Πότε εμφανίζεται ο ηθοποιός, πότε ο σκηνοθέτης. Μερικές φορές απαντάει ο άνθρωπος και κάποιες άλλες ο φίλος. Μέσα από μια ιδιαίτερη συνέντευξη η Μία Κόλλια μας παρουσίαζει τα πολλά πρόσωπα του Γιώργου Νανούρη που φωτογραφήθηκε αποκλειστικά για το Andro με γιορτινή, Black Tie ενδυμασία, στο φακό του Νίκου Καρανικόλα.
Ο ηθοποιός Γιώργος είναι συγκινητικός. Ο σκηνοθέτης Γιώργος είναι συγκλονιστικός και ευφάνταστος χρησιμοποιώντας τα πιο απλά μέσα, με μια αίσθηση γεωμετρίας και καθαρής αισθητικής που σε αφοπλίζει. Ο άνθρωπος Γιώργος είναι ακέραιος, πολύπλευρος, πειθαρχημένος. Ο φίλος Γιώργος είναι παρών, γλυκός και δοτικός. Πάντα εκεί για όλους. Με σχέσεις ζωής και σχέσεις νέες που παίρνουν τον δικό τους δρόμο.
Της Μία Κόλλια (andro.gr)
Εχει αυτό το ακαθόριστο «κάτι» που σε έλκει όταν τον γνωρίσεις – είναι προσηνής και ανοιχτός αλλά και κάπως… μυστηριώδης, γεγονός που σε κάνει να θέλεις να μάθεις κι άλλα. Που δεν θα τελειώσουν γρήγορα.
– Και το παιδί Γιώργος, πώς ήταν;
Ως παιδί έκανα παρέα πάντα με μεγαλύτερους. Θυμάμαι ότι στα επτά μου είχα μία φίλη φοιτήτρια… Δεν μπορώ να πω πάντως ότι θυμάμαι και πολλά από την παιδική μου ηλικία. Μεγάλωσα στην Ανω Κυψέλη σε μια φυσιολογική οικογένεια για την οποία δεν θέλω να μιλάω. Το γεγονός ότι εγώ εκτίθεμαι, δεν μου δίνει το δικαίωμα να μιλώ για εκείνους χωρίς την άδεια τους. Επίσης, αφού είμαι καλλιτέχνης, μου αρέσει ο κόσμος να μην ξέρει τα πάντα για μένα και να παραμένει ένας ανεπηρέαστος θεατής.
– Το μικρό παιδί ήθελε να γίνει καλλιτέχνης;
Η μητέρα μου μού λέει πως από τα 4 μου χρόνια είχα επιλέξει αυτό το επάγγελμα, μία ανάμνηση την οποία δεν μπορώ να ανακαλέσω. Θυμάμαι πάντως ότι μερικές φορές δεν μπορούσα να ξεχωρίσω τι είναι αληθινό και τι ψεύτικο. Είχα παρακολουθήσει μία παιδική παράσταση «Ο πρίγκιπας και το αηδόνι» στην πλατεία Αμερικής και είχα ενθουσιαστεί. Τα καμαρίνια ήταν ακριβώς πίσω από τη σκηνή και φεύγοντας από το θέατρο, μέσα από την ανοιχτή πόρτα είδα τους ηθοποιούς να κάθονται μπροστά από τους καθρέφτες τους και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ποια είναι η πραγματική ζωή τους και ποιο το θέατρο. Δύο κόσμοι με έναν τοίχο στη μέση – με γοήτευσε πολύ. Πάντως ήμουν ένας πολύ καλός μαθητής, συμμετείχα στη χορωδία του σχολείου μου και σε άλλες δράσεις. Μεγάλωσα σε ένα αυστηρό περιβάλλον με πειθαρχία που σήμερα αναγνωρίζω ότι είναι ένα από τα πιο απαραίτητα συστατικά της δουλειάς μου.
Στην τρίτη λυκείου ο Νανούρης ήθελε να δώσει για τη δραματική σχολή, είχε πολύ καλούς βαθμούς όμως η οικογένεια του ήταν αντίθετη. Έδωσε στο Υπουργείο Πολιτισμού και δεν πέρασε όμως προσπάθησε ξανά και τη δεύτερη χρονιά μπήκε στη Δραματική Σχολή Ωδείου Αθηνών. Έχοντας ενοχές που δεν πήγε στο Πανεπιστήμιο, συνέχισε τις σπουδές του στο τμήμα Θεατρικών σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και τις ολοκλήρωσε με ένα σεμινάριο ψηφιακού σινεμά – Digital Film Making και Film Acting στο NYFA στη Νέα Υόρκη. Με την ταινία του «Το γαλάζιο φόρεμα» συνειδητοποίησε ότι είχε πολλές ελλείψεις. Στη Νέα Υόρκη έμεινε 4 μήνες και κάνοντας τα σεμινάρια είδε τον κόσμο του ψηφιακού σινεμά που δεν γνώριζε ότι υπήρχε και κατάλαβε ότι τον ενδιέφερε περισσότερο. Στη Νέα Υόρκη ήταν δύσκολα και κουραστικά καθώς είχε πολλές ώρες μάθημα και γυρίσματα όμως ήταν πολύ ενδιαφέρον. «Πήγα με εισιτήριο επιστροφής, για μένα είναι αδιανόητο να πας να κάνεις καριέρα στην Αμερική.»
– Πώς πέρασες από την ηθοποιία στη σκηνοθεσία που σου πάει τόσο πολύ;
Το ένιωσα σε μία παράσταση, που δεν μπορώ να σου αποκαλύψω. Εκείνη την περίοδο δίδασκα σε μία σχολή -και ακόμα διδάσκω κατά καιρούς σε διάφορες σχολές- όταν κάποιοι απόφοιτοι μου ζήτησαν να τους σκηνοθετήσω μία παράσταση. Αποφασίσαμε λοιπόν να ανεβάσουμε ένα έργο βασισμένο σε κάποια αποκόμματα εφημερίδων που μάζευα. Επρόκειτο για αληθινές ιστορίες μεταναστών που εμένα μου έμοιαζαν σαν μονόλογοι. Υπήρχε ένας χώρος, το γνωστό Τώρα Κ44, που τότε ήταν απλά ένα γκαράζ και χωρούσε περίπου 30 άτομα: εκεί πραγματοποιήσαμε την παράσταση χωρίς παραγωγή, θέρμανση και φώτα. Έτσι «εμπνευστήκαμε» τους φακούς, από ανάγκη. Και έτσι γεννήθηκε το «Εδώ» που παίχτηκε για δύο χρόνια -εκτάκτως το πήρε το Φεστιβάλ Αθηνών για να το εντάξει στο πρόγραμμά του- και ενώ είχαμε 35 καρέκλες, ερχόντουσαν 150 άτομα που στέκονταν όρθια. Αυτή ήταν η πρώτη μου σκηνοθεσία, το 2008. Αυτό ήταν και το έναυσμα για να ξεκινήσει αυτή η πορεία για μένα.
– Τι έχεις στον νου σου όταν σκηνοθετείς; Έχεις την εικόνα του έργου από πριν;
Όλες οι παραστάσεις σου είναι, αισθητικά, απολύτως δομημένες με αυστηρότητα αλλά και συναίσθημα. Είναι όλα πολύ μελετημένα, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Σχεδόν ό,τι έχω σκηνοθετήσει είναι διασκευές πάνω σε κείμενα και όχι θεατρικά έργα. Το θεατρικό έργο κινείται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, ενώ το κείμενο έχει μία ελευθερία που δεν σε οριοθετεί. Ελλοχεύει όμως η δυσκολία τού «άγραφου» – και τώρα, τι κάνεις; Καλούμαι λοιπόν να διασκευάσω το κείμενο – αυτή είναι και η πιο μοναχική διαδικασία – και κατά τη διάρκεια αρχίζω να το δουλεύω στο μυαλό μου. Όταν έχει τελειώσει η διασκευή, έχω ολοκληρώσει την εικόνα τού πώς πρέπει να γίνει η παράσταση, επομένως έχω κάνει ήδη τη μισή δουλειά. Δεν βασίζομαι όμως στο αισθητικό κομμάτι αλλά στο κείμενο και στον ηθοποιό. Όλα γίνονται για να υποστηριχθεί το κείμενο και η ερμηνεία.
– Ο Γούντι Άλεν είχε πει ότι τίποτα στις ταινίες του δεν είναι τυχαίο. Ακόμα και το πιο «τυχαίο» πλάνο του είναι στημένο. Αυτό δεν αφαιρεί από τον αυθορμητισμό;
Όχι. Στις πρόβες ψάχνουμε το πώς ακριβώς θα γίνουν πολλά πράγματα και το «αυθόρμητο» που θα γεννηθεί μία μέρα θα πρέπει να καταγραφεί σαφώς ώστε να επαναληφθεί και την επόμενη φορά. Όταν το αναπαράξεις, δεν είναι αυθόρμητο πια, όμως ο θεατής πρέπει να νιώσει αυτό που ένιωσες και εσύ εκείνη τη στιγμή της πρόβας.
– Όταν είσαι στην άλλη πλευρά, του ηθοποιού, αυτό-σκηνοθετείσαι;
Όχι. Σαν ηθοποιός έχω ανάγκη να μου δώσει ο άλλος ακριβείς οδηγίες για το πώς θα κινηθώ πάνω στη σκηνή. Ακριβώς επειδή είμαι και σκηνοθέτης, έχω μάθει να σέβομαι τον άνθρωπο που με σκηνοθετεί – βέβαια αν υπάρχει η ανάγκη να πω τη γνώμη μου και μου ζητηθεί, ναι, θα την πω.
– Προτιμάς να δουλεύεις με σκηνοθέτες/ηθοποιούς που είναι φίλοι σου;
Έχω γίνει φίλος σχεδόν με όλους όσους έχω συνεργαστεί και αυτό προφανώς σημαίνει κάτι. Όμως στη δουλειά πρέπει ο καθένας να έχει τον ρόλο του, αυστηρά και απαρέγκλιτα. Είμαστε όλοι επαγγελματίες. Δουλεύω με εκείνον που θεωρώ ότι ταιριάζει στην εκάστοτε δουλειά ανεξάρτητα με το αν είναι φίλος μου ή όχι.
– Κάνεις πολλά πράγματα ταυτόχρονα – πώς διαχειρίζεσαι αυτή τη διάσπαση;
Δύο πράγματα ισχύουν σε αυτή τη περίπτωση. Το ένα είναι ότι έχω μάθει, μετά από πολύ καιρό βέβαια, όταν είμαι σε μια δουλειά να μην σκέφτομαι την άλλη. Κάτι που πια γίνεται αυτόματα, είναι ένας απαραίτητος μηχανισμός άμυνας. Το δεύτερο είναι ότι υπάρχει μία σύγχυση όσον με αφορά – μοιάζει, δηλαδή, να κάνω πολλά περισσότερα από όσα κάνω στην πραγματικότητα, απλώς και μόνο διότι κάποιες παραστάσεις επαναλαμβάνονται.
– Και τώρα, μαγευτικά παραμύθια στο Μέγαρο…
Αυτό το οραματίστηκα το καλοκαίρι – όμως γενικά μου αρέσει πολύ οι παραστάσεις μου να έχουν κάτι από παραμύθι. Και καθώς τα Χριστούγεννα δεν στολίζω, σκέφτηκα ότι θα είναι ωραία να τα περάσω έτσι!
– Τι είναι αυτό που μπορεί να σε οδηγήσει σε θλίψη;
Τίποτα πρακτικό δεν με τρομάζει και δεν με τρόμαξε ποτέ – τα πρακτικά θέματα είναι μαθηματικά. Αυτό που δεν μπορείς να προβλέψεις είναι το αν θα πάει καλά η παράστασή σου. Το αν θα αρέσει στο κοινό δεν μπορείς να το ξέρεις, όπως επίσης δεν ξέρεις αν θα σου τύχει ο μεγάλος έρωτας στη ζωή σου. Είμαι ένας άνθρωπος με πρόγραμμα και πειθαρχία και θα βρω τρόπο να λύσω ό,τι μου προκύψει. Αν κάτι όμως δεν το ορίζω, τότε μπορεί να με καταβάλλει.
– Εχεις συνεργαστεί με μεγάλες κυρίες της ελληνικής καλλιτεχνικής σκηνής. Χαρούλα, Μαρινέλλα, Ρούλα Πατεράκη τώρα. Θα μου πεις δύο λόγια για την καθεμιά;
Αυτές οι εμπειρίες είναι και τύχη και είναι αναρίθμητα τα όσα έχω πάρει. Η Χαρούλα Αλεξίου, λοιπόν, είναι τελείως διαφορετική από αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Φανταζόμαστε τον μύθο της φωνής της Ελλάδας και από κοντά γνωρίζεις έναν ζεστό άνθρωπο με αστείρευτο χιούμορ που έχει αποποιηθεί τον τίτλο του μύθου. Η Μαρινέλλα είναι ένας φωτεινός άνθρωπος, η καλύτερη ψυχή, εξωστρεφής και με μια δύναμη που στη μεταδίδει άμεσα. Σε όποια κατάσταση και αν είσαι απέναντί της, μετά το πρώτο λεπτό, τα έχεις ξεχάσει όλα. Η Ρούλα Πατεράκη είναι η πιο ιδιαίτερη προσωπικότητα που έχω γνωρίσει – είναι ασύλληπτο το πόσους εαυτούς νιώθεις πως έχει.
– Τι σε έχει δυσκολέψει στη συνεργασία σου με αυτές τις γυναίκες;
Τίποτα πάντως από όσα είχα στο μυαλό μου – εκείνες με έκαναν να τα απορρίψω. Σίγουρα παίζει ρόλο το ότι εγώ δεν είμαι καθόλου ανταγωνιστικός, οπότε νιώθουν ασφαλείς μαζί μου. Νομίζω ότι οι γυναίκες είναι πιο ανταγωνιστικές μεταξύ τους. Επίσης, διαισθάνονται ότι επιδιώκω το καλύτερο για εκείνες και γι’ αυτό νομίζω ότι αφήνονται. Ο Γιώργος Νανούρης ποζάρει στον φακό του Νίκου Καρανικόλα, στο στολισμένο Κολωνάκι.
– Πως προέκυψε η συνεργασία σας με τη Ρούλα;
Επικοινώνησε μαζί μου η Ιόλη Ανδρεάδη, η σκηνοθέτης. Μου άρεσε πολύ το κείμενο, το οποίο είναι πολύ ειδικό για το θέατρο, και επίσης με ενδιέφερε πολύ η συνάντηση με τη Ρούλα, γιατί εμένα πλέον αυτό που με γοητεύει πιο πολύ είναι οι συναντήσεις με σπουδαίους ηθοποιούς.
– Τι πραγματεύεται η παράσταση «Ένας άνθρωπος επιστρέφει στην πατρίδα του πιστεύοντας ότι θα τον σκοτώσουν και τον σκοτώνουν»;
Είναι η αληθινή ιστορία του Αγίου Θωμά της Αγγλίας. Ηταν ένας πρώην καγκελάριος, που είχε αυτό-εξοριστεί στη Γαλλία και αποφασίζει να επιστρέψει στη χώρα του. Έχοντας όμως μεγάλη επιρροή στον λαό, ανακινεί ζήλεια και μίσος, τον σκοτώνουν και με τον θάνατό του αγιοποιείται. Το έργο έχει να κάνει με την εξουσία, μιλάει για μία περίοδο κρίσης, όταν οι άνθρωποι πια δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και επειδή τους έχει εγκαταλείψει η πολιτεία, περιμένουν τα πάντα από τον Θεό. Μιλάει για την αγάπη, για το πώς μίλησε ο Χριστός για την αγάπη και ποια αγάπη είναι αυτή – είναι μια χριστιανική ή μια υπερβατική αγάπη;
– Πιστεύεις;
Όχι ιδιαιτέρως, γιατί πέρασα από μία περίοδο πολλών ετών που πίστευα πάρα πολύ και μετά άρχισα να τα φιλτράρω και να βρίσκω το ενδιάμεσο.
– Εσύ πώς νιώθεις στη σημερινή κατάσταση της δικής μας κρίσης; Οργίζεσαι;
Φυσικά, όπως όλοι μας. Περνάς από όλα τα στάδια: του πείσματος, της στεναχώριας και της παραίτησης. Σε αυτή τη συνθήκη που έχει δημιουργηθεί, πρέπει όμως να βρεις τον τρόπο για να επιβιώσεις.
– Πώς κρατάς αυτή τη μαγική ισορροπία τού πόσο δημοφιλής έχεις αρχίσει να γίνεσαι με το πόσο μη δημοφιλώς συμπεριφέρεσαι σαν άνθρωπος στη ζωή σου;
Εμένα η φήμη μού ήρθε σε σχετικά μεγάλη ηλικία. Σαφώς, η διαχείρισή της έχει να κάνει με το μυαλό, οπότε όσο πιο ώριμος είσαι, τόσο καλύτερα. Επίσης έχω δουλέψει πολύ, έχω φάει πολλά στραπάτσα, είμαι πειθαρχημένος και λογικός και ό,τι κάνω γύρω από τη δημοσιότητα το κάνω για τη δουλειά μου. Μ’ αρέσει να δίνω συνεντεύξεις, για παράδειγμα, φυσικά και με ευχαριστεί, αλλά έχω την επίγνωση ότι δεν θα διαρκέσει για πάντα.
Ο Γιώργος Νανούρης πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ένας άνθρωπος επιστρέφει στην πατρίδα του πιστεύοντας ότι θα τον σκοτώσουν και τον σκοτώνουν», Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, Υπόγειο και διασκευάζει, σκηνοθετεί και συμμετέχει στην παράσταση «Τα παραμύθια του Χ.Κ. Αντερσεν» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.