Την δεκαετία του 80 και στις αρχές της δεκαετίας του 90, ο Περικλής Κοροβέσης πέρασε τα καλοκαίρια του στη Νάξο .. Ο θαυμασμός του για τον Νικηφόρο Μανδηλαρά
Ο Περικλής Κοροβέσης δεν ζει πια ανάμεσά μας.. Η είδηση του θανάτου του, ταξίδεψε γρήγορα σε όλο τον κόσμο… Ας είναι καλά το διαδίκτυο άλλωστε. Και όλοι έγραψαν έναν καλό λόγο.. .Είθισται να κάνουμε αγιογραφίες αυτές τις ημέρες για τα πρόσωπα που φεύγουν…
Ο Περικλής Κοροβέσης έχουμε την αίσθηση ότι δεν είχε αυτή την ανάγκη. Άνθρωπος που γνώριζε τι ήθελε και πώς να το διεκδικήσει. Το είχε δείξει έχοντας απέναντί του, τους βασανιστές της Χούντας και το διαβάσαμε μέσα από τους «Ανθρωποφύλακες» η πρώτη γραπτή μαρτυρία για όσα έγιναν στα «εκπαιδευτήρια της ΕΑΤ – ΕΣΑ και η οποία έφερε την Χούντα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο… Η έκφρασή του «Το σημαντικό είναι ότι στη Χούντα εγώ ήμουν ελεύθερος. Αυτοί που λένε ότι μας χρειάζεται μια Χούντα είναι τα πρόβατα της κοινωνίας που θέλουνε ένα μαντρί για να τα σφάξουνε. Γιατί αυτό κάνει η Χούντα, σφάζει». Θα μας ακολουθεί άλλωστε για πάντα…
Όπως θα μας ακολουθεί και η άλλη πλευρά του Κοροβέση. Αυτή του εραστή. Του ανθρώπου που λάτρευε να αγαπάει, να παθιάζεται στο κόκκινο…
Και μου (εδώ μπαίνει το προσωπικό στοιχείο) το θύμισε αυτό η φωνή της Έλλης Δρύλη, όταν μιλήσαμε χθες το μεσημέρι στο τηλέφωνο… «Μα καλά δεν θυμάσαι τον Περικλή; Τον είχες σερβίρει αρκετές φορές τα καλοκαίρια που έρχονταν στη Νάξο»… Τι να έλεγα; Οχι; Ναι τον θυμήθηκα. Προσπάθησα και τα κατάφερα…
Μάλιστα.. Ο Περικλής της Νάξου… Ένα πρόσωπο που δεν περνούσε απαρατήρητο με ένα τσιγάρο μόνιμα στο χέρι. Αρέσκονταν να κάθεται στη πλατεία τη μικρή ξέρετε, στα … Κουτσογιαννάκια. Και στην ερώτηση που του έκαναν γιατί εκεί και όχι κάπου αλλού απαντούσε «μα είναι η πλατεία Μανδηλαρά. Του Νικηφόρου» Και έδειχνε με το χέρι του την σχετική ταμπέλα στον απέναντι τοίχο…
Του άρεσε το καλό φαγητό. Από τα χέρια της κυρά Δήμητρας (σ.σ. της μητέρας της Έλλης) και δεν έχανε την ευκαιρία να την πειράζει. Αθυρόστομος όσο κανείς, έκανε ακόμη και τα μαγειρικά σκεύη να κοκκινίζουν όταν μιλούσε με την αγαπημένη Δήμητρα με εκείνο το μοναδικό ύφος να προσπαθεί να τον πείσει ότι δεν πρέπει να εκφράζεται έτσι..
Εις μάτην. Ο Περικλής γελούσε και συνέχιζε … Ήταν το δικό του παιχνίδι με τα πρόσωπα που εκτιμούσε..
Η Νάξος τον γοήτευε. Η ηρεμία που του πρόσφερε να κάθεται στο εστιατόριο της Έλλης (σ.σ. είναι γνωστό που βρίσκονταν για χρόνια αποτελώντας σημείο αναφοράς για τους καλοφαγάδες της Νάξου) και να βλέπει το ηλιοβασίλεμα με θέα της Πορτάρα ήταν αδιαπραγμάτευτη…
Η ιστορία του νησιού και βέβαια το πρόσωπο που ακούει στο όνομα “Νικηφόρος Μανδηλαράς” τον εξίταρε… Κάθε επίσκεψή του, ήταν και μία πηγή έμπνευσης για την επόμενη κίνησή του… Κυρίως σε επίπεδο βιβλιογραφίας..
Οι πολιτικές του πεποιθήσεις γνωστές. Οι συζητήσεις του με τους ανθρώπους που βρίσκονταν δίπλα του γεμάτες ζωντάνια και επιχειρήματα για έναν κόσμο έξω από τα συνηθισμένα…
Και βέβαια όλοι αναγνώριζαν ότι εκτός από τις τσιγάρα δεν θα μπορούσε να πει όχι σε μία όμορφη γυναίκα…
Και το είδαμε μέσα από το βιβλίο «Γυναίκες ευσεβείς του πάθους»… εκεί όπου διαβάζουμε “Τα πρόσωπα αυτού του βιβλίου δεν τα γνώρισα ποτέ. Αν έλεγα όμως πως είναι ανύπαρκτα, θα έλεγα ψέματα στον εαυτό μου. Μερικά απ’ αυτά τα πρόσωπα με κυνηγούν χρόνια τώρα θέλοντας να μού πουν τον πόνο τους. Έγιναν πολλές προσπάθειες να καταγραφούν τα λεγόμενά τους. Δεν ετελεσφόρησαν. Οι δρόμοι που ακολουθούσα ήταν λάθος και έφτανα σ’ αδιέξοδα. Οι καταστάσεις δεν είχαν ωριμάσει. Και περίμενα προσπαθώντας να επικοινωνήσω μαζί τους.”
Ακόμη και μέσα από αυτές τις λίγες λέξεις μπορεί κανείς να κατανοήσει ότι η Νάξος έχει μεγάλη ιστορία… Η απώλεια του Γλέζου ιδιαίτερα σημαντική… Μακάρι να κατανοήσουμε κάποια στιγμή τη δύναμη αυτού του νησιού. Που δεν είναι μόνο παραλίες και ήλιος.. Αλλά μία διαχρονική πορεία που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στο πέρασμα ουκ ολίγων σημαντικών προσώπων αναγνωρισμένων απ όλους εκτός από τους συμπατριώτες τους…