Η ομάδα του Τομ Σμιθ στην Αθήνα αριθμεί ήδη 10 άτομα, όμως στόχος του είναι το 2022 να απασχολεί 200! «Στην Ελλάδα υπάρχουν υποψήφιοι με απίστευτη μόρφωση και υπάρχει ποιότητα ζωής», λέει ο ίδιος, εξηγώντας την επιμονή του να ανοίξει γραφεία στη χώρα μας – Ο ρόλος της Νάξου στην έως τώρα πορεία του
Στην αρχή, σε όποιον έλεγε πως θα ανοίξει η εταιρεία του γραφεία στην Ελλάδα τον περνούσαν για τρελό: «Η Ελλάδα είναι μέρος μόνο για διακοπές, μου έλεγαν. Η φήμη της χώρας συνεχίζει να μην είναι καλή», εξηγεί στην «Καθημερινή» και στην Μαριάννα Κακαουνάκη, ο Τομ Σμιθ, ιδρυτής μιας κορυφαίας τεχνολογικής εταιρείας έρευνας αγοράς, της GlobalWebIndex, η οποία ειδικεύεται σε θέματα ανάλυσης της αγοράς και συμπεριφοράς. Εκείνος, όμως, ήταν αποφασισμένος να το τολμήσει. Iσως γι’ αυτό πριν από έξι μήνες έκατσε και έγραψε μια ανοικτή επιστολή απαριθμώντας όλους τους λόγους πίσω από την κίνησή του. Μέσα σε λίγη ώρα το ποστάρισμά του είχε πάνω από 50.000 «χτυπήματα» και κυριολεκτικά εκατοντάδες μηνύματα. «Σας ζητούσαν δουλειά;», τον ρωτάω. «Οι περισσότεροι», λέει γελώντας.
Τον συναντήσαμε στα γραφεία της εταιρείας στην Ερμού. Η Αθήνα είναι η τέταρτη πόλη στην οποία επεκτείνεται μετά το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και το Λος Aντζελες. Τέτοιο καιρό πριν ακριβώς δέκα χρόνια, είχε αφήσει τη δουλειά του σε μια διαφημιστική εταιρεία και στο σαλόνι του σπιτιού του έφτιαχνε την παρουσίαση για την ιδέα του.
Πήγε γρήγορα, ανέλπιστα καλά και πλέον έχει ένα εντυπωσιακό πελατολόγιο – από την Google, το Facebook, το BBC μέχρι μια εταιρεία επίπλων στο Αμστερνταμ. Πέρυσι «σήκωσε» για πρώτη φορά χρηματοδότηση ύψους 40 εκατ. ευρώ και στο πλαίσιο της ανάπτυξης που έχει οραματιστεί, άνοιξε τον περασμένο Σεπτέμβριο το ελληνικό γραφείο.
«Θέλω να κάνω εδώ ένα κέντρο τεχνολογίας και ανάπτυξης», εξηγεί. «Ο λόγος που ξεκίνησα να ψάχνω εκτός Λονδίνου δεν έχει να κάνει με το Brexit, αλλά πως εκεί πλέον ανταγωνίζεσαι με κολοσσούς για να βρεις καλά στελέχη». Γι’ αυτό και ο Σμιθ θεωρεί πως βρήκε στην Ελλάδα μια μοναδική ευκαιρία: «Υπάρχουν υποψήφιοι εδώ με απίστευτη μόρφωση. Ολοι μιλάνε αγγλικά και βέβαια τα νούμερα της ανεργίας παραμένουν υψηλά. Επίσης, ένα τεράστιο ποσοστό έχει φύγει στο εξωτερικό και πολλά από τα μηνύματα που λαμβάνουμε είναι από κόσμο που είναι έξω και θέλει να γυρίσει. Γιατί, κακά τα ψέματα, εάν κάποιος έχει εξασφαλισμένη εργασία, η χώρα σας δίνει μια απίστευτη ποιότητα ζωής. Και δεν είναι μόνο ο ήλιος», εξηγεί. «Είναι η κουλτούρα, ο τρόπος ζωής, οι άνθρωποι που είναι πιο φιλικοί και ανοιχτοί στο να σε βοηθήσουν και να σε εμπιστευθούν».
Μόνο όταν εξηγούσε στους επενδυτές της εταιρείας του όλες αυτές τις προοπτικές και τις ευκαιρίες που προσφέρει η Ελλάδα καταλάβαιναν την επιλογή του – τους κατανοεί, όμως, γιατί όπως παραδέχεται και εκείνος, εάν δεν είχε «εσωτερική πληροφόρηση» (την Ελληνίδα σύζυγό του) δεν θα ήταν εδώ σήμερα. Κοντά της έμαθε και αγάπησε την Ελλάδα, στη Νάξο παντρεύτηκαν το 2010 και έκτοτε με κάθε ευκαιρία έρχονταν για διακοπές.
Οταν αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί εδώ επαγγελματικά ακόμα και οι Ελληνες φίλοι του ήταν επιφυλακτικοί: «Θυμάμαι να με προειδοποιούν για τη φοβερή γραφειοκρατία που θα συναντήσω και όμως δεν αντιμετώπισα κάτι διαφορετικό από π.χ. τη Νέα Υόρκη όπου στήσαμε γραφεία έναν χρόνο νωρίτερα. Και εκεί είχαμε απίστευτη χαρτούρα. Το θέμα που αντιμετωπίσαμε εδώ ήταν πως όλα έπρεπε να μεταφραστούν και αυτό έπαιρνε χρόνο».
Τα νούμερα
Υπάρχει βέβαια κάτι που όντως θεωρεί τροχοπέδη σε όποιον θέλει να επενδύσει ή να στήσει εδώ την επιχείρησή του – και αυτό έχει να κάνει με το υψηλό κόστος του να προσλαμβάνεις κόσμο: «Είναι σχεδόν απαγορευτικό, ειδικά εάν στοχεύεις σε υψηλόβαθμα στελέχη και θέλεις να τους δώσεις έναν καλό μισθό, ή μπόνους. Το κόστος για τον εργοδότη εκτοξεύεται». Κάποια στιγμή έβαλε κάτω τα νούμερα με την ομάδα του και διαπίστωσε πως το κόστος για την εταιρεία είναι σχεδόν ίδιο είτε προσλάβει κάποιον στην Αθήνα ή στο Λονδίνο. «Ο εργαζόμενος βέβαια εδώ παίρνει πολύ μικρότερο μισθό. Ηταν δύσκολο να πείσω την ομάδα στο Λονδίνο πως αξίζει να χτίσουμε την ομάδα στην Ελλάδα και όχι κοντά στην υπόλοιπη εταιρεία».
Και δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημα με τη φορολογία που συνάντησε: «Στο αντικείμενό μας πολλές φορές χρειάζεται να δημιουργηθεί μια ομάδα για να δουλέψει αποκλειστικά και μόνο σε ένα συγκεκριμένο project – στην Ελλάδα καταλαβαίνω πως είναι πανάκριβο για κάποιον να ανοίξει βιβλία και να ξεκινήσει ως ελεύθερος επαγγελματίας. Μου λένε πως οι περισσότεροι καταλήγουν να δουλεύουν στη “μαύρη” εργασία». Για την εταιρεία του αυτό ήταν απαγορευτικό, οπότε κατέληξαν να στήνουν ομάδες εργασίας στην Τσεχία. Μια πόλη που έχει ελκυστικές λύσεις τόσο για τους εργοδότες αλλά και τους νέους που θέλουν να βρουν δουλειά έστω και προσωρινή.
«Η αλήθεια είναι πως δεν καταλαβαίνω τη λογική αυτής της υπερφορολόγησης – ουσιαστικά είναι σαν να σου λένε να φοροδιαφύγεις. Πιστεύω ο μόνος τρόπος να λυθούν αυτά τα θέματα είναι μια πιο δίκαιη φορολόγηση. Μέχρι τότε απλά θα συντηρείται μια κατάσταση η οποία είναι αδιέξοδη».
Στην Αθήνα, η ομάδα ξεκίνησε τον Σεπτέμβριo με τέσσερα άτομα, πριν από τρεις εβδομάδες προστέθηκαν ακόμη έξι. Και όπως σημειώνει: «Η αλήθεια είναι πως θα ήθελα να έχω προχωρήσει πιο γρήγορα στις προσλήψεις. Ο στόχος άλλωστε για το 2022 είναι να φτάσουμε τους 200 εργαζομένους. Δεν πάμε όσο γρήγορα θα θέλαμε, αλλά ελπίζω και πιστεύω πως θα τα καταφέρουμε»