“Είμαι η μόνη που δεν έχει ανεβάσει τις τιμές και οι υπόλοιποι στο νησί τα έχουν βάλει μαζί μου”, μας λέει κάπως απολογητικά η Γιάννα. Είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που θέλουμε να μείνουμε στα αξιοπρεπέστατα δωμάτιά της, σε ένα από αυτά τα μικρά νησιά μεγέθους Αντιπάρου, όπου πρέπει να έχεις εξασφαλίσει τη διαμονή του Αυγούστου τουλάχιστον από τον Μάρτιο.
Φέτος καθυστερήσαμε και τα δωμάτια της Γιάννας είχαν γίνει ανάρπαστα. Κοιτάζουμε τι άλλες επιλογές έχουμε και μένουμε άφωνοι.
Η χαμηλότερη τιμή είναι στα 80ευρώ ανά βράδυ, το δωμάτιο όμως δεν παραπέμπει για κανέναν λόγο σε παραθεριστικό κατάλυμα. Ενας χώρος 15 τ.μ., χωρίς μπαλκόνι, με μοναδική απόπειρα διακόσμησης ένα ξεχασμένο καδράκι περασμένων δεκαετιών -ενδεχομένως και περασμένου αιώνα- και ένα κρεβάτι που σίγουρα έχει γνωρίσει και πιο ένδοξες εποχές.
Τη «μικρή κουζίνα» που αναφέρεται στην περιγραφή της αγγελίας φιλοδοξεί να μιμηθεί ο νεροχύτης που βρίσκεται στο πλάι του κρεβατιού. Φωτογραφίες της τουαλέτας δεν υπάρχουν. Σε αντίστοιχη φωτογραφία φαίνεται μια τουαλέτα χωρίς μπανιέρα ή ντουζιέρα, όπου το σιφόνι στο πάτωμα δεν έχει κάποιο πλαίσιο γύρω του που να περιορίζει τα νερά. «Το δάπεδο έχει την κατάλληλη κλίση και τα οδηγεί εκεί που πρέπει, μην ανησυχείτε», μας καθησυχάζει ο ιδιοκτήτης, ο οποίος βεβαίως αρνείται να κατεβάσει την τιμή. Τα 80 ευρώ μοιάζουν να έχουν χάσει κάθε αξία, είναι το πλαφόν που καλείσαι να πληρώσεις απλώς για να αποκτήσεις το δικαίωμα να κοιμηθείς σε ένα κρεβάτι.
Το τίμημα της αξιοπρέπειας
Η επόμενη κατηγορία που συναντάμε είναι τα δωμάτια που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ως «υποτυπωδώς αξιοπρεπή». Μεγαλύτεροι χώροι, ανακαινισμένα μπάνια, κλιματισμός, κουφώματα που δεν τρίζουν, καινούργια έπιπλα. Ομως οι τιμές εδώ ανεβαίνουν κατά πολύ, σχεδόν διπλασιάζονται.
Ο Γιώργος, κάτοικος της Πάτμου, παρακολουθεί το φαινόμενο με σκεπτικισμό «Οι οικονομικές απαιτήσεις που έχουν οι μικροεπιχειρηματίες με τα δωμάτια προς ενοικίαση είναι παράλογες. Σου λένε “100 ευρώ χωρίς μπαλκόνι, 150 με ένα μικρό μπαλκονάκι, και αν θες”. Αυτό που παρατηρώ, πλέον, είναι ότι στο νησί μας υπάρχουν και πολλά πολυτελή σπίτια προς ενοικίαση. Αυτά όμως είναι τόσο ακριβά που μόνον οι ξένοι μπορούν να τα νοικιάσουν. Οι Ελληνες καταλήγουν σε δωμάτια και κάποιες φορές, μάλιστα, δίνουν προκαταβολή από το προηγούμενο καλοκαίρι ώστε να εξασφαλίσουν τις ημερομηνίες που θέλουν. Η ζήτηση είναι τεράστια».
Αν επιχειρήσουμε να αναζητήσουμε κατάλυμα με όρους πολυτέλειας, εκεί τα δωμάτια μετονομάζονται σε «σουίτες» και, παρόλο που συχνά τα τετραγωνικά δεν αυξάνονται, οι τιμές καταλήγουν να είναι μη ρεαλιστικές, με τον ενδεικτικό μέσο όρο να κινείται στα 400 ευρώ ανά βράδυ. Οι βασικές παροχές μπορεί να μη διαφέρουν, ωστόσο καλείσαι να πληρώσεις την αισθητική που τις περισσότερες φορές έχει επιμεληθεί διακοσμητής.
«Στη Σίφνο η σεζόν είναι μικρή, ξεκινάμε Ιούλιο και μετά βίας φτάνουμε μέχρι και τον Σεπτέμβριο. Είναι, λοιπόν, συχνό το φαινόμενο να μην υπάρχει αντιστοιχία τιμής – παροχών, καθώς ορισμένοι ιδιοκτήτες προσπαθούν μέσα σε ένα καλοκαίρι να βγάλουν, όχι απλώς τα χρήματα για τις ανακαινίσεις, αλλά να έχουν και κέρδος», εξηγεί ο Νίκος, ο οποίος δραστηριοποιείται επιχειρηματικά στο νησί. Επίσης διευκρινίζει ότι σε νησιά του μεγέθους της Σίφνου οι τιμές εμφανίζουν διακύμανση αναλόγως της περιοχής που θέλει να μείνει κάποιος.
«Τουλάχιστον είναι καθαρά»
«Ελα μωρέ, έναν ύπνο θα κάνουμε», είναι η φράση που λέμε μεταξύ μας προκειμένου να αποδεχτούμε πως το δωμάτιο που κλείσαμε δεν αντιστοιχεί στις φωτογραφίες ή στην περιγραφή που το συνόδευε. Συχνά η «θέα στον κήπο» αντιστοιχεί σε θέα σε αλάνα ή σε πάρκινγκ, ενώ η «θέα στη θάλασσα» μοιάζει να έχει πολλές αναγνώσεις, μιας και πολλές φορές αναφέρεται σε μια λεπτή μπλε λωρίδα που αχνοφαίνεται στο βάθος του ορίζοντα, αλλά σίγουρα είναι πιο ευνοϊκό από τη «θέα στην πόλη». Σε πολλές περιπτώσεις το «διπλό κρεβάτι» αντιστοιχεί σε δύο μονά ενωμένα μεταξύ τους και το «τρίκλινο» σ’ ένα διπλό κρεβάτι και ένα άβολο ράντζο.
Αναντιστοιχία, όμως, συναντούμε συχνά και στις βαθμολογίες που άφησαν οι προκάτοχοί μας. Το δωμάτιο που μείναμε πέρσι στη Μήλο θα είχε κανονικά 7-7,5/10 και όχι 8,5. Η κυρία Μαρία που μας καλωσόρισε και μας έδειξε με πραγματική υπερηφάνεια το δωμάτιό μας, όμως, ήταν τόσο ευγενική που δεν μας πήγε η καρδιά να βαθμολογήσουμε με αντικειμενικότητα το κατάλυμά της – προτιμήσαμε να μην κάνουμε κανένα σχόλιο και να μείνουμε με την ανάμνηση της ζεστής πίτας που μας άφηνε κάθε φορά που συμμάζευε το δωμάτιό μας. Διαβάζοντας, όμως, πιο προσεκτικά τις κριτικές, σχεδόν όλοι έκαναν αναφορά στη ζεστή φιλοξενία της και περνούσαν λίγο πιο επιφανειακά τις φανερές ελλείψεις του δωματίου. Το ίδιο μας είχε συμβεί στην Υδρα, αλλά και στη Μονεμβασιά, και πιθανότατα όχι μόνο σ’ εμάς. Η δημιουργία προσωπικών σχέσεων με τους ιδιοκτήτες των δωματίων θολώνει τα αντικειμενικά κριτήριά μας και μας ωθεί να αντιμετωπίσουμε με επιείκεια τις ελλείψεις τους – κάτι που ενδεχομένως δεν θα συνέβαινε σχετικά με τη διαμονή μας σε ένα απρόσωπο ξενοδοχείο.
«Τουλάχιστον είναι καθαρά», είναι ακόμη μια συνηθισμένη φράση παρηγοριάς, κλείνοντας την πόρτα βιαστικά πίσω μας μην τύχει και δούμε κάτι που δεν θα θέλαμε.
Με πληροφορίες από τη σελίδα kathimerini.gr