Σε ένα τοπίο όπου οι αεροπορικές μετακινήσεις έχουν εκδημοκρατιστεί αλλά και εμπορευματοποιηθεί σε υπερβολικό βαθμό, το ζήτημα των χειραποσκευών εξελίσσεται σε μία από τις πιο αμφιλεγόμενες πτυχές του σύγχρονου αεροπορικού ταξιδιού. Με τις low cost αεροπορικές να χρεώνουν όλο και περισσότερες «έξτρα» υπηρεσίες και τα κράτη να προσπαθούν να προστατεύσουν τους καταναλωτές, η Ευρώπη —και μαζί της και η Ελλάδα— βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα νομικό και πολιτισμικό δίλημμα.
Η ισπανική εμπειρία, καμπανάκι για όλη την ΕΕ
Η πρόσφατη σύγκρουση μεταξύ του ισπανικού Υπουργείου Καταναλωτή και των εταιρειών Ryanair, Vueling, EasyJet και άλλων, γύρω από τις χρεώσεις για τις χειραποσκευές, φέρνει στην επιφάνεια ένα θέμα που αφορά και την Ελλάδα, τόσο σε θεσμικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Παρότι η Ισπανία προχώρησε το 2024 στην επιβολή προστίμων ύψους 179 εκατ. ευρώ, οι δικαστικές αποφάσεις παραμένουν αντικρουόμενες και δεν έχουν δημιουργήσει σταθερή νομολογία.
Από τη μία, ο ευρωπαϊκός Κανονισμός 1008/2008 επιτρέπει στις εταιρείες την ελεύθερη διαμόρφωση τιμών. Από την άλλη, η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) του 2014 ορίζει ότι το λογικό βάρος και μέγεθος χειραποσκευής δεν πρέπει να επιφέρει πρόσθετο κόστος.
Η ελληνική πραγματικότητα: Μεταξύ ευρωπαϊκού δικαίου και τουριστικής πίεσης
Στην Ελλάδα, όπου οι επιβάτες αυξάνονται εντυπωσιακά κάθε χρόνο (πάνω από 70 εκατομμύρια το 2023) και η τουριστική σεζόν διαρκεί πλέον σχεδόν 10 μήνες, η πλειονότητα των επιβατών επιλέγει αεροπορικά εισιτήρια χαμηλού κόστους για προορισμούς όπως τα νησιά και οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.
Η ελληνική νομοθεσία, ωστόσο, παραμένει ασαφής και δεν έχει εκσυγχρονιστεί πλήρως σε ό,τι αφορά τις πρακτικές των low cost εταιρειών. Οι ταξιδιώτες καλούνται να πληρώνουν έξτρα για υπηρεσίες που άλλοτε θεωρούνταν αυτονόητες — ακόμη και για μια μικρή βαλίτσα καμπίνας.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) δεν έχει προχωρήσει σε επίσημη τοποθέτηση για το θέμα, ενώ οι καταναλωτικές οργανώσεις στην Ελλάδα δέχονται συνεχώς καταγγελίες, αλλά με περιορισμένα αποτελέσματα λόγω έλλειψης σαφούς ευρωπαϊκής οδηγίας ή εθνικού μηχανισμού ρύθμισης.
Παγκόσμια τάση ή καταχρηστική πρακτική;
Η εξέλιξη του αεροπορικού ταξιδιού από «πολυτέλεια» σε «αναγκαιότητα» συνοδεύτηκε και από μια πολιτισμική μετατόπιση: ο επιβάτης-καταναλωτής πρέπει να πληρώνει για κάθε επιπλέον υπηρεσία, ακόμη και για την άνεση. Η αεροπορική αγορά παγκοσμίως βαδίζει προς ένα μοντέλο «αλά καρτ», όπου κάθε υπηρεσία κοστολογείται ξεχωριστά — από τις αποσκευές και την επιλογή θέσης μέχρι το νερό εν πτήσει.
Όμως, σε εποχές όπου η έννοια της βιώσιμης κινητικότητας, της προστασίας του καταναλωτή και της ισότητας στην πρόσβαση στις μεταφορές συζητούνται έντονα, η ανοχή απέναντι σε τέτοιες πρακτικές τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται πλέον να παρέμβει με σαφείς κανονισμούς που θα εναρμονίσουν την ελευθερία της αγοράς με την προστασία του επιβάτη.
Το ζητούμενο: Δίκαιη μετακίνηση για όλους
Η συζήτηση για τις χειραποσκευές δεν αφορά μόνο ένα «τεχνικό» ζήτημα μεταφοράς αποσκευών. Αφορά τη θεσμική αντιμετώπιση των πολιτών που μετακινούνται εντός της Ε.Ε. και τη διασφάλιση ότι τα δικαιώματα τους δεν θα εξαρτώνται από την… πολιτική χρέωσης μιας ιδιωτικής εταιρείας.
Η Ελλάδα, ως χώρα με υψηλή τουριστική εξάρτηση και εντατική αεροπορική κίνηση, δεν μπορεί να αγνοήσει αυτή τη συζήτηση. Ίσως είναι η στιγμή να αναλάβει και η ίδια πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διεκδικώντας μια πιο σαφή και ισορροπημένη πολιτική υπέρ των επιβατών.