Το Συμβούλιο της Επικρατείας πήρε την πρόταση από τις τρεις αποφάσεις απορρίπτοντας τις προσφυγές κατοίκων και δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νοτίας Δωδεκανήσου όσον αφορά τις μαρίνες Μανδρακίου (Ρόδου) και Κω – Στην ίδια λίστα των 46 λιμανιών βρίσκεται και το λιμάνι της Μυκόνου
Θεωρήθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η πρώτη από τις τρεις αποφάσεις με τις οποίες απορρίφθηκαν ισάριθμες προσφυγές του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νότιας Δωδεκανήσου και 55 κατοίκων της Ρόδου για την ακύρωση της υπ’ αρ. 218/13-8-2012 (ΦΕΚ Β’ 2322/13-08-2012) Κοινής Υπουργικής Απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων περί μεταφοράς στην εταιρεία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου» περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου κατά τις διατάξεις του ν. 3986/2011, μεταξύ των οποίων και των Μαρίνων του Μανδρακίου Ρόδου και Κω.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως έγραψε η «δημοκρατική», έκρινε συγκεκριμένα, με 28 αποφάσεις της (υπ΄ αριθμ. 1129 έως 1156/2016), συνταγματική και νόμιμη την παραχώρηση στο ΤΑΙΠΕΔ και την εν συνεχεία μεταβίβαση σε τρίτους των μικρών λιμένων και τουριστικών λιμένων σκαφών αναψυχής, καθώς η μεταβίβαση αποσκοπεί σε σκοπούς δημοσίου συμφέροντος.
Να σημειώσουμε εδώ ότι στην λίστα υπάρχει από το Νότιο Αιγαίο και Ο Εμπορικός Τουριστικός Λιμένας Τούρλου/«Νέος Λιμένας Μυκόνου», όπως αυτός χωροθετήθηκε με το άρθρο 30 παρ. 5 περίπτωση ιε΄ του Ν. 2160/1993 (ΦΕΚ Α΄ − 118/1993) σε συνδυασμό με το Παράρτημα 2 του άρθρου 41 του νόμου αυτού και το συνημμένο σε αυτό και δημοσιευμένο διάγραμμα. Αν και πολύ φοβόμαστε ότι θα βρίσκονται και άλλα λιμάνια ή μαρίνες του Νοτίου Αιγαίου…
Αναλυτικότερα, στο Συμβούλιο της Επικρατείας είχαν προσφύγει Δήμοι, Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία και κάτοικοι περιοχών που έχουν λιμάνια και ζητούσαν να ακυρωθεί η απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων. Το ΤΑΙΠΕΔ, με συμβάσεις, έχει το δικαίωμα παραχώρησης σε τρίτους για την εκμετάλλευση, χρήση κλπ των μικρών τουριστικών λιμένων.
Στην εν λόγω απόφαση περιελήφθησαν από τα 900 μικρά και τουριστικά λιμάνια της χώρας τα 46, τα οποία δεν ήταν αναγκαία για στρατιωτικούς σκοπούς, δεν είχαν παραχωρηθεί σε ιδιώτες, καθώς και εκείνα που δεν είχαν τις στοιχειώδεις εγκαταστάσεις, όπως και ορισμένοι τουριστικοί λιμένες, οι οποίοι μπορούν να ενταχθούν σε ενιαία ιστιοπλοϊκή ή ναυσιπλοϊκή διαδρομή έτσι ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί μια μαρίνα (hub-marines, satellite ports).
Η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς των Δήμων, κλπ, υπογραμμίζοντας ότι σύμφωνα με τη μνημονιακή νομοθεσία, οι εν λόγω παραχωρήσεις των μικρών λιμένων «αποσκοπούν στην ικανοποίηση συγκεκριμένου δημόσιου συμφέροντος, δηλαδή στη αποπληρωμή του δημόσιου χρέους, βάσει σχετικού συνολικού προγράμματος».
Σύμφωνα με τους συμβούλους επικρατείας είναι «επιτρεπτή και δεν προσκρούει στις διατάξεις των άρθρων 106, 25 και 5 του Συντάγματος, αλλά ούτε στο άρθρο 24 που προστατεύει τον αιγιαλό και την παραλία».
Με την υπ’ αρίθμ. 1150/2016 απόφαση, που θεωρήθηκε, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η μεταβίβαση ευρίσκει νομικό θεμέλιο στο ν. 4046/2012, ο οποίος αποτελεί επικαιροποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων που προβλέπεται στους ν. 3985/2011 και 3986/2011.
Εκρινε ακόμη ότι:
«Τα κοινόχρηστα πράγματα, στα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 967 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/ 1984, Α’ 164) και το άρθρο 22 του ν. 2971/2001 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» (Α’ 285), περιλαμβάνονται οι λιμένες και οι τουριστικοί λιμένες, ανήκουν στη δημόσια κτήση και προορίζονται για την άμεση εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού, ο οποίος συνίσταται στην κοινοχρησία τους, η δε διαχείριση τους αντιδιαστέλλεται προς την διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου και συνιστά άσκηση δημοσίας εξουσίας.
Στο πλαίσιο όμως της διαχειρίσεως των εν λόγω πραγμάτων από την Διοίκηση είναι δυνατόν, σύμφωνα με τον βασικό, δημοσίου δικαίου, κανόνα του άρθρου 970 του Α.Κ. να παραχωρούνται επ’ αυτών ιδιαίτερα δικαιώματα προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εφ’ όσον με την παραχώρηση των ιδιαιτέρων αυτών δικαιωμάτων, – τα οποία έχουν χαρακτήρα δημοσίου και όχι ιδιωτικού δικαίου και αποσκοπούν, κατά κύριο λόγο, στην εξυπηρέτηση της εμπορικής, επιβατικής, ναυτιλιακής, τουριστικής και αλιευτικής κίνησης και γενικότερα των λειτουργικών αναγκών του λιμένα, – εξακολουθεί να εξυπηρετείται ή, τουλάχιστον, δεν αναιρείται η κοινή χρήση.
Με την εν λόγω παραχώρηση δεν αποκλείεται η επιδίωξη και ταμιευτικού σκοπού, εφ’ όσον εξυπηρετούνται οι λειτουργικές ανάγκες του λιμένα και δεν αναιρείται ο κατά τα ανωτέρω προέχων σκοπός.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τους ορισμούς των διατάξεων της νομοθεσίας περί ΤΑΙΠΕΔ, οι οποίες αποσκοπούν στην ικανοποίηση συγκεκριμένου σκοπού δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους βάσει σχετικού συνολικού προγράμματος, δεν αίρεται, με την μεταβίβαση του δικαιώματος παραχώρησης των δικαιωμάτων, ο κοινόχρηστος χαρακτήρας των προς παραχώρηση πραγμάτων, ενώ το ίδιο το ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο μεταβιβάζεται το δικαίωμα, διέπεται από ιδιαίτερο νομικό καθεστώς που εξασφαλίζει τον έλεγχο του εκ μέρους του Δημοσίου.
Στο ΤΑΙΠΕΔ, δηλαδή, δεν μεταβιβάζονται νέα δικαιώματα επί των λιμένων, αλλ’ απλώς η άσκηση ήδη προβλεπομένων από την κείμενη νομοθεσία δικαιωμάτων. Τα δε μεταβιβαζόμενα δικαιώματα εξακολουθούν να τελούν υπό όλους τους περιορισμούς και τα βάρη που συνεπάγεται η εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας για την κοινοχρησία των λιμένων και των τουριστικών λιμένων, η οποία διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, με την κρατική εποπτεία.
Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη δεν έχει ως συνέπεια να εμποδίζεται η πρόσβαση στους λιμένες και τουριστικούς λιμένες και η απόλαυση τους από το κοινό.
Τυχόν, με τη μεταγενέστερη παραχώρηση δικαιωμάτων επί κινητών και ακινήτων στοιχείων που βρίσκονται εντός των λιμένων και των τουριστικών λιμένων από το ΤΑΙΠΕΔ σε τρίτους μέσω συμβάσεων παραχώρησης, καθορισμός όρων που ενδεχομένως θα παρακώλυαν την κοινή χρήση και τις λειτουργικές ανάγκες των λιμένων θα ήταν δικαστικά ελεγκτός στο στάδιο εκείνο, δεν μπορεί δε από τη φύση του, αφού ανάγεται σε περιστατικά μέλλοντα και υποθετικά, να εξεταστεί στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτήσεως ακυρώσεως.
Συνεπώς, η κατά τα ανωτέρω μεταβίβαση είναι επιτρεπτή και δεν προσκρούει στις διατάξεις των 1 παρ. 2, 5 παρ. 1 και 25 παρ. 2 του Συντάγματος».