Υπερψηφίστηκε με 163 ψήφους ο νέος εκλογικός νόμος (ενισχυμένη αναλογική) αλλά θα εφαρμοστεί από τις μεθεπόμενες εκλογές καθότι χρειάζονταν +200 ψήφοι προκειμένου να ισχύσει στις επόμενες εκλογές, οπότε αυτές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Δύο φορές προσπάθησε η αντιπολίτευση, και μάλιστα σε κορυφαίο επίπεδο, να ανοίξει -μόλις έξι μήνες μετά από την αναμέτρηση του περασμένου Ιουλίου- θέμα πρόωρων εκλογών, προκαλώντας ισάριθμες διαψεύσεις από πλευράς κυβέρνησης. Ο Αλ. Τσίπρας χθες το απόγευμα και η κυρία Φωτεινή Γεννηματά σήμερα το πρωί υποστήριξαν, με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή για τον νέο εκλογικό νόμο, ότι η ΝΔ σχεδιάζει στο αμέσως προσεχές μέλλον πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, ώστε να «καεί» η απλή αναλογική και να γίνει άμεσα μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση – εκείνη τη φορά με το σύστημα που ψηφίστηκε απόψε από την εθνική αντιπροσωπεία: Υπέρ ψήφισαν 163 βουλευτές, ενώ υπήρξαν 121 «κατά» στην ονομαστική ψηφοφορία που διεξήχθη. Ο νέος εκλογικός νόμος δεν εξασφάλισε τις 200 ψήφους που απαιτεί το Σύνταγμα προκειμένου να ισχύσει στις επόμενες εκλογές, οπότε αυτές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Το νέο εκλογικό σύστημα θα ισχύσει στις μεθεπόμενες εκλογές. Η Ελληνική Λύση είναι το μόνο κόμμα της αντιπολίτευσης που υπερψήφισε το νέο εκλογικό νόμο. Στην ψηφοφορία πήραν μέρος 284 βουλευτές. Από τους 16 βουλευτές που απουσίαζαν, οι 9 βουλευτές απέστειλαν επιστολή πρόθεσης ψήφου, η οποία ωστόσο δεν προσμετράται στο αποτέλεσμα.
«Ο κ. Τσίπρας υποθάλπτει συνειδητά τη συζήτηση για πρόωρες εκλογές. Το κάνει για να καταλαγιάσει τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις και αντιθέσεις που υπάρχουν στο ΣΥΡΙΖΑ. Πρόωρες εκλογές δεν πρόκειται να γίνουν σε καμία περίπτωση. Το έχει πει και το εννοεί ο κ. Μητσοτάκης», υπογράμμισε με έμφαση ο υφυπουργός Εσωτερικών Τ. Θεοδωρικάκος πριν από λίγο στην αίθουσα της Ολομέλειας. Ολα άρχισαν το απόγευμα της Πέμπτης όταν από του βήματος της Βουλής ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε χαρακτηριστικά: «Αλλάζετε τον εκλογικό νόμο στην αρχή, ώστε να αποφασίσετε να πάτε σε πρόωρη εκλογική αναμέτρηση, να πάτε σύντομα σε μια εκλογική αναμέτρηση». Με αφορμή αυτή την τοποθέτηση, ο υπουργός Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτης επισήμανε διαδεχόμενος τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖα στο βήμα: «Εμείς με τους θεσμούς δεν θα παίξουμε. Στους έξι μήνες εκλογές, για να έχουμε πολιτική αποκάθαρση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, δεν θα πράξουμε. Ελπίζω και είμαι σίγουρος ότι θα είναι μία ακόμα από τις άχαστες προβλέψεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης».
Οπως προαναφέρθηκε, ωστόσο, επανήλθε στο θέμα σήμερα η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ: «Ο κ. Μητσοτάκης ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Πιθανά νομίζει ότι με πρόωρες διπλές εκλογές θα επιμηκύνει την παραμονή του στην εξουσία. Φαντάζεται τζούφιες εκλογές με την απλή αναλογική. Μπορεί να είναι όμως η πρώτη αυταπάτη του», σχολίασε η κυρία Γεννηματά και συνέχισε: «Τα λέω αυτά γιατί τα σενάρια για πρόωρες εκλογές φαίνεται ότι ξεκινούν από την ίδια την κυβέρνηση. Για να μην προλάβει να καταλάβει ο ελληνικός λαός ότι έφυγε το χειρότερο, η κυβέρνηση Τσίπρα αλλά δεν βρήκε το επιθυμητό στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα θεσμικά παιγνίδια με ζαριές διπλών εκλογών, είναι και τυχοδιωκτισμός και σίγουρα ένδειξη αδυναμίας». Και είναι η τοποθέτηση αυτή -όπως και άλλες αναλόγου περιεχομένου τοποθετήσεις βουλευτών της αξιοωματικής αντιπολίτευσης, που προκάλεσαν την προαναφερθείσα τοποθέτηση του υπουργού Εσωτερικών.
Περί κυβερνητικών συνεργασιών.
Στη συζήτηση για τον εκλογικό νόμο, πάντως, καταγράφηκε και ένας παράλληλος άτυπος διάλογος αναφορικά με το θέμα των κυβερνητικών συνεργασιών. Άνοιξε και αυτός με πρωτοβουλία του κ. Τσίπρα, καθώς ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για κυβερνητική συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων μετά από τις προσεχείς εκλογές. Ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ Δημ. Κουτσούμπας απέρριψε με τρόπο κατηγορηματικό την «πρόσκληση» του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ: «Οι κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζουν τον εκλογικό νόμο ως καταλύτη για κυβερνήσεις συνεργασίας. Θεωρούν ότι και μ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να διαχυθεί σε περισσότερα κόμματα η ευθύνη για τη διεύθυνση και την άσκηση της αντιλαϊκής πολιτικής. Και επίσης θεωρούν ότι στο πολιτικό σκηνικό έχουν εν δυνάμει περισσότερους συμμάχους, που βρίσκονται στο χώρο γενικά της σοσιαλδημοκρατίας, τόσο παλιάς όσο και νεόκοπης και σ’ αυτήν κυρίως απευθύνονται ρίχνοντας δίχτυα, ευελπιστώντας βέβαια να ψαρέψουν και παραπέρα από εκεί. Και όχι μόνο προς τα αριστερά τους. Άλλωστε στο πολύ πρόσφατο παρελθόν μια χαρά οι κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, συμπράξανε ακόμα και με δυνάμεις της ακροδεξιάς, όπως ήταν το κόμμα των ΑΝΕΛ» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κουτσούμπας, για να συνεχίσει: «Ο ΣΥΡΙΖΑ υψώνει ξανά τις κάλπικες διαχωριστικές γραμμές με τα περί «κυβέρνησης συνεργασίας όλων των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων», νομίζοντας ότι πάλι κάποιοι θα τσιμπήσουν το δόλωμα κι έτσι θα παιχτεί καλύτερα το δικομματικό σας παιχνίδι, αυτό που έχει γνωρίσει ο τόπος πάνω από 40 χρόνια τώρα. Μόνο που ο λαός μας τις έζησε τις κυβερνήσεις συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντιμνημονιακή συγκυβέρνησή του με τους ΑΝΕΛ αποδείχτηκε η «μνημονιακότερη» όλων». Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κ. Κουτσούμπας ανέφερε πως υπάρχει πάντα πιθανό το σενάριο ενός «μεγάλου συνασπισμού» κυβερνητικής συνεργασίας, με τη συμμετοχή ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, αν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Από την πλευρά της η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ, αφού επέκρινε τον πρωθυπουργό ότι δεν επιδιώκει ούτε τον διάλογο ούτε τη συνεννόηση, περιορίστηκε να σημειώσει: «Όταν ο λαός εκφράζει στην κάλπη τη βούλησή του να έχει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση θα πρέπει αυτό να γίνεται πράξη. Όταν όμως το μήνυμα των εκλογών δεν είναι ισχυρό υπέρ του πρώτου κόμματος, θα πρέπει το ίδιο το εκλογικό σύστημα να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για προγραμματικές συγκλήσεις αντί για ευκαιριακές συμπράξεις».
Στη συζήτηση, μετά και από αυτή την τοποθέτηση της κυρίας Γεννηματά, ο υπουργός Εσωτερικών «παρεμβαίνοντας», έκανε λόγο για υποκριτική στάση του κ. Τσίπρα, αφού όπως είπε ενώ είχε το 2015 δύο φορές την ευκαιρία να συγκροτήσει κυβέρνηση συνεργασίας με προοδευτικά χαρακτηριστικά, επέλεξε να συμμαχήσει με το κόμμα του κ. Καμμένου. Και υπό το πρίσμα αυτό, ανέφερε ότι δεν νομίζει να υπάρχει κάποια πολιτική δύναμη που να θέλει να συνεργαστεί με τον κ. Τσίπρα και τη γνωστή από την προηγούμενη πενταετία κυβερνητική στάση του.
Με πληροφορίες και φωτογραφία από την εφημερίδα “Καθημερινή”