Η υπουργός Πολιτισμού απάντησε και σε ερώτηση για το αν ένα από τα αντικείμενα που εκτίθεται στην έκθεση (αρ. καταλόγου 138) προέρχεται από λαθρανασκαφή της Κέρου
«Η πολιτική της Ελλάδας είναι να επαναπατρίζει πολιτιστικά αγαθά τα οποία της ανήκουν και βρίσκονται εκτός συνόρων. Προφανώς υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο ακολουθείται, αλλά ο κάθε επαναπατρισμός έχει τις ιδιαιτερότητές του που σχετίζονται με πάρα πολλές παραμέτρους. Το βασικό κριτήριο είναι να εξετάσει κανείς ποια είναι τα στοιχεία τα οποία διαθέτει η ελληνική Πολιτεία, εν προκειμένω το ΥΠΠΟΑ και η Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας των Πολιτιστικών Αγαθών, για να δει την πρακτική την οποία θα ακολουθήσει. Αυτό εξετάστηκε και στη συγκεκριμένη περίπτωση», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη, πρόσφατα, από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (ΜΚΤ), απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων με αφορμή την ξενάγησή τους στην έκθεση «Γυρισμός. Κυκλαδικοί θησαυροί στο ταξίδι της επιστροφής» με τις 15 αρχαιότητες από τη Συλλογή Στερν, η οποία εγκαινιάστηκε πρόσφατα.
Όπως τόνισε η κυρία Μενδώνη, «η συνήθης πρακτική η οποία ακολουθείται χρόνια τώρα από το ΥΠΠΟ, πάντα με τη συνδρομή και αρμοδιότητα της συγκεκριμένης Διεύθυνσης, είναι η εξωδικαστική διαδικασία. Διότι η δικαστική διαδικασία είναι μια πολύ επίπονη διαδικασία, η οποία απαιτεί πολύ ισχυρή τεκμηρίωση που στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν διαθέτουμε -όχι μόνο εμείς αλλά και άλλα κράτη. Αυτά όλα τα δεδομένα εκτιμήθηκαν και στη συγκεκριμένη περίπτωση και καταλήξαμε ότι ο επαναπατρισμός συνολικά της συλλογής, δηλαδή και των 161 έργων τέχνης, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μια συμφωνία σαν αυτή που κάναμε», επισήμανε για τη συμφωνία μεταξύ ΥΠΠΟΑ, Μητροπολιτικού Μουσείου Νέας Υόρκης (ΜΕΤ) και Ινστιτούτου Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού του Ντελαγουέρ, που κυρώθηκε τον Σεπτέμβριο από την ελληνική Βουλή.
Σε ερώτηση για το πού θα καταλήξουν οι 161 κυκλαδικές αρχαιότητες όταν θα έρθουν στην Ελλάδα, η κυρία Μενδώνη απάντησε «όπου αποφασίσει το ΥΠΠΟ μετά από γνωμοδότηση του ΚΑΣ. Αυτό λέει ο νόμος» και προσέθεσε: «Επειδή όμως στη Νάξο, πολύ πριν προκύψει το θέμα των συγκεκριμένων ειδωλίων, υπήρχε η σκέψη -και τώρα υλοποιείται- να γίνει το Μουσείο Κυκλαδικού Πολιτισμού, είναι πολύ πιθανόν ότι η Νάξος θα είναι ο τόπος όπου θα καταλήξουν».
Η υπουργός Πολιτισμού απάντησε και σε ερώτηση για το αν ένα από τα αντικείμενα που εκτίθεται στην έκθεση (αρ. καταλόγου 138) προέρχεται από λαθρανασκαφή της Κέρου. «Κυρίως είναι οι δυο σύλλογοι, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και ο Σύλλογος Εκτάκτων Αρχαιολόγων, οι οποίοι μιλούν για ειδώλια τα οποία προέρχονται από την Κέρο και το βασίζουν σε ένα συγκεκριμένο επιστημονικό πόνημα, της κυρίας Σωτηρακοπούλου, η οποία έχει ασχοληθεί πολύ συστηματικά με το θέμα. Θέλω να πω ότι το ίδιο το βιβλίο, εάν το διαβάσει κανείς προσεκτικά, λέει ακριβώς το αντίθετο».
Σε ερώτηση περί γνησιότητας των αντικειμένων, η Λ. Μενδώνη είπε ότι «το πώς καταλήγει κανείς ότι κάτι είναι αυθεντικό ή όχι, αυτό μπορεί να αποτελεί αντικείμενο πολυετών ερευνών, να διχαστεί πολλές φορές η επιστημονική κοινότητα». «Όταν λοιπόν επαναπατρίζεται κάτι, ποτέ προηγουμένως δεν ερευνάται η γνησιότητα», τόνισε η υπουργός φέρνοντας το παράδειγμα του επαναπατρισμού, τον περασμένο Φεβρουάριο, 47 αντικειμένων τα οποία αποδόθηκαν στην Ελλάδα από τη Συλλογή Στάινχαρντ, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και κυκλαδικά έργα.
«Κανείς δεν ασχολήθηκε για το αν τα συγκεκριμένα αντικείμενα είναι αυθεντικά», σημείωσε, ενώ σε ό,τι αφορά την πρόσφατη συμφωνία για τις 161 αρχαιότητες και την επιστροφή τους στην Ελλάδα, η κυρία Μενδώνη επισήμανε: «Αυτό το οποίο από την αρχή έχει πετύχει αυτή η συμφωνία -και είμαστε περήφανοι γι’ αυτό- είναι ότι η κυριότητα και η νομή των 161 αρχαίων έργων αναγνωρίστηκε ανέκαθεν στο ελληνικό κράτος. Η κατοχή είναι μια έννοια που αν δείτε τον αρχαιολογικό νόμο συνδυάζεται κατά κύριο λόγο με τοπική σχέση. Ο συλλέκτης παρέδωσε στο συγκεκριμένο Ινστιτούτο (σ.σ. Ντελαγουέρ) τα αντικείμενα αυτά και από εκεί και πέρα, αυτό που λέει η συμφωνία, είναι ότι το συγκεκριμένο Ινστιτούτο απλώς διαχειρίζεται την έκθεσή τους μέχρι τον οριστικό επαναπατρισμό τους. Το ελληνικό Δημόσιο δεν αφίσταται κανενός δικαιώματός του. Αυτό είναι σαφές, πουθενά δεν αναφέρεται ότι παραιτείται δικαιώματός του, ούτε παρελθοντικό ούτε μελλοντικό», τόνισε η υπουργός.
Τα 161 αντικείμενα δεν διαθέτουν συμφραζόμενα, δηλαδή αρχαιολογικό πλαίσιο, καθώς δεν γνωρίζουμε τον τόπο προέλευσής τους. Σε ερώτηση για το πόσο μεγάλη είναι η απώλεια αυτή, η υπουργός σημείωσε: «Πρόκειται για τεράστια απώλεια. Κι αυτό συμβαίνει για οποιοδήποτε αρχαίο έργο, λιγότερο ή περισσότερο πολύτιμο ή σπάνιο, χάνεται από τα συμφραζόμενά του. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε όλοι και είναι από τα βασικά θέματα τα οποία θέλουμε να ευαισθητοποιήσουμε τον κόσμο, γι’ αυτό και γίνονται πάρα πολλές δράσεις ευαισθητοποίησης από το ΥΠΠΟΑ. Διότι όταν το αντικείμενο, ακόμα κι ένα όστρακο ή άγαλμα, αποκοπεί από το περιβάλλον μέσα στο οποίο βρίσκεται, παύει να είναι ιστορικό τεκμήριο και γίνεται απλώς αντικείμενο τέχνης. Εάν δεχτούμε ότι η ιστορία και το παρελθόν μας αποτελεί μέρος της ταυτότητάς μας, αυτά τα αντικείμενα τα οποία προέρχονται από λαθρανασκαφές στερούν αυτό το μικρότερο ή μεγαλύτερο κομματάκι που αντιστοιχεί σε αυτή την ταυτότητα. Γι’ αυτό το ΥΠΠΟΑ κάνει όλες αυτές τις διακρατικές συμφωνίες, τις συμφωνίες με τους διεθνείς οργανισμούς κλπ., για να εμποδίσει όσο γίνεται και τη λαθρανασκαφή και το εμπόριο». «Έστω όμως και ως αντικείμενα τέχνης θεωρούμε υποχρέωσή μας να τα επαναπατρίσουμε», κατέληξε η υπουργός.
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ – ΜΠΕ