Αριστούχος φοιτητής που έμεινε εκτός Ιατρικής γιατί είχε γράψει …μέτρια στην Έκθεση δικαιώθηκε σε «πιλοτική δίκη» από το Συμβούλιο της Επικρατείας με αποτέλεσμα να κρίνεται πλέον ως αντισυνταγματικό το πλαίσιο βαθμολόγησης και μοριοδότησης μαθητών στη μάχη της εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση
Είναι μία συζήτηση που γίνεται στους παιδαγωγικούς κύκλους και ήταν δεδομένο ότι θα έφτανε μία ημέρα στις δικαστικές αίθουσες.. Και αυτό έχει να κάνει με τα προνόμια που έχουν οι αθλητές σε βάρος των μαθητών στη μάχη που δίνουν για την εισαγωγή τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ή, με το εάν θα πρέπει όλα τα μαθήματα να έχουν την ίδια βαρύτητα στους συντελεστές για την εισαγωγή των μαθητών… Όλες οι πλευρές έχουν σε θεωρητικό επίπεδο δίκιο… Αλλά έρχεται μία στιγμή που κάποιος …χάνει. Και διεκδικεί το δίκιο του στο Δικαστήριο. Και έρχονται τα πάνω κάτω.. Και το εκπαιδευτικό σύστημα αλλάζει…
Τι συνέβη; Υποψήφιος θετικών σπουδών ενώ αρίστευσε στα μαθήματα προσανατολισμού, ήτοι Χημεία, Φυσική, Βιολογία (έγραψε 20, 19,7 και 19,5 αντίστοιχα), δεν μπήκε στην Ιατρική Θράκης γιατί πήρε 13,6 στη Νεοελληνική Γλώσσα (!!!) Αποτέλεσμα; Να συγκεντρώσει 18.495 μόρια, έναντι 18.648 που ήταν η βάση εισαγωγής. Και όπως ήταν λογικό ένιωσε αδικημένος. Και προσέφυγε σε πιλοτική δίκη στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Και δικαιώθηκε. Αποτέλεσμα; Το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνει (κατά πλειοψηφία) αντισυνταγματική τη βαθμολόγηση της Νεοελληνικής Γλώσσας (Έκθεσης κ.λπ.) ως μαθήματος γενικής παιδείας, με τον ίδιο συντελεστή βαρύτητας και όχι μικρότερο, σε σχέση με ένα μάθημα κατεύθυνσης που θεωρείται κομβικής σημασίας για την είσοδο π.χ. στην Ιατρική Σχολή. Ταυτόχρονα, θεωρεί αντισυνταγματικό το νομοθετικό πλαίσιο που θεσπίζει ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό εισόδου στα ΑΕΙ (4,5%), με προνομιακή μοριοδότηση υποψηφίων, διακριθέντων σε διάφορα αθλήματα, χωρίς καθορισμό συγκεκριμένων κριτηρίων.
Επιπλέον το ΣτΕ διχάζεται και για το κατά πόσον η πολιτεία οφείλει να προβλέπει ειδικές-ξεχωριστές θέσεις για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υποψηφίων με μαθησιακές δυσκολίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος παραβίασης των συνταγματικών αρχών της ισότητας και αξιοκρατίας.
Ολομέλεια για οριστική απόφαση
Και βέβαια η όλη υπόθεση παραπέμπεται στην Ολομέλεια λόγω σπουδαιότητας και υποχρεωτικά, αφού μπήκε ζήτημα αντισυνταγματικότητας, και σε περίπτωση που υιοθετηθούν οι σχετικές απόψεις, θα ανοίξει ο δρόμος για μεγάλες ανατροπές στον χώρο της εκπαίδευσης. Ειδικότερα, το ΣτΕ ζητάει να ακυρωθεί ως παράνομη η υπουργική απόφαση που τον περασμένο Αύγουστο επικύρωσε τους πίνακες εισακτέων σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, για το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017. Η «πιλοτική δίκη» ξεκίνησε με προσφυγές υποψηφίων που δεν πέτυχαν στις περσινές εξετάσεις στην Ιατρική και γι’ αυτό η αναμενόμενη κρίση της Ολομέλειας, ίσως, επηρεάσει εν μέρει τους περσινούς πίνακες επιτυχίας και όχι άμεσα τις Πανελλαδικές Εξετάσεις που ξεκινούν σε λίγες μέρες.
Ωστόσο, στην πράξη, τα ζητήματα αυτά είναι βέβαιο ότι θα απασχολήσουν έντονα και τους σημερινούς υποψηφίους, αφού γνωρίζοντας ότι έχουν τεθεί «στο τραπέζι» τέτοιοι προβληματισμοί, είναι βέβαιο ότι (εάν δεν περάσουν), θα σπεύσουν να υποβάλουν «μπαράζ» σχετικών προσφυγών στα δικαστήρια για τους συντελεστές βαθμολόγησης, την εισαγωγή υποψηφίων με αθλητικές διακρίσεις ή μαθησιακές δυσκολίες, κ.λπ., ελπίζοντας στη μελλοντική δικαστική τους δικαίωση.
Η Ολομέλεια ΣτΕ, όπου έπρεπε να είχαν εισαχθεί ευθύς εξ αρχής τα θέματα αυτά, δεν προλαβαίνει να συγκληθεί πριν από την εκπνοή των Πανελλαδικών που ξεκινούν στις 6 Ιουνίου και μόνο αν οριστεί ειδική εμβόλιμη δικάσιμος σε μερικές εβδομάδες, θα μπορούσαν ίσως να δοθούν απαντήσεις μέσα στο καλοκαίρι, ενώ το υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να διαχειριστεί από το φθινόπωρο την «καυτή πατάτα».
Διαβλέποντας, πάντως, τον κίνδυνο να δημιουργηθεί αναστάτωση, το Γ΄ τμήμα (πρόεδρος Αικ. Σακελλαροπούλου, εισηγητής Γ. Ζιάμος) κρίνει ότι εάν τεθεί ζήτημα ακύρωσης, λόγω αντισυνταγματικότητας, αυτή θα πρέπει να ισχύσει για το μέλλον και όχι αναδρομικά, κατά το πρότυπο των γνωστών ακυρωτικών αποφάσεων για μνημονιακές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, για τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, τον ΕΝΦΙΑ κ.λπ.
Οι δικαστικές αποφάσεις (1442-3/17) θεωρούν ομόφωνα αντισυνταγματική τη νομοθεσία που προβλέπει πριμοδότηση μαθητών-αθλητών, ακόμα και για λιγότερο σημαντικές επιτυχίες (πανελλήνια σχολικά πρωταθλήματα), επιτρέποντας την καθ’ υπέρβαση εισαγωγή τους στις ανώτατες σχολές, στο δυσανάλογα υψηλό ποσοστό του 4,5%, που έχει πλέον παγιωθεί αλλά θεωρείται αυθαίρετο (παλιότερα ήταν 3%), καθώς δεν προϋποθέτει οποιαδήποτε επίκαιρη εκτίμηση της δυνατότητας μιας σχολής να απορροφήσει σπουδαστές με συνέπεια να είναι παράνομη η μη εισαγωγή του υποψηφίου στην Ιατρική, ενώ υπερτερούσε βαθμολογικά από 25 εισαχθέντες αθλητές, ο τελευταίος των οποίων μπήκε με 15.737 μόρια.
Μόνο για διακρίσεις
Σύμφωνα, μάλιστα, με μερίδα δικαστών, η προνομιακή αυτή μεταχείριση θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο κατ’ εξαίρεση σε περίπτωση ιδιαίτερα σημαντικών διακρίσεων σε αγώνες (πρώτες θέσεις σε Ολυμπιακούς Αγώνες, Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα) και εφόσον η αθλητική δραστηριότητα των υποψηφίων σπουδαστών έχει κάποια συνάφεια με το γνωστικό αντικείμενο της σχολής, όπου επιδιώκεται η εισαγωγή (τμήματα Επιστήμες Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, ΤΕΦΑΑ). Στο ζήτημα των υποψηφίων με μαθησιακές δυσκολίες – ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (όχι των βαρέως πασχόντων), το τμήμα, με οριακή διαφορά μίας ψήφου, δέχθηκε ότι δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και την ευχέρεια του νομοθέτη να διαμορφώσει αξιοκρατικά το σύστημα επιλογής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το γεγονός ότι δεν προβλέπονται χωριστές θέσεις στις ανώτατες σχολές για τα άτομα που εξετάζονται προφορικά.
Αντίθετα, η μειοψηφία έκρινε ότι ναι μεν η προφορική εξέταση επιβάλλεται σε άτομα με μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία, δυσγραφία, δυσαριθμησία κ.λπ.), αλλά οι συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας υποχρεώνουν τον νομοθέτη να προβλέψει χωριστές θέσεις εισαγωγής τους σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, καθορίζοντας σχετικό ποσοστό βάσει διδαγμάτων της ιατρικής επιστήμης, ώστε να διασφαλίζεται η ισότητα των όρων ανταγωνισμού. Κατά την ίδια άποψη, πρέπει να ακυρωθεί ως μη νόμιμη η παράλειψη εισαγωγής του υποψηφίου στην Ιατρική, αφού διαγωνίστηκε με άνισους όρους, ανταγωνιζόμενος υποψηφίους που πέτυχαν εξεταζόμενοι προφορικά.
Η Έκθεση στο επίκεντρο
Τον δρόμο για μεγάλες ανατροπές μπορεί να ανοίξει η υιοθέτηση της άποψης της πλειοψηφίας του ΣτΕ ότι ένα μάθημα γενικής παιδείας, όπως η Νεοελληνική Γλώσσα -Έκθεση, πρέπει να έχει βαθμολογικά μικρότερο συντελεστή βαρύτητας από ένα μάθημα της ομάδας προσανατολισμού, όπως η Φυσική για τους υποψηφίους της Ιατρικής, διότι αλλιώς παραβιάζονται συνταγματικές διατάξεις.
Το ΣτΕ έκρινε, μάλιστα, αντισυνταγματικές τις διατάξεις και τη συνακόλουθη υπουργική απόφαση (28.05.15) στο μέτρο που δεν πρόβλεψε μειωμένο συντελεστή βαρύτητας στη βαθμολόγηση της Έκθεσης αναδεικνύοντάς τη σε καθοριστικό παράγοντα επηρεασμού της τελικής βαθμολογίας, ισοδύναμο με ένα μάθημα προσανατολισμού, όπως η Φυσική.
Μολονότι το ζήτημα αφορά στη συγκεκριμένη περίπτωση την Ιατρική, μπορεί να τεθεί ασφαλώς και σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις.
Η πλειοψηφία χαρακτήρισε κατ’ αρχάς θεμιτή την αξιολόγηση του επιπέδου της γλωσσικής επάρκειας ενός υποψηφίου, ανεξαρτήτως του προσανατολισμού των σπουδών του γιατί η γλωσσική καλλιέργεια υπηρετεί την ανάπτυξη της σκέψης και των πνευματικών δεξιοτήτων, επιτρέποντας μια αποτίμηση της συνολικότερης συγκρότησής του.
Όμως, η απόδοση της ίδιας βαρύτητας στην εξέταση του μαθήματος γενικής παιδείας της Νεοελληνικής Γλώσσας και στην εξέταση ενός μαθήματος της ομάδας προσανατολισμού, όπως εν προκειμένω της Φυσικής, αποτελεί ρύθμιση απρόσφορη για την επιλογή των καταλληλότερων υποψηφίων σπουδαστών για ιατρικές σχολές, δεδομένου ότι -συνεχίζει η απόφαση- η επαρκής γνώση της νεοελληνικής γλώσσας προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από την κατοχή του απολυτηρίου Λυκείου, ενώ η πρόσβαση στις ανώτατες σχολές πρέπει να κρίνεται κυρίως βάσει των επιδόσεων στα συναφή προς τις επιδιωκόμενες σπουδές αντικείμενα.
Η δυσαναλογία στη βαρύτητα που αποδίδεται στην εξέταση αυτή ενισχύει το γεγονός ότι με τον ν.4327/15 τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα για πρόσβαση σε ΑΕΙ-ΤΕΙ περιορίστηκαν σε μόνο 4, ενώ την προηγούμενη 15ετία ήταν 14 υπό το καθεστώς του ν.2525/97, έγιναν 9 με τον ν.2909/01 και 6 με τον ν.3255/04.
Η ριζική αυτή μείωση συνεπάγεται την αυξημένη βαρύτητα στην εξέταση της Νεοελληνικής Γλώσσας, η βαθμολόγηση της οποίας παρουσιάζει υποκειμενικό χαρακτήρα και το μεγαλύτερο ποσοστό αναβαθμολόγησης (5πλάσιο από άλλα μαθήματα), σύμφωνα με σχετική μελέτη που επισημαίνει και το παράδοξο, να έχουν οι υποψήφιοι της θετικής κατεύθυνσης καλύτερες επιδόσεις στο μάθημα αυτό, από υποψηφίους της θεωρητικής κατεύθυνσης. Κατά το ΣτΕ, έτσι παραβιάζονται οι συνταγματικές αρχές περί ισότητας, αξιοκρατίας, ανάπτυξης της προσωπικότητας και πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση, ενώ είναι ανίσχυρη η υπουργική απόφαση που δεν όρισε συντελεστή μειωμένο για τη Νεοελληνική Γλώσσα και για τον λόγο αυτό θα έπρεπε να ακυρωθεί ως παράνομη η υπουργική απόφαση που τον περασμένο Αύγουστο επικύρωσε τους πίνακες εισακτέων σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, για το ακαδημαϊκό έτος 2016-17.
Με πληροφορίες από την εφημερίδα το «Έθνος»