Φεστιβάλ Νάξου και η Μαρία Φαραντούρη έρχεται Νάξο (19/08) … Στο αθλοθέατρο Φιλωτίου σε μία μοναδική παράσταση αφιερωμένη στον Ιάκωβο Καμπανέλλη… Τι αναφέρει στην Καθημερινή για τον Καμπανέλλη
Με επίκεντρο τον Πύργο Μπαζαίου το Φεστιβάλ Νάξου φέτος συμπράττει με τον Δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων στον εορτασμό για το «Ετος Ιάκωβου Καμπανέλλη» με πρωτότυπες παραγωγές στο νησί, γενέθλιο τόπο του συγγραφέα. Μία από τις πολύ σημαντικές εκδηλώσεις είναι αυτή που θα πραγματοποιηθεί στις 19 Αυγούστου στο Αμφιθέατρο Ι. Ψαρράς στο χωριό Φιλώτι της Νάξου.
Εκεί η Μαρία Φαραντούρη, που δεν χρειάζεται περαιτέρω συστάσεις, θα ερμηνεύσει έργα του Ιάκωβου Καμπανέλλη που έχουν μελοποιηθεί από τους μεγάλους συνθέτες Μ. Θεοδωράκη, Στ. Ξαρχάκο, Μ. Χατζιδάκι.
Κεντρική θέση έχει το εμβληματικό έργο του Καμπανέλλη «Μαουτχάουζεν». Μαζί της ο ερμηνευτής Βασίλης Γισδάκης και εξαμελές μουσικό σχήμα. Η «Κ» συνομίλησε ηλεκτρονικά μαζί της, παρά τον τεράστιο φόρτο παραστάσεων της ερμηνεύτριας αυτό το καλοκαίρι.
– Τι συμβολίζει για εσάς ο Καμπανέλλης;
– Με το άκουσμα του ονόματος Καμπανέλλης ανακαλώ το προσωπικό μου βίωμα, την πρώτη μου δηλαδή συνάντηση μαζί του στο σπίτι του Μίκη Θεοδωράκη το 1964, τότε που μας παρουσίασε για πρώτη φορά ο Μίκης την μπαλάντα του «Μαουτχάουζεν». Θυμάμαι την εικόνα του Ιάκωβου Καμπανέλλη να στέκεται ακουμπώντας στο πιάνο να βουρκώνει από συγκίνηση ακούγοντας τον Μίκη να τραγουδάει τα ποιήματά του. Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης ήταν ευαίσθητος και σεμνός άνθρωπος, αλλά κυρίως σημαντικός θεατρικός συγγραφέας και ποιητής. Η παρουσία του αλλά και η προσφορά του ήταν τεράστια στον θεατρικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό μας χώρο.
– Είστε η φωνή των μεγάλων δημιουργών. Εβλεπαν σε εσάς τη φωνή τους. Σας φόβισε ποτέ αυτό το βάρος; Το συνειδητοποιήσατε εξαρχής ή σας πήρε καιρό;
– Σίγουρα, την αναγνώριση της φωνής μου από τους μεγάλους Ελληνες και ξένους δημιουργούς δεν την αισθάνθηκα ποτέ ως βάρος, αλλά αντίθετα ως δύναμη και ως ευθύνη. Ημουν από τη φύση μου συνεσταλμένη αλλά η φωνή μου και το συναίσθημα που έβγαινε από αυτήν μού έδινε πάντα αυτοπεποίθηση. Το καλοκαίρι του 1964, όταν πρωτάκουσε ο Μίκης τη φωνή μου και μου είπε ότι γεννήθηκα για τα τραγούδια του, θυμάμαι ότι με τη μητέρα μου είχαμε ταξιδέψει στο νησί όπου γεννήθηκε, τα Κύθηρα, και σε μία επίσκεψή μας στο μοναστήρι της Αγ. Μόνης, ψηλά στο βουνό, κοιτάζοντας την ανοιχτή θάλασσα μπροστά μου, σκέφτηκα πως έτσι θα είναι η ζωή μου μέσα από το τραγούδι, δηλαδή ένα ταξίδι με ανοιχτούς ορίζοντες.
– Ζούμε την επανάληψη ζοφερών στιγμών, χωρίς όμως τους μεγάλους συνθέτες. Αισθάνεστε μόνη ή παρακολουθείτε τη δράση νέων δημιουργών;
– Οσο υπάρχει ζωή και δημιουργία, δεν υπάρχει μοναξιά, γιατί η τέχνη πάντα βρίσκει τον τρόπο να ανθίζει ακόμα και μέσα από τις χαραμάδες. Αν όμως κάτι έχει αλλάξει από το παρελθόν, είναι ότι ο κόσμος δεν φαίνεται πια να αναζητάει τα μεγάλα μεγέθη, τους μεγάλους δημιουργούς. Ομως, θέλω να ελπίζω ότι είναι κάτι προσωρινό, γιατί στις συναυλίες μου εισπράττω το ακριβώς αντίθετο. Τραγουδώντας το «Canto Générale» στο Ηρώδειο στις αρχές Ιουλίου, είδα ένα γεμάτο θέατρο με νέους ανθρώπους να τραγουδούν και να αγαπούν ένα τόσο μεγάλο και δύσκολο έργο. Παρακολουθώ τους νέους καλλιτέχνες με ενδιαφέρον. Εχουν αλλάξει φυσικά τα πράγματα σήμερα. Σήμερα, δεν υπάρχουν δίσκοι, ούτε καν cd. Επικρατεί το Διαδίκτυο. Ευτυχώς όμως που υπάρχουν ζωντανές συναυλίες.
– Οσες φορές συνομιλήσαμε έγινε και σε μένα αντιληπτό το πλήθος των παραστάσεων και με διαφορετικούς δημιουργούς που είχατε αυτόν τον καιρό. Αισθανθήκατε ποτέ κουρασμένη; Οτι χάσατε το νόημα της τέχνης σας;
– Αν είμαι κουρασμένη; Ναι, είμαι, αλλά εκτός σκηνής. Πάνω στη σκηνή βρίσκω πάντα τη δύναμη και το νόημα της τέχνης μου. Είναι τέτοια η αξία και το βάρος των συνθετών που ερμήνευσα, του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι, αλλά και νεότερης γενιάς συνθετών, όπως των Μάνου Λοΐζου, Ελένης Καραΐνδρου, Λένας Πλάτωνος, Μιχάλη Γρηγορίου, Νίκου Κηπουργού, που η μουσική και τα τραγούδια τους μένουν στον χρόνο. Το έργο τους είναι κλασικό πλέον, διαπερνά την εποχή τους και ανακαλύπτεται και από τις νεότερες γενιές.
– Περάσατε δυσκολίες στην πρώιμη κιόλας παιδική σας ηλικία. Πώς μεταφράστηκε αυτό στη ζωή σας;
– Η αγάπη μου για το τραγούδι ξεπερνούσε κάθε δυσκολία. Θυμάμαι, μικρή, βρέθηκα στην απομόνωση νοσοκομείου όπου τραγουδούσα μόνη μου ξεπερνώντας τους φόβους μου. Ετσι συνέχισα μεγαλώνοντας. Είχε ένα νόημα η ζωή μου. Μετά, προστέθηκε και ο γιος μου, ο Στέφανος, μουσικός σήμερα και αυτός. Ημουν και εξακολουθώ να είμαι ένας γήινα αισιόδοξος άνθρωπος.
– Με αφορμή το «Μαουτχάουζεν» του Καμπανέλλη, και όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία από τους Ρώσους, πιστεύετε ότι είμαστε καταδικασμένοι στο να επαναλαμβάνεται η Ιστορία; Είστε άνθρωπος που ελπίζει;
– Ασφαλώς και ελπίζω. Πιστεύω σε έναν καλύτερο κόσμο, χωρίς πολέμους και αθώα θύματα. Ομως, είναι δύσκολο αυτό να συμβεί. Η Ιστορία αυτό μας διδάσκει. Σήμερα έχουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία. Φοβάμαι ότι ο ένας πόλεμος φέρνει τον άλλο και γι’ αυτό ο αγώνας μας υπέρ της ειρήνης δεν τελειώνει. Ομως, η ιστορία της ανθρωπότητας δεν είναι μόνο πόλεμος και βία αλλά και ιστορία της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς. Χωρίς αυτά η ανθρωπότητα δεν θα είχε αντέξει μέχρι σήμερα. Η ζωή χωρίς αξίες είναι στεγνή ζωή. Οσοι επέζησαν από το Ολοκαύτωμα του στρατοπέδου του Μαουτχάουζεν και των άλλων κολαστηρίων, πίστευαν σε αξίες ζωής. Είχαν μια άσβεστη φλογίτσα μέσα τους.
– Σήμερα έχετε απωθημένα; Τι σας ξεκουράζει; Ποιο είναι το μικρό σας καταφύγιο;
– Απωθημένα όχι, ποτέ δεν είχα. Με ξεκουράζουν οι παρέες μου, οι στενοί μου φίλοι, επίσης τα βιβλία, η μουσική πολλών ειδών. Υπάρχουν όμως και πολλά που θα ήθελα να κάνω, αλλά λόγω συνθηκών δεν έγιναν, όπως να τραγουδήσω και άλλους συνθέτες που αγάπησα και θαύμασα. Ισως τώρα να μου δοθεί η ευκαιρία.
Info παράστασης
ΑΚΟΥΣΕ ΤΗ ΦΩΝΗ ΜΟΥ ΚΙ ΈΛΑ
19/8 Παρ. | Ώρα 21.00 |Αμφιθέατρο Ι.Ψαρράς, Φιλότι | Είσοδος ελεύθερη
Θα ακούσουμε το εμβληματικό έργο Μαουτχάουζεν, τραγούδια από το “Μεγάλο μας Τσίρκο”, το “Παραμύθι χωρίς όνομα” τον ”Εχθρό Λαό”, καθώς και άλλα πολύ γνωστά τραγούδια.
Μαζί της ο εξαιρετικός ερμηνευτής Βασίλης Γισδάκης.
Συνοδεύει εξαμελές μουσικό σχήμα: Γιώργος Αναστασόπουλος-πιάνο Κώστας Ζαριδάκης-μπουζούκι/ηλεκτρική κιθάρα Γιάννης Τόλιος-μαντολίνο Αρετή Κόκκινου-κιθάρα Τεό Λαζάρου-μπάσο Γιώργος Κατσίκας-κρουστά.
Με πληροφορίες από τη σελίδα kathimerini.gr