνα στην παραλία της Όστια, έξω από τη Ρώμη, προσφέρει στους πελάτες του ομπρέλες και ξαπλώστρες καθώς και ξύλινες καμπίνες όπου μπορούν να αλλάξουν πριν ή μετά το μπάνιο τους. Η αλλαγή στον τρόπο διαχείρισης των παραλιών του προκαλεί φόβο ότι θα μένει χωρίς δουλειά.
Διότι, όπως γράφουν οι FT, μετά από έντονη διαμάχη με τις Βρυξέλλες, η κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι συμφώνησε να τερματίσει τον επόμενο χρόνο όλες τις παραχωρήσεις που υφίστανται αυτή τη στιγμή στις παραλίες και να διεξάγει διαγωνισμούς για νέες. Όπως είναι φυσικό, οι μαγαζάτορες που έχουν στηρίξει τη ζωή τους -και αυτή των οικογενειών τους- σε μια παραλία αντιδρούν έντονα. Το ζήτημα της διαχείρισης των παραλιών έχει ασφαλώς κοινωνική διάσταση και στην Ελλάδα, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης δεν έχει ακουστεί τίποτε αντίστοιχο προς την κατεύθυνση που κινείται η Ιταλία.
Από το μαριδάκι έως τους άραβες με σαμπάνιες
Η κοινωνική διάσταση έγκειται στο γεγονός ότι από τις ξαπλώστρες και τις ομπρέλες στις παραλίες της Ιταλίας αλλά και της Ελλάδας δεν ζουν μόνο τα πολυτελή μαγαζιά με τους μπράβους της νύχτας και τους άραβες πελάτες. Ζουν και μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Βεβαίως ο τρόπος που καταφέρνουν στην Ελλάδα μικρά και μεγαλύτερα «ψάρια» να κερδίζουν τις άδειες χρήσης είναι ένα θέμα με πολλές διαστάσεις που περιλαμβάνει τη μικρή και μεγαλύτερη διαφθορά σε επίπεδο κράτους και (κυρίως) τοπικής αυτοδιοίκησης, τα στραβά μάτια της αστυνομίας και τόσα άλλα. Κι επειδή είναι πολύ δύσκολο να μπει τάξη σε αυτή την ιστορία, οι κινήσεις που συνήθως βλέπουμε από τις κυβερνήσεις είναι κατά βάση επικοινωνιακές.
Μια στο τόσο εμφανίζεται μια μπουλντόζα με γύρω – γύρω κάμερες που ρίχνει την τσίγκινη παράγκα του τάδε επιχειρηματία, ενός μαγαζιού που συνήθως έχει πάψει να λειτουργεί, και ενός επιχειρηματία που έχει ήδη χτίσει ένα άλλο «παλάτι» πάνω στην άμμο λίγα μέτρα παραπέρα. H πίεση των Βρυξελλών προς την Ιταλία αφορά την έλλειψη διαφάνειας για την παροχή των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης των παραλιών και η παρέμβαση γίνεται για τη διασφάλιση των «συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού» ώστε να μπορεί η κυβέρνηση της χώρας, λένε οι Βρυξέλλες, να αυξήσει τα έσοδά της από τους ιδιώτες που εκμεταλλεύονται τους δημόσιους χώρους.
«Αυτή η άδεια χρήσης είναι για εμάς η ζωή μας» λέει στους FT αντιδρώντας ο Ντι Σιένα (ο καταστηματάρχης που εκμεταλλεύεται τις ξαπλώστρες στην Όστια) και τονίζει ότι «τώρα θα έρθουν πολυεθνικές επιχειρήσεις και θα τα πάρουν όλα». Η απόφαση της κυβέρνησης για νέους διαγωνισμούς αφορά κατ’ εκτίμηση 30.000 παραχωρήσεις, από ταπεινά beach bar μέχρι «παλάτια», που υπολογίζεται ότι καλύπτουν το 60% των ιταλικών ακτογραμμών στις οποίες έχουν πρόσβαση οι πολίτες. Οι επικεφαλής των ενώσεων που εκπροσωπούν επιχειρήσεις αυτού του είδους, όπως η Μαρίνα Λάλι, πρόεδρος της Ένωσης Επιχειρηματιών Τουρισμού της Ιταλίας, που μόνο η ίδια διαχειρίζεται 700 ξαπλώστρες και 189 ομπρέλες, λέει ότι οι πλειοψηφία των ανθρώπων προτιμούν να βρίσκουν την ομπρέλα τους έτοιμη-στημένη στην παραλία αντί να την κουβαλάνε από το σπίτι. «Αυτή είναι η παράδοσή μας, η οικονομία μας, ο τουρισμός μας» λέει.
Από την άλλη πλευρά, περιβαλλοντικές οργανώσεις, όπως το κίνημα Legambiente, υποστηρίζουν ότι τέτοιου είδους επιχειρήσεις εμποδίζουν την ελεύθερη πρόσβαση των πολιτών στις παραλίες και προκαλούν διάβρωση των ακτών.
Οι Βρυξέλλες μπλοκάρουν τη δόση προς την Ιταλία
Η λογική των Βρυξελλών είναι ότι πρέπει να αλλάξει το σημερινό σύστημα στην Ιταλία που επιτρέπει παραχωρήσεις πρακτικά ακόμα και για μια ζωή, καθώς παρατηρούν ότι υπάρχουν επιχειρήσεις που χρεώνουν ακόμη και 100 ευρώ την ημέρα για μια ομπρέλα με δύο ξαπλώστρες στους πελάτες, ενώ δεν δίνουν στο κράτος παρά μόνο λίγες χιλιάδες ευρώ τον χρόνο. Μας θυμίζει κάτι αυτή η κατάσταση; Προφανώς. Το μοντέλο Μυκόνου που έχει εξαπλωθεί τα τελευταία 30 χρόνια σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Στην Ιταλία, που όπως και η Ελλάδα, διαθέτει παράδοση κοινοτισμού, οι τοπικές επιχειρήσεις με τη στήριξη τοπικών αρχόντων και πολιτικών είχαν καταφέρει ως τώρα να αποκρούουν τις πιέσεις για νέους διαγωνισμούς και παραχωρήσεις. Το 2020, η προηγούμενη κυβέρνηση ψήφισε μάλιστα την παράταση των υφιστάμενων παραχωρήσεων για 13 χρόνια, ως το 2033. Οι Βρυξέλλες αντέδρασαν και ξεκίνησαν επίσημα τη διαδικασία που προβλέπεται για τις παραβάσεις των κανόνων του ανταγωνισμού εναντίον της Ιταλίας, ενώ ακόμη και το Συμβούλιο της Επικρατείας της χώρας έκρινε ότι τα 13 χρόνια της παράτασης ήταν υπερβολικά.
Τα πράγματα είναι σοβαρά. Διότι η συμμόρφωση της Ιταλίας με τους κανονισμούς σε ό,τι αφορά τις παραλίες, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου νόμου περί ανταγωνισμού, αποτελεί όρο των Βρυξελλών για την εκταμίευση της δόσης-μαμούθ, ύψους 200 δισ. ευρώ, από το ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης προς τη χώρα. Μας θυμίζει κάτι; Ασφαλώς. Την τρόικα και το ιστορικό των διαπραγματεύσεων με την ελληνική κυβέρνηση, όπως αυτή για τη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος και όσα θα αναγράφονται στις συσκευασίες του παστεριωμένου, η οποία κράτησε ένα χρόνο. Αυτή τη στιγμή δεν έχει φανεί αν ο Ντράγκι θα κάνει πίσω μπροστά στις αντιδράσεις των επιχειρηματιών του τουρισμού.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να βρει μια συμβιβαστική λύση ώστε στους διαγωνισμούς να λαμβάνονται υπόψη οι οικογένειες που ζουν χρόνια από την εκμετάλλευση μιας παραλίας και μελετά παράλληλα ένα μοντέλο αποζημιώσεων αν τη χάσουν. Το βέβαιο είναι ότι αν οι Βρυξέλλες επιχειρήσουν να ανοίξουν παρόμοιο θέμα στη χώρα μας οι αντιδράσεις θα είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτές που είχαμε για το κοκορέτσι…
Πηγή: Protagon.gr