Την ανάγκη θωράκισης του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας, που επλήγη από τη μεγάλη κρίση του 2008- 2009 τόνισε ο βουλευτής Κυκλάδων Νίκος Συρμαλένιος, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών.
Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Οικονομικών για τις εξαιρούμενες οντότητες, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων.
Η θωράκιση του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας, που επλήγη από τη μεγάλη κρίση του 2008- 2009, που οδήγησε στις γνωστές ανακεφαλαιοποιήσεις, είναι κάτι στο οποίο συμφωνούν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, όμως από εκεί και έπειτα υπάρχει χάσμα απόψεων και θέσεων μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Δημοκρατίας, που υπηρετούν δύο διαμετρικά αντίθετες στρατηγικές, τόνισε ο βουλευτής Κυκλάδων Νίκος Συρμαλένιος, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών.
Όπως ανέφερε ο Νίκος Συρμαλένιος, το επίδικο δεν είναι η ανάγκη για την αυτονόητη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το επίδικο είναι ποιους εξυπηρέτησε όλα τα προηγούμενα χρόνια το τραπεζικό σύστημα και ποιους θα υπηρετήσει στο μέλλον στην πραγματική οικονομία, υπό το πρίσμα μιας στρατηγικής βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης.
Και βεβαίως συνακόλουθο με αυτό, είναι ποιος τελικά σχεδιάζει τις προτεραιότητες, τις ιεραρχήσεις της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, το κράτος ή οι αγορές. «Αυτό είναι το κρίσιμο επίδικο, το οποίο μας χωρίζει ως χάος από τη Νέα Δημοκρατία. Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα, στο οποίο απαντάμε με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο και με μία τελείως διαφορετική στρατηγική και για το παρελθόν και για το παρόν, αλλά πολύ περισσότερο για το μέλλον», τόνισε ο Νίκος Συρμαλένιος, προσθέτοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία έχει καταθέσει επανειλημμένα τις προτάσεις του για τη στήριξη της οικονομίας, με τελευταίες αυτές που κατέθεσε στα μέσα Απριλίου, με τις οποίες απαντά σε όλα τα παραπάνω ζητήματα με τρόπο τεκμηριωμένο και κοινωνικά δίκαιο.
Η ομιλία του Νίκου Συρμαλένιου:
«Είναι προφανές ότι τοποθετηθήκαμε υπέρ αυτού του νομοσχεδίου που ενσωματώνει τις δύο Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τοποθετηθήκαμε υπέρ σε ό,τι αφορά στη θωράκιση περαιτέρω του τραπεζικού και χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας, υπό το πρίσμα βεβαίως και της μεγάλης κρίσης του 2008- 2009, που οδήγησε στις γνωστές ανακεφαλαιοποιήσεις.
Από εκεί και έπειτα όμως αρχίζουν οι μεγάλες διαφορές μας και το χάσμα μεταξύ ημών και της Νέας Δημοκρατίας, που υπηρετούμε δύο διαμετρικά αντίθετες στρατηγικές. Το επίδικο δεν είναι η ανάγκη για την αυτονόητη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το επίδικο είναι ποιους εξυπηρέτησε όλα τα προηγούμενα χρόνια το τραπεζικό σύστημα και ποιους θα υπηρετήσει στο μέλλον στην πραγματική οικονομία, υπό το πρίσμα μιας στρατηγικής βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης.
Και βεβαίως συνακόλουθο με αυτό, είναι ποιος τελικά σχεδιάζει τις προτεραιότητες, τις ιεραρχήσεις της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Το κράτος σχεδιάζει ή οι αγορές; Αυτό είναι το κρίσιμο επίδικο, το οποίο μας χωρίζει ως χάος από τη Νέα Δημοκρατία. Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα, στο οποίο απαντάμε με ένα τελείως διαφορετικό τρόπο και με μία τελείως διαφορετική στρατηγική και για το παρελθόν και για το παρόν, αλλά πολύ περισσότερο για το μέλλον.
Τα δείγματα γραφής που έχουμε μέχρι σήμερα είναι σαφέστατα. Και βεβαίως για να απαντήσουμε και στον κύριο Υπουργό, τον κ. Ζαββό, το τραπεζικό σύστημα φυσικά είναι ένας από τους πυλώνες της χρηματοδότησης της οικονομίας. Όμως πέραν των τεσσάρων συστημικών τραπεζών υπάρχει και η Αναπτυξιακή τράπεζα, όπως και το εργαλείο των μικροπιστώσεων, δύο χρηματοδοτικά εργαλεία που ξεκίνησαν επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, δύο εργαλεία με βασικό στόχο τη χρηματοδότηση της μικρομεσαίας επιχείρησης, που αποτελεί -ας μην το ξεχνάμε αυτό- το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων, άρα και τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Και εδώ βεβαίως τίθεται το ερώτημα που αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης. Στη μικρή και περιορισμένη συζήτηση που έγινε στη Βουλή για τις προτάσεις ένταξης έργων και αξόνων για τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, δεν μας απαντήθηκε πώς ενισχύονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όταν από τις δανειοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης με 12,7 δισεκατομμύρια, μόνο τα 500 εκατομμύρια προορίζεται να διαχειριστεί η Αναπτυξιακή Τράπεζα, που κατ’ εξοχήν μπορεί να ενισχύσει αυτές τις επιχειρήσεις, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που όπως ξέρουμε, ούτε απέξω δεν μπορούν να περάσουν από το τραπεζικό σύστημα, ενώ λόγω της πανδημίας εμφανίζονται επίσης με συσσωρευμένα χρέη προς τις τράπεζες, γύρω στα 10 δισεκατομμύρια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία έχει καταθέσει επανειλημμένα τις προτάσεις του για τη στήριξη της οικονομίας, με τελευταίες αυτές που κατέθεσε στα μέσα Απριλίου. Για τις οφειλές προς το δημόσιο, μεταξύ άλλων προτείνει τη διαγραφή τόκων και προσαυξήσεων, τη διαγραφή μέρους της βασικής οφειλής έως 60% και την αποπληρωμή του υπολοίπου σε 120 δόσεις.
Για τα χρέη προς τις τράπεζες, σε σχέση με τα κόκκινα δάνεια, προτείναμε όσο διαρκούν οι έκτακτες συνθήκες, α) αναστολή πληρωμών, β) περίοδο χάριτος για ρυθμισμένες οφειλές, γ)επιμήκυνση περιόδου αποπληρωμής με αναπροσαρμογή επιτοκίου, δ) τον διαχωρισμό οφειλών με ρυθμίσεις του πρώτου μέρους και πάγωμα κάποιων οφειλών. ε) τη διαγραφή μέρους της οφειλής για ευάλωτους και πληττόμενους.
Επίσης, το κράτος πρέπει να νομοθετήσει τη διαγραφή των τόκων υπερημερίας που τυχόν υπολογίστηκαν κατά την κρίσιμη περίοδο, την αναστολή πτωχεύσεων και λήψης μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, το πάγωμα της τοκοφορίας, τη μη απώλεια των ρυθμίσεων.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρουσιάζει μια υπεραισιόδοξη εικόνα της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, με έμφαση στη μείωση των κόκκινων δανείων σε μονοψήφια ποσοστά. Ξεχνάτε όμως ότι από τον πακτωλό χρημάτων, γύρω στα 50 δισεκατομμύρια, που πήραν οι συστημικές τράπεζες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατευθύνθηκαν μηδενικά κονδύλια, ενώ την ίδια ώρα, με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς, προχωρήσατε σε σκανδαλώδη απομείωση των μετοχών του δημοσίου, μέσα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αλλά και των μικρομετόχων της τράπεζας, ενώ παράλληλα διασφαλίσατε την ασυλία στα στελέχη του ΤΧΣ, όπως προϋπήρχε το ίδιο και στις διοικήσεις των τραπεζών, για να μένουν ατιμώρητοι ενδεχομένως σε επιβλαβείς ρυθμίσεις για τα συμφέροντα του δημοσίου.
Και βεβαίως δεν λέτε τίποτα για το κλείσιμο εκατοντάδων υποκαταστημάτων των τραπεζών σε όλη την Ελλάδα, αλλά και απολύσεων χιλιάδων τραπεζοϋπαλλήλων ή το κλείσιμο υποκαταστημάτων σε απομακρυσμένες περιοχές και μικρά νησιά, με μεγάλες αρνητικές συνέπειες, ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους ανθρώπους που εξυπηρετούνταν από αυτά τα υποκαταστήματα.
Σε ό,τι αφορά το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος, για το οποίο ο κ. Υπουργός είπε ότι έχουν ιδιαίτερη ευαισθησία, βεβαίως ψηφίσαμε τον Οκτώβριο πρόσθετο θεσμικό πλαίσιο, αλλά αυτό που κρίνει τελικά είναι η πολιτική βούληση.
Και η πολιτική βούληση που αφορά τη Νέα Δημοκρατία είναι ότι κλείσατε το μάτι στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με κύριους ωφελούμενους εφοπλιστές, μεγάλους επιχειρηματίες, πρώην τραπεζίτες κ.λπ., αφού με τροποποίηση στον Ποινικό Κώδικα ορίσατε ότι η δέσμευση προϊόντων οικονομικών εγκλημάτων, λογαριασμών, κινητών, ακινήτων κ.λπ., για τα οποία έχει διατάξει τη δέσμευσή τους η Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, δεν θα διαρκεί πάνω από δεκαοχτώ μήνες.
Όσο για τα χρωστούμενα τραπεζικά δάνεια της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ ύψους πάνω από 400 εκατομμύρια, δάνεια δανεικά και αγύριστα σε βάρος του ελληνικού λαού, απλώς τα υπενθυμίζω για να μην ξεχνιόμαστε.
Κύριε Πρόεδρε, κλείνοντας θέλω να πω ότι η Νέα Δημοκρατία μετά την κατάθεση του αντεργατικού νομοσχεδίου, που νομιμοποιεί την εργασιακή ζούγκλα, ολοκληρώνει το όραμά της για την προοπτική της χώρας, όραμα βασισμένο σε μια ανάπτυξη υπέρ των ολιγαρχών, τους οποίους συνεχώς ενισχύει και σε βάρος της εργασίας και της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Για αυτό και η πολιτική αλλαγή υπέρ των προοδευτικών λύσεων καθίσταται πλέον επιτακτική για τον λαό και τη χώρα».