Η Ναξιώτισσα θεατρική συγγραφέας Ευαγγελία Γατσωτή με αφορμή την παράστασή της “Η playlist μιας faultless νεότητας” στο Vault, μιλά στο “Αθηνόραμα” για τους ήρωές της και απαντά: υπάρχει τελικά Gen Z θέατρο; Και πώς οραματίζεται το θέατρο του μέλλοντος;
Διαβάζουμε ότι η “Playlist μιας faultless νεότητας” βασίστηκε στη “Φθινοπωρινή σονάτα”, όμως υπάρχουν και άλλες επιρροές από σύγχρονες ταινίες. Μπορείς να μας αποκαλύψεις κάποιες αυτές και πώς επηρέασαν το έργο;
Η αλήθεια είναι ότι τις ταινίες τις είδα λίγο με παρότρυνση της μίας εκ των δύο σκηνοθετών του έργου. Εγώ δεν είμαι και τόσο σινεφίλ (έως καθόλου). Ενδεικτικά μπορώ να αναφέρω τις: “Ricki and the Flash” του Τζόναθαν Ντέμι (2015) και “Η αλήθεια” του Χιροκάζου Κορεέντα (2019). Προσωπικά, εμπνέομαι πολύ περισσότερο από πραγματικά πρόσωπα. Για τη δημιουργία του χαρακτήρα της Μπούλετ, εμπνεύστηκα πάρα πολύ από τη Δέσποινα Γλέζου που δέχτηκε να με συναντήσει στη Νάξο και να μου μιλήσει για μουσική, για δόξα, για υπέρβαση. Γενικώς, ηχογραφώ πολύ με τη συγκατάθεση (ή και όχι) του συνομιλητή μου. Εντάξει, κάποιες φορές (για να μην πιαστώ) κρατάω και απλές σημειώσεις.
Μπορεί τελικά μια μητρότητα να είναι faultless, αψεγάδιαστη, ή είναι και αυτό άλλος ένας πατριαρχικός μύθος; Μπορούν τα τραύματα που προκύπτουν από “τις αμαρτίες των γονέων” να επουλωθούν όταν τα “τέκνα” μεγαλώσουν;
Σίγουρα όχι. Κατηγορηματικά όχι και στις δύο ερωτήσεις. Όντως, η πατριαρχική κοινωνία μαθαίνει στη γυναίκα από πολύ νωρίς πως η σημαντικότερη αποστολή και ο “φυσικός” προορισμός της είναι η απόκτηση παιδιών. Βλέπε: βιολογικό ρολόι και άλλα παραμύθια.
Αυτή η κοινωνική επιταγή ταλανίζει δυστυχώς ακόμα πολύ κόσμο. Για τα ελληνικά δεδομένα, το “αψεγάδιαστη μητρότητα” μας πάει συνειρμικά σε σεντόνια άρτια σιδερωμένα, σφιχτοδεμένους κότσους νηπίων και τάπερ. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι μια παθολογική κατάσταση υπερεμπλοκής που φθείρει πομπό και δέκτες. Εγώ πιστεύω ότι “ιδανική μητρότητα” είναι η καλύτερη δυνατή εμπειρία γονεϊκότητας που μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο παιδί του με βάση τη δική του αφετηρία. Αλλά να είναι όντως η καλύτερη δυνατή. Πράγμα που σημαίνει: κάνω στην άκρη τα πατρογονικά-μητρογονικά μου βιώματα, αναγνωρίζω τα λάθη μου και με την παραδοχή της ανεπάρκειάς μου, πρώτα απ’ όλα, προσφέρω αυτό που μπορώ και συνυπάρχω με τη νέα ζωή που υπάρχει στη ζωή μου.
Το να δημιουργηθούν τραύματα, έτσι κι αλλιώς, είναι αναπόφευκτο ακόμα και στην πιο ιδανική συνθήκη. Κανένα τραύμα δεν επουλώνεται απόλυτα αλλά μπορεί να ανακουφιστεί πολύ με τη δουλειά που κάνεις με τον εαυτό σου. Το πιο σημαντικό νομίζω, είναι να ξεφύγει κάποιος στην ενήλικη ζωή από αυτό το μοτίβο της θυματοποίησης και να αναγνωρίσει τη δύναμη και την ευθύνη που έχει να διασώσει τον εαυτό του. Το τραύμα είναι ένας χρόνιος πόνος που φεύγει και επιστρέφει. Απλώς, μαθαίνεις να ζεις με αυτό, χωρίς να το αφήνεις πάντα να σε καταβάλλει.
Πες μας ένα πράγμα που θαυμάζεις και ένα που σου “τη σπάει” στους τέσσερις ήρωες που δημιούργησες.
Τους λατρεύω και τους μισώ την ίδια στιγμή όλους, γιατί με ταλάνισαν και με ταξίδεψαν. Συνοπτικά θα πω:
Στη Μπούλετ: θαυμάζω την αειθαλή εφηβεία της. Μου τη σπάει το πόσο κοσμάρα είναι.
Στη Νόη: θαυμάζω την ψυχραιμία και τη μεθοδικότητα. Μου τη σπάει το πώς εξαναγκάζεται να δράσει υποδόρια και βλαπτικά για να καλύψει ανάγκες αυτονόητες.
Στη Σοφία: θαυμάζω τον κοπιώδη αγώνα της να μη συμβιβαστεί. Μου τη σπάει λίγο ο μισανδρισμός της.
Στο Βίκτωρα: θαυμάζω την ικανότητά του να ισορροπεί ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό του στάτους. Μου τη σπάει που δεν έχω γνωρίσει κάποιον αντίστοιχο στην πραγματική ζωή.
Τι πιστεύεις ότι χαρακτηρίζει τη γραφή σου σε σχέση με τη γενιά όπου ανήκεις, την περίφημη Gen Z; Υπάρχει τελικά “Gen Z” θέατρο;
Πολλά πράγματα. Αρχικά, ο τηλεοπτικός- ελλειπτικός λόγος μου -σε στιγμές, γιατί γενικά είμαι φλύαρη-, η ροπή μου στη χυδαιολογία, οι αγγλικές λέξεις που χρησιμοποιώ για ευκολία, η απουσία “βαθύτερου νοήματος” στα κείμενά μου, η ανάγκη μου για αναίτιο γυμνό, τα κιτς ετερόκλητα στοιχεία που μπλέκω μεταξύ τους και η αντιαισθητική-αισθητική του μπλέντερ που με χαρακτηρίζει… αν αυτά δεν είναι GenZ, τότε τι είναι;
Πέρα απ’ την πλάκα, η παραδοχή ότι το φύλο είναι μια κοινωνική κατασκευή, πιστεύω είναι κάτι που διαπνέει με έναν τρόπο τα περισσότερα έργα των δημιουργών της γενιάς μου. Η αμφισβήτηση της ετεροκανονικότητας (heteronormativity) και της μονοκανονικότητας (mononormativity), το δικαίωμα στον ελεύθερο αυτοπροσδιορισμό και την αυτοδιάθεση του σώματος είναι ζητήματα που μας απασχολούν πολύ έντονα ως γενιά και που τολμάμε να φέρνουμε στο προσκήνιο, πολλές φορές με το κόστος της χλεύης. Δεν είναι λίγες οι φορές που ακούμε ότι η κατάκτηση κάποιων θεμελιωδών δικαιωμάτων και η αμφισβήτηση κάποιων τίγκα προβληματικών “ιερών αξιών” είναι βεβηλωτικές νεοτερίλες που διαταράσσουν την κατά τα άλλα “ομαλότατη” ροή του κόσμου όπως τον ξέραμε (το 1800).
Υπάρχει GenZ θέατρο στο σήμερα, κυρίως όμως έτσι όπως το προσλαμβάνουν και το δημιουργούν οι late Millennials. Για να υπάρξει περισσότερο “καθαρό” GenZ στο μέλλον, θα χρειαστεί να μετριαστεί λίιιγο ο ηλικιακός ρατσισμός που διαρκώς υφίστανται οι νέοι δημιουργοί από τους παλαιότερους. Δεν υπάρχει τίποτα αλαζονικό ή γελοίο στο να είσαι νέος και να θέλεις να σου δοθεί βήμα να δημιουργήσεις. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητο.
Ελπίζω απαλλαγμένο από κάποιες συμβάσεις. Θα ήθελα ας πούμε να μπορώ να γράφω έργα με ήρωες που το φύλο τους δεν προσδιορίζεται, το έκανα μία φορά και ήταν πολύ απελευθερωτικό. Θα ήθελα επίσης να ειπωθούν περισσότερες ιστορίες με επίκεντρο την ανθρώπινη ποικιλομορφία και όχι την κατ’ επίφαση συμπερίληψη.
Εντάξει, τώρα προφανώς με την ερώτηση φαντάζομαι μόνο φουτουριστικά conceptμε διακτινισμούς και τέτοια. Θα ήθελα σαν δημιουργός στο μέλλον να μην είμαι δέσμια της γραμμικής αφήγησης, της συνέπειας στους χαρακτήρες κ.λπ. Νομίζω αυτό είναι κάπως το όνειρό μου: να δημιουργήσω μια παράσταση πλατιάς απεύθυνσης μόνο με GenZ υλικά και να συμπεριλάβω απενοχοποιημένα όλες τις αναφορές της γενιάς μου, από την trashTV στην τραπ και πάει λέγοντας. Αυτό και να εντάξει κάπως το “παραδοσιακό θέατρο” λίγο παραπάνω στους κόλπους του, τα εναλλακτικά θεάματα και τη διάδραση με το κοινό.
Συνέντευξη στην ιστοσελίδα athinorama.gr (photo credit Αγγελίνα Παγώνη)