Ο Νεκτάριος Καλαντζής σε ρόλο περιηγητή μας μεταφέρει ετην καλοκαιρινή του εμπειρία στην Αμοργό που τον έκανε να σκεφτεί φεύγοντας ότι “την Αμοργό δύσκολα μπορείς να την επισκεφθείς μόνο μία φορά”
Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που αρέσκονται να κρατούν κάποιου είδους ημερολόγιο και να μεταφέρουν την εμπειρία του στο χαρτί. Ενας εξ αυτών είναι ο Νεκτάριος Καλαντζής (Δημοιτκός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης) που δημοσιεύει τις σκέψεις του από τα ταξίδια που κάνει στην Ελλάδα. Με τίτλο “Αμοργός – Ημερολόγιο Αύγουστος 2015” μας ταξιδεύει στην γειτονική Αμοργό… Διαβάστε το…
“Φεύγοντας από τη Νάξο για την Αμοργό και γνωρίζοντας ότι θα είχα μόλις τρία βράδια μπροστά μου, θα προσπαθούσα να ανακαλύψω το νησί όσο περισσότερο γινόταν.
Το πλοίο φθάνει το απόγευμα στα Κατάπολα και κατευθύνομαι αμέσως προς το νότιο κομμάτι του νησιού, το πιο άγριο. Ο δρόμος, παράλληλα με τον γκρεμό και κάτω το απέραντο γαλάζιο.
Φθάνω στην Αγία Παρασκευή και πάω για μια γρήγορη βουτιά αργά το απόγευμα στην Καλοταρίτισσα, με τα κρυστάλλινα νερά, έχοντας απέναντι την Γραμβούσα. Προηγουμένως είχα κάνει μια γρήγορη στάση στο Λίβερο και περπατώντας ένα κατηφορικό μονοπάτι, αντικρίζω το μοναδικό ναυάγιο Ολυμπία, ένα πλοίο αφημένο στο χρόνο και στη σκουριά της θάλασσας, μπροστά στην παραλία.
Μοναδική εικόνα, που θα έπρεπε να συνοδευτεί με καθαρισμό της παραλίας, μιας και είναι αδύνατο από τη βρομιά να κολυμπήσει κάποιος σε αυτή. Έπειτα για καταπληκτικό φαγητό στην Αρκεσίνη, στην Μαρουσώ και όλο το βράδυ βροχή, σπάνιο για καλοκαίρι στην Αμοργό, όπως με ενημέρωσαν οι ντόπιοι.
Επόμενο πρωί, αφήνοντας τον νότο, περνάω από τα Παραδείσια, παραλία που βρίσκεται δίπλα στην Αγία Παρασκευή και επισκέπτομαι τον αρχαίο πύργο της Αγίας Τριάδος, ένα εντυπωσιακό οικοδόμημα με μεγάλη ιστορία για το νησί. Φθάνω στη Χώρα και η πρώτη εικόνα είναι οι μύλοι τις παρυφές της και το κάστρο στην κορυφή της. Ακολουθώντας από την πλατεία στο δημαρχείο και το σουπερ μάρκετ του Μπέμπη το κεντρικό καλντερίμι, χάνομαι στα στενά δρομάκια της Χώρας.
Μαγαζάκια, ταβέρνες, ο πύργος του Γαβρά, το Πλατειάκι και αμέσως καταλαβαίνεις ότι η Αμοργός ξεχωρίζει από τα άλλα νησιά. Η ατμόσφαιρά της, οι άνθρωποί της, μακριά από τον μαζικό τουρισμό. Μιας και μεσημέρι και μετά από μια μικρή περιήγηση στα δρομάκια, καφές στο Γιασεμί και στο μπαλκόνι του. Κατά τις πέντε το απόγευμα, που ξανανοίγει μετά την ανάπαυλα του μεσημεριού, κατευθύνομαι προς το Μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας. Αφήνω το αυτοκίνητο στο parking και το θέαμα που αντικρίζω βγαίνει μόνο από μια καρτ ποστάλ. Το κατάλευκο μοναστήρι μέσα στο βράχο, 300 μέτρα από τη θάλασσα, από κάτω το απέραντο γαλάζιο της Αγίας Άννας και όταν κουρασμένος μετά από 300 περίπου σκαλιά φθάνεις στην πόρτα του και ανεβαίνεις σκυμμένος την απότομη σκάλα, ο Ηγούμενος πατέρας Σπυρίδων, μετά το προσκύνημα της θαυματουργής εικόνας, σε αποζημιώνει με κρύο νερό, λουκούμι και ψημένη ρακί στο αρχονταρίκι. Η θέα από το μπαλκόνι της εκκλησίας μοναδική, όπως και από τα παράθυρα του μοναστηριού. Παραμονή Δεκαπενταύγουστου, παρακολουθώ τον Εσπερινό, χωρίς ρεύμα, με καμιά εικοσαριά προσκυνητές και μετά το μοίρασμα του άρτου, κατεβαίνουμε τα σκαλιά στο απόλυτο σκοτάδι, αφήνοντας στην ησυχία του το μοναστήρι, ξημερώνοντας της Παναγίας.
Μετά για φαγητό και βόλτα στη Χώρα, στο Τζιτζίκι και στην Μποτίλια και με τα περίεργα κοκτέιλ και στο bayoko για κάτι πρόχειρο.
Η Χώρα έχει τη μαγεία της το βράδυ. Μεσημέρι ανήμερα της Παναγίας, μια γρήγορη βόλτα στα Κατάπολα και μετά για βουτιά στο απέραντο γαλάζιο, στην παραλία της Αγίας Άννας με το εκκλησάκι, βλέποντας ψηλά στον βράχο την Χοζοβιώτισσα, νερά που ύμνησε ο Λικ Μπεσόν στην ομώνυμη ταινία του, όπου από τότε η Αμοργός έχει γίνει αγαπημένο νησί των Γάλλων τουριστών. Η θάλασσα εκεί όντως από τις καλύτερες του Αιγαίου.
Ανηφορίζω για το βόρειο κομμάτι του νησιού, με τις κατσίκες σε όλο το μήκος των γκρεμών, επισκεπτόμενος την παραλία του Αγ. Παύλου, με τη Νικουριά απέναντι και φθάνω στην τουριστική Αιγιάλη, με τα ξενοδοχεία, τη σχολή καταδύσεων και τα camping. Μετά την Φωκιότρυπα, ανεβαίνω για τη Λαγκάδα και μετά βόλτα στα Θολάρια, στην εκκλησία των Αγ. Αναργύρων, στα καφενεία του, στην Καλή Καρδιά και τον Χορευτή, με τις καμάρες και τα σχέδια-ζωγραγιές στα πλακόστρωτα στενάκια.
Στα Κατάπολα αγοράζω την περιβόητη ψημένη αμοργιανή ρακή, μαθαίνω για την αμοργιανή μεκίλα, τελευταίο βράδυ στη χώρα και ανακαλύπτω στις δύο το βράδυ σε ένα στενάκι τα καλύτερα γλυκά, πιθανόν σε όλες τις Κυκλάδες, στην Καλλιστώ και πιάνω συζήτηση με τον Περικλή, που έχει το μαγαζί, για το νησί και τις προοπτικές του. Επόμενο πρωί, από το Ξυλοκερατίδι και το καφέ Απέραντο Γαλάζιο, που δυστυχώς πλέον δεν παίζει την ταινία, πάω ξανά στην Καλλιστώ για να πάρω ένα μεγάλο και παλιό κλειδί, που είναι του κάστρου, αφού μόνο εκεί μπορείς να το βρεις. Ανεβαίνω την απότομη σκάλα, ανοίγω το κάστρο, βλέποντας τη σημαία να κυματίζει και η θέα με την Χώρα, τους μύλους της και τα απέναντι νησιά σου κόβει την ανάσα.
Τελευταίος καφές, Κυριακή μεσημέρι στην πλατεία Λόζα, κάτω από τον ευκάλυπτο, φεύγοντας με τις καλύτερες εντυπώσεις για ένα νησί που δύσκολα επισκέπτεσαι μόνο μία φορά”
*Ο Νεκτάριος Καλαντζής είναι Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης