Επιτροπή του ΥΠΠΟΑ εξετάζει το ζήτημα εξοικονόμησης ενέργειας
Σε κάποιες πόλεις της Ευρώπης συμβαίνει ήδη. Στην Πόλη του Φωτός, ο Πύργος του Aϊφελ χαμηλώνει τα φώτα του μία ώρα νωρίτερα από το συνηθισμένο, ενώ στο Βερολίνο η πρόσοψη του Καθεδρικού Ναού και η Στήλη της Νίκης μένουν πλέον αφώτιστες τις νύχτες. Στις Βρυξέλλες, η Γκραν Πλας είναι λίγο πιο σκοτεινή τα βράδια, ενώ στην Πράγα ανάλογα μέτρα εφαρμόζονται στη Γέφυρα του Καρόλου. Και όλα αυτά είναι μόνο η αρχή: η μείωση ή και η διακοπή του νυχτερινού φωτισμού των μνημείων αποτελούν αντικείμενο διαβουλεύσεων σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα ενόψει του επικείμενου, ενεργειακά, δύσκολου χειμώνα; Και ποια είναι η σημασία της ενεργειακής εξοικονόμησης που επιτυγχάνει ο σύγχρονος φωτισμός ορισμένων μεγάλων μνημείων;
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής», έχει καταρχήν συσταθεί μια επιτροπή στο υπουργείο Πολιτισμού με αντικείμενο το ζήτημα της εξοικονόμησης ενέργειας και αυτές τις ημέρες έχει στα χέρια της μια λίστα με μνημεία και τον τρόπο φωτισμού τους. Το υπουργείο ζήτησε και έλαβε από αρμόδιες υπηρεσίες, όπως τις εφορείες αρχαιοτήτων στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, μια καταγραφή των χώρων που διαθέτουν είτε τον συνήθη, λειτουργικό «φωτισμό ασφαλείας», είτε τον νέο και πιο καλαίσθητο «φωτισμό ανάδειξης». Την ίδια ώρα έχουν οριστεί στις κατά τόπους υπηρεσίες «υπεύθυνοι ενέργειας» και αναμένουν οδηγίες.
Ενώ λοιπόν «φωτισμό ανάδειξης» έχουν η Ακρόπολη, ο Ναός του Ηφαίστου, η Πύλη του Αδριανού, ο Πύργος των Ανέμων, το Μνημείο του Φιλοπάππου, η Πνύκα και το Καλλιμάρμαρο, οι υπόλοιποι αρχαιολογικοί χώροι πλαισιώνονται από τον αναγκαίο «φωτισμό ασφαλείας». Ο τελευταίος χαρακτηρίζει και τα μνημεία της Θεσσαλονίκης, εκτός από εκείνα που ενίοτε φωτίζονται από τον δήμο, όπως τα Βυζαντινά Τείχη ή ο Λευκός Πύργος, όταν φιλοξενεί κάποια καμπάνια. Μαζική αντικατάσταση παλιών, ενεργοβόρων λαμπτήρων δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα λόγω κόστους. Κάθε νέος σχεδιασμός, ωστόσο, γίνεται στη βάση της εξοικονόμησης ενέργειας.
«Ενας νυχτερινός αγώνας σε ελληνικά γήπεδα ισοδυναμεί με περίπου 25 ημέρες λειτουργίας του Καλλιμάρμαρου», λέει ο Γ. Τέλλος.
Ενα από τα μνημεία των οποίων ο φωτισμός ανανεώθηκε πρόσφατα είναι το Παναθηναϊκό Στάδιο. Ο σχεδιαστής φωτισμού Γιώργος Τέλλος λέει ότι η εξοικονόμηση ενέργειας ήταν εξαρχής μέρος της μελέτης του. «Με τον νέο σχεδιασμό, η εξοικονόμηση έχει βελτιωθεί κατά περίπου τρεις με τέσσερις φορές», επισημαίνει.
Στον σχεδιασμό φωτισμού μνημείων, προσθέτει, υπάρχουν δύο κατευθύνσεις, η αισθητική και η τεχνολογική. «Οσον αφορά την αισθητική, υπάρχουν σπουδαίες προσεγγίσεις ανά τον κόσμο, που με πολύ λιτό τρόπο αναδεικνύουν ένα μνημείο, κτίριο ή ακόμη κι ένα τοπίο. Οσον αφορά το τεχνολογικό κομμάτι, είναι μονόδρομος οι νέες τεχνολογίες, διότι οι παλιές εγκαταστάσεις δεν μπορούν πλέον να συντηρηθούν και είναι εξαιρετικά ενεργοβόρες».
«Φανταστείτε», εξηγεί ο σχεδιαστής, «ότι ένας νυχτερινός αγώνας σε ελληνικά γήπεδα ισοδυναμεί με περίπου 25 ημέρες λειτουργίας του Καλλιμάρμαρου. Πρόσφατα είδαμε να σβήνουν διάφορα μνημεία στην Ευρώπη. Προφανώς σβήνουν μόνο τα μνημεία που φέρουν πολύ παλιό εξοπλισμό. Είναι λάθος να σβήσει ένα σύγχρονος, σωστά μελετημένος δημόσιος χώρος για λόγους ενεργειακής εξοικονόμησης. Το ενεργειακό όφελος θα είναι μηδαμινό σε σχέση με το ψυχολογικό αποτύπωμα που θα μπορούσε να προκαλέσει μια σκοτεινή πόλη».
Με τη σημασία του ψυχολογικού αποτυπώματος συμφωνεί και η Ελευθερία Ντεκώ, που σχεδίασε τον νέο φωτισμό της Ακρόπολης. «Η εξοικονόμηση ενέργειας είναι κάτι σύνθετο», λέει η σχεδιάστρια ερωτώμενη σχετικά. «Η απάντηση ότι ο νέος φωτισμός της Ακρόπολης εξοικονομεί 65% στην κατανάλωση ρεύματος από τον προηγούμενο ή ότι η κατανάλωση ρεύματος τριών PC ή δύο τηλεοράσεων πλάσματος ή ενός αφυγραντήρα ισούται με αυτήν του φωτισμού του Παρθενώνα για την αντίστοιχη διάρκεια –πράγμα που ισχύει– θα ήταν απλώς αριθμητικοί συσχετισμοί», εξηγεί.
Σύμφωνα με την κ. Ντεκώ, τέτοια ζητήματα αφορούν ειδικούς στην εξοικονόμηση ενέργειας, τη στιγμή που η ίδια μπορεί κυρίως να μιλάει για τον φωτισμό ως τέχνη. «Αν κάτι μπορώ να θυμίσω», καταλήγει, «είναι πως ο ρόλος της τέχνης σε καιρούς δύσκολους είναι να προφυλάσσει τον κοινωνικό ιστό από τη διάσπαση, τον ανταγωνισμό και πιθανές φιλέριδες διαθέσεις. Κατά κάποιον τρόπο να βοηθά στην “οικονομία” των κοινωνικών και ψυχικών δυνάμεών μας».