“Με το Keros Project αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού”. Είναι δυνατόν να υπάρχει τέτοια τεχνολογία και τέτοιος πολιτισμός χίλια χρόνια πριν από τις Μυκήνες; Η απάντηση έρχεται από τον Βρετανό αρχαιολόγο Michael Bond, το δεξί χέρι του Sir Colin Renfrew τα τέσσερα τελευταία χρόνια στις ανασκαφές που έγιναν σε Κέρο και Δασκαλιό
Πριν από 4.500 χρόνια, ο κόσμος άρχισε να συρρικνώνεται. Νέα και προηγμένα θαλάσσια μέσα, πλοία ιστιοφόρα ή κωπήλατα, μονήρεις ή διήρεις διέσχιζαν με ταχύτητα το Αιγαίο. Οι εσχατιές του ορίζοντα έγιναν προσιτές χάρη στην πρόοδο των μεταφορών, η οποία μπορεί να συγκριθεί μόνο με το άλμα που επιτελέστηκε στην εποχή μας με τον σιδηρόδρομο και το αεροπλάνο. Στις Κυκλάδες άκμαζε ένας πολιτισμός που γνώριζε και εφάρμοζε αρκετές από τις θεμελιώδεις αρχές και τις αρμονίες της λογικής και του στοχασμού, από τις αρχές του εμπορίου έως τα μαθηματικά των κατασκευών.
Του Παύλου Παπαδόπουλου (Καθημερινή)
Τα ίχνη της νόησης που απλώνεται μέσα σε μια κοινότητα δεν είναι παρά οι δημιουργίες των ανθρώπων, τα εργαλεία, τα αγαθά, ο λόγος και η τέχνη, που ταξιδεύουν αιώνες μέσα στον χρόνο – σαν την ηχώ μιας παλιάς έξαρσης. Περνώντας από τη Νάξο, η οποία κατοικείται από την Παλαιολιθική εποχή, ένας ταξιδιώτης της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού δεν θα μπορούσε παρά να θαυμάσει ένα μεγάλο οικιστικό συγκρότημα χτισμένο σε κλίμακες, με κτίρια λιθόκτιστα και μαρμάρινα, με αποστραγγιστικούς αγωγούς και πολεοδομική χάραξη, που χτίστηκε από ανθρώπους που γνώριζαν σε βάθος τις επιστήμες. Όλα αυτά μας προκαλεί να σκεφτούμε η ανασκαφή στην Κέρο και στο Δασκαλειό, που βρίσκονται ανάμεσα στη Νάξο και στα Κουφονήσια. Πρόκειται για το περίφημο Cambridge Keros Project, που πραγματοποιήθηκε με συνδιευθυντές τον καθηγητή Αρχαιολογίας του Κέιμπριτζ, Sir Colin Renfrew, και τον στενό συνεργάτη του, αρχαιολόγο Michael Bond.
Στην εποχή μας έχει επικρατήσει η εντύπωση ότι γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι τα περισσότερα μυστήρια έχουν λυθεί από την επιστήμη και την έρευνα. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι η επιστημονική έρευνα –που εν μέρει πρόκειται για μια σχετικά πρόσφατη, μόλις λίγων αιώνων, αναβίωση της αρχαίας ελληνικής σκέψης– έχει φωτίσει μόνο ένα ελάχιστο κομμάτι από το σκότος του αγνώστου, σε όλους τους τομείς. Όσον αφορά το μεγάλο ερώτημα «ποιοι ήταν οι Έλληνες;», χάρη σε διάσημες σήμερα ανασκαφές και έρευνες, γνωρίζουμε αρκετά για την Κνωσό και τις Μυκήνες, έστω κι αν οι δύο αυτοί τόποι χάνονται μέσα στον μύθο. Ας αναλογιστούμε ότι η Κνωσός και κυρίως οι Μυκήνες αποτελούσαν τη μακρινή «αρχαία Ελλάδα» των αρχαίων Ελλήνων της κλασικής Αθήνας και των άλλων πόλεων-κρατών. Ποιος, όμως, θα μπορούσε να φανταστεί ότι χίλια χρόνια πριν από τον Αγαμέμνονα και τον Νέστορα, λίγους αιώνες πριν από την Κνωσό και τον μυθικό Μίνωα υπήρχε στις Κυκλάδες ένας εύρωστος ελληνικός πολιτισμός, που δεν είχε σχέση ούτε με την Κρήτη ούτε με τις Μυκήνες;
Λίθινα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι του Δασκαλειού.
Μεγάλα ερωτήματα, προσεκτικές απαντήσεις
Έχει σχέση αυτός ο πολιτισμός με τη θεωρία του Colin Renfrew, του σπουδαιότερου εν ζωή αρχαιολόγου, ότι η πρώτη γλώσσα, η λεγόμενη ινδοευρωπαϊκή, δεν αναπτύχθηκε στον Καύκασο, όπως είναι η επικρατούσα άποψη, αλλά στη σημερινή Μικρά Ασία και ενδεχομένως επεκτάθηκε στους τόπους του Αιγαίου σε εποχές που χάνονται στον χρόνο; Οι απαντήσεις που έδωσε σε αυτά τα ερωτήματα ο στενός συνεργάτης του καθηγητή και συνδιευθυντής του Keros Project, Michael Bond, όταν τον συναντήσαμε στην Αθήνα, είναι προσεκτικές και μετρημένες. Οι πιθανότητες για τέτοιου επιπέδου ανακαλύψεις είναι πάντα εκεί, ωστόσο ένας επιστήμονας στέκεται στα βήματα προόδου για τα οποία μπορεί να προσφέρει τεκμηριωμένα επιχειρήματα. Και τα βήματα αυτά δεν είναι ούτε λίγα ούτε ασήμαντα.
«Με το Keros Project αλλάζουμε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Ρίχνουμε φως στο τι συνέβη κατά την 3η χιλιετία προ Χριστού. Είδαμε ότι συνέβη κάτι που δεν πιστεύαμε ότι συνέβαινε. Χίλια χρόνια πριν από τις Μυκήνες, υπήρχε στο Αιγαίο ένας προηγμένος πολιτισμός. Με τη μελέτη του πολιτισμού αυτού συμπληρώνουμε την εικόνα για το πώς διαμορφώθηκε ο πολιτισμός στην Ελλάδα».
Πριν από 4.500 χρόνια, την περίοδο 2750-2300 π.Χ., το Δασκαλειό και ο Κάβος της Κέρου σχημάτιζαν μια ενιαία έκταση, γιατί η στάθμη της θάλασσας βρισκόταν πιο χαμηλά από ό,τι σήμερα. Πάνω στον πυραμιδωτό Κάβο ήταν χτισμένο ένα προσκύνημα, δηλαδή ένα ιερό με τείχη και κλίμακες από ναξιώτικο μάρμαρο που έφταναν έως τη θάλασσα. Στο Δασκαλειό υπήρχε μια εγκατάσταση από εργαστήρια μεταλλουργών. Μιλάμε για μια πολιτεία και έναν πολιτισμό που είχε ακολουθήσει μια πορεία εξέλιξης και άκμαζε 2.000 χρόνια πριν από τον Σωκράτη, τον Περικλή, τον Πλάτωνα και τον Σοφοκλή. Ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι;
Ο Michael Bond μάς υπενθυμίζει ότι ο καθηγητής Colin Renfrew εργάζεται επί πενήντα χρόνια έχοντας κυρίαρχο στο μυαλό του το παραπάνω ερώτημα, το οποίο προσπαθεί να απαντήσει με ανασκαφές στην Κέρο, αλλά και σε διάφορες άλλες περιοχές της Ελλάδας. Κι έχει συγκεντρώσει ολοένα και περισσότερες αποδείξεις για το επίπεδο εξέλιξης και τη συνθετότητα αυτής της κοινωνίας, που ήδη από τα χρόνια της κλασικής Αθήνας χανόταν στα όρια του μύθου και της φαντασίας.
«Οι άνθρωποι εκείνου του πολιτισμού ανέδειξαν την Κέρο ως ιερό για το σύνολο των Κυκλάδων. Στην Κέρο γινόταν μια μεγάλη τελετή, αυτό που αποκαλούμε “επίκληση”. Ο θεμελιώδης “μηχανισμός” της επίκλησης ήταν η ιδέα ότι τα τεμάχια ενός αντικειμένου φέρουν την ψυχή του αντικειμένου, του συνολικού αντικειμένου, του όλου. Στο πλαίσιο της τελετής αυτής άνθρωποι από όλες τις Κυκλάδες έσπαγαν μια πήλινη κατασκευή ή ένα άγαλμα. Άφηναν στην Κέρο ένα θραύσμα και μοίραζαν μεταξύ τους τα υπόλοιπα θραύσματα, τα οποία έπαιρναν μαζί τους ο καθένας στους τόπους όπου επέστρεφαν. Με αυτόν τον τρόπο συμμετείχαν στην τελετουργία για την εμπέδωση μιας ενότητας ανάμεσα σε ανθρώπους που ζούσαν σε εστίες μακρινές. Θεμελίωναν τις νοητές συνδέσεις μιας κοινής ταυτότητας». Η Κέρος ήταν ο βωμός ενότητας και πίστης των ανθρώπων της ευρύτερης περιοχής των Κυκλάδων. Η πίστη εστιαζόταν στις δυνάμεις της φύσης και στις πρωτογενείς μορφές, τον ήλιο, τον άνεμο, τα θαλάσσια κύματα, τη θηλυκή μορφή, που ακόμα δεν είχαν πάρει τη μορφή του ελληνικού πανθέου.
Όπως εξηγεί , κάτω από τον βωμό της Κέρου, στο Δασκαλειό, στα εργαστήρια μετάλλου ειδικευμένοι τεχνίτες συγκροτούσαν μια κοινότητα δημιουργών και καταπιάνονταν με περίτεχνες κατασκευές. Κι όλα αυτά μακριά από τους τόπους του σιδήρου και του χαλκού, τη Σέριφο, την Κύθνο και τη Σίφνο. Οι πρώτες ύλες έφταναν έως την Κέρο με πλοιάρια, προδίδοντας ένα εκτεταμένο εμπορικό δίκτυο και αξιοσημείωτες ικανότητες ναυσιπλοΐας. Η τελετή ήταν ο καταλύτης για τη συνάντηση των ανθρώπων, για την εμπέδωση της ιδέας μιας κοινότητας με ενιαία ταυτότητα. Άλλωστε αυτό δεν είναι το νόημα και ο ρόλος των τελετών μέχρι σήμερα – τελετών θρησκευτικών, πολιτικών ή αθλητικών;
Από τις Μυκήνες στο Στόουνχετζ
Ο 49χρονος Michael Bond γεννήθηκε στη Γλασκώβη, πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στην Αγγλία, σπούδασε στη Γλασκώβη και στο Εδιμβούργο και έζησε στην Αθήνα από το 1993 έως το 2005, όταν εργαζόταν στο British School at Athens. Στη συνέχεια έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ και την τελευταία δεκαετία μετακινήθηκε στο Κέιμπριτζ, όπου απέκτησε, όπως λέει, το μεγάλο προνόμιο να συνεργάζεται με τον καθηγητή Sir Colin Renfrew στην Κέρο, «σε ένα από τα πιο σημαντικά πεδία αρχαιολογικής έρευνας στον κόσμο».
Πέρα από το Keros Project, έχει ασχοληθεί με την έρευνα για τις Μυκήνες και μόλις πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο «From Stonehenge to Mycenae: The Challenges of Archaeological Interpretation» («Από το Στόουνζετζ στις Μυκήνες: Οι προκλήσεις της αρχαιολογικής ερμηνείας», εκδ. Bloomsbury), που συνέγραψε με τον καθηγητή Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, Τζον Μπάρετ. Μήπως οι συγγραφείς υπονοούν ότι υπήρχε κάποιου είδους επικοινωνία, ένας κοινός κώδικας ανάμεσα στους ανθρώπους που έχτισαν αυτά τα μεγαλιθικά μνημεία στην Ελλάδα και στην Αγγλία; Ο Bond είναι κι εδώ πολύ προσεκτικός στην απάντησή του, καθώς αντιστέκεται με επιτυχία στα άλματα αρχαιολογικού ενθουσιασμού στα οποία επιχειρεί να τον παρασύρει ένας ευφάνταστος δημοσιογράφος.
«Εκείνο που εξετάζουμε στο βιβλίο αυτό είναι οι αλλαγές που συνέβαιναν στις κοινωνίες κατά την 3η χιλιετία π.Χ., τόσο στην Αγγλία όσο και στην Ελλάδα. Δεν εξετάζουμε αν υπήρχε κάποια σχέση ανάμεσα στα δύο μνημεία, αλλά εστιάζουμε στο γεγονός ότι εκείνη την εποχή πραγματοποιήθηκε η γέννηση της σύγχρονης κοινωνίας. Αυτό συνέβη γιατί άλλαξαν τα μέσα μεταφοράς και κατ’ επέκταση τα μέσα επικοινωνίας των ανθρώπων. Εμφανίστηκαν τεχνολογίες στις μεταφορές που επέτρεπαν την ταχύτερη και πυκνότερη επικοινωνία ανάμεσα σε τόπους που έως τότε δεν είχαν καμία επαφή. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να μην πούμε ότι η επικοινωνία είναι η αιτία του ότι εμφανίστηκαν παντού μεγάλιθοι, γιατί δεν έχουμε τις απαιτούμενες αποδείξεις».
Ο βρετανός αρχαιολόγος δεν ισχυρίζεται ότι υπήρχε επαφή ανάμεσα στους δύο τόσο μακρινούς τόπους, τις Μυκήνες και το Στόουνχετζ, που βρίσκεται κοντά στο σημερινό Σόλσμπερι στη νότια Αγγλία, αλλά εμείς, που δεν είμαστε αρχαιολόγοι, δεσμευμένοι από την τήρηση επιστημονικών αρχών, μπορούμε, αν θέλουμε, να τη φανταστούμε. Ναι, δεν έχουν ανακαλυφθεί οι απαραίτητες αποδείξεις για κάτι τέτοιο, ωστόσο η σχεδόν ταυτόχρονη εξάπλωση της μεγαλιθικής αρχιτεκτονικής σε όλη την Ευρώπη υποδεικνύει ενδεχομένως την ύπαρξη αλληλεπιδράσεων μέσα από τους πρώιμους εμπορικούς δρόμους που άνοιξαν οι νέες τεχνολογίες στις μεταφορές. Κατά συνέπεια, αν η «μόδα» της μεγαλιθικής αρχιτεκτονικής δεν εξαπλώθηκε τυχαία στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο, τότε οι αποδείξεις που οι ενθουσιώδεις ερασιτέχνες αρχαιολόγοι επιζητούμε μπορεί να ανακαλυφθούν στο μέλλον από τους έγκριτους επιστήμονες.
«Μέλλον» ήταν άλλωστε για τους ανθρώπους του 1800 και του 1900 οι ανακαλύψεις στην Κέρο των τελευταίων πενήντα ετών, που αλλάζουν τις θεμελιωμένες αντιλήψεις για τον ελληνικό πολιτισμό – που και αυτές ήταν αμφισβητούμενες, μέχρι που εδραιώθηκαν χάρη στις ανασκαφές στις Μυκήνες, στην Κνωσό, αλλά και στην Τροία. Περιττό είναι, βέβαια, να τονίσουμε τη συντριπτική δύναμη του χρόνου, που μπόρεσε να αφανίσει και να μην αφήσει σήμερα παρά μόνο ελάχιστα θραύσματα από μια τέτοια πολιτισμική έξαρση. Μεταλλικές κατασκευές, μαρμάρινα τείχη, ιερά και τελετές στην Κέρο, όλα εξαφανίστηκαν. Μόνο το πνεύμα δεν φθείρεται από τον χρόνο, και έτσι το πνεύμα εκείνης της μακρινής εποχής, αυτό που θα ονομάζαμε «φως της επιστημονικής σκέψης», καθώς διέσχισε τους αιώνες, άλλοτε κρυμμένο και άλλοτε κραταιό, έφτασε ξανά στην Κέρο μέσω Κέιμπριτζ, για να φωτίσει τα μυστικά και τα μυστήρια ενός από τους τόπους όπου πρώτα εκδηλώθηκε: του Αιγαίου της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.