Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024. Στην διάρκεια της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων γίνεται γνωστό από τον Λεονάρδο Χατζηανδρέου, ότι ο Ολλανδός Μπεν Σλοτ (Ben Slot) – επίτιμος δημότης Νάξου – έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών. Μάλιστα, χθες έγινε και η εξόδιος ακολουθία στη χώρα καταγωγής του, την Ολλανδία. Εκεί όπου ζούσε με την οικογένειά του αντιμετωπίζοντας προβλήματα υγείας…
Αποφασίστηκε να εκδοθεί ψήφισμα για την απώλειά του από το Δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων με σημείο αναφοράς την προσφορά του στα ιστορικά δρώμενα της Νάξου και των Κυκλάδων. Μελετητής της Λατινικής αποικιοκρατίας και της οθωμανικής κυριαρχίας….
Ο χρόνος όμως γυρίζει πίσω. Ιούλιος του 2011 και βρίσκομαι στο Αγερσανί της Νάξου. Μέλος της “Κυκλαδικής” όπου είχα τη τύχη να μιλήσω για πρώτη φορά μαζί του… Και έμεινα με το στόμα ανοιχτό.. Ας δούμε τι μας είχε αναφέρει τότε…
Μπεν Σλοτ. Ένα όνομα που για τους περισσότερους στην κοινωνία της Νάξου περνάει απαρατήρητο. Για τους κατοίκους της Αγίου Αρσενίου είναι ένας συμπαθητικός κύριος με τεράστιο χαμόγελο που κυκλοφορεί με το ποδήλατό του και έχοντας στο πλευρό του την σύζυγό του Γιουνγκ. Αν και Ολλανδός μετράει ήδη πενήντα χρόνια στη Νάξο ως επισκέπτης ενώ από το 1985 έχει αποκτήσει μόνιμη κατοικία στον Άγιο Αρσένιο. Πήρε ένα παλιό σπίτι, κοντά στην πλατεία του χωριού, το αναπαλαίωσε και το έχει μετατρέψει στο καταφύγιο του έχοντας πάρει την σύνταξή του από το Ολλανδικό κράτος. Λάτρης της ιστορίας περνάει ώρες «σκάβοντας» στα ιστορικά αρχεία και όπως αποδεικνύεται έχει παρουσιάσει ουκ ολίγες έρευνες και θέματα για τη Νάξο. Η τελευταία του ομιλία ήταν στο Δημαρχείο Νάξου και στην αίθουσα «Ιάκωβος Καμπανέλλης» στις 29 Ιουνίου 2011 με θέμα «Οι Σανούδοι και το δουκάτο της Νάξου»…
Η πρώτη εντύπωση
Μερικές ημέρες αργότερα είχα την τιμή να βρεθώ στο σπίτι του και τον ανάγκασα να βρει στο δρόμο για να με προϋπαντήσει γιατί τα δρομάκια του Αγίου Αρσενίου διατηρούν τα δικά τους μυστικά. Με εντυπωσίασε το χαμόγελό του, η άνεσή του ενώ το ίδιο διακριτική και άνετη ήταν η σύζυγός του Γιουνγκ καθόλη τη διάρκεια της συζήτησης μας. Δεν είχε σχέση με ιστορία. Άλλωστε αυτά τα μεταδίδει καλύτερα στις διαλέξεις του. Ήταν απλά μία κουβέντα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Έναν που ήθελε να μάθει πως βλέπει ένας Ολλανδός την Νάξο και την Ελλάδα και έναν ξένο που προσπαθεί να πείσει όλους εμάς τους Έλληνες ότι έχουν στα χέρια τους ένα χρυσάφι που οφείλουν αν μη τι άλλο να το διατηρήσουν αν όχι να το αναδείξουν… “Νιώστε σαν κάποιον που έχει στα χέρια του ένα κομμάτι χρυσό. Τι το κάνει; Το διατηρεί; το ξεπουλάει; το αναδεικνύει; Σκεφτείτε έξυπνα” μας λέει…
Και η κουβέντα ξεκίνησε…
«Ήρθα για πρώτη φορά στη Νάξο το 1962. Δεν θυμάμαι είναι η αλήθεια πως κατέληξα εδώ. Ίσως διαβάζοντας ένα βιβλίο Γερμανού γεωλόγου, του Αλφερντ Φίλιπσον, ο οποίος είχε κάνει μία φανταστική περιγραφή του νησιού. Με είχε συνεπάρει, ήθελα να την γνωρίσω. Βέβαια δεν ήταν εύκολη η πρώτη εντύπωση… Ξεκίνησα από τον Πειραιά στις 8 το πρωί, με ένα πλοίο που δεν θυμάμαι πλέον το όνομά του (σ.σ. εννοεί το Μυρτιδιώτισσα) και έφτασα μετά τα μεσάνυχτα. Ε δεν ήταν και το ωραιότερο πράγμα που θα μπορούσε να συμβεί σε έναν νέο που έρχεται για πρώτη φορά στη Νάξο» γελάει καθώς το θεωρεί αστείο ερχόμενος από έναν διαφορετικό πολιτισμό και κουλτούρα.
Οι αλλαγές
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στην προσπάθειά του να βρει σπίτι στη Νάξο λέγοντας «ήμουν τυχερός γιατί όταν άρχισα να ψάχνω οι περισσότερες πόρτες ήταν κλειστές και τη δεκαετία του 80 ελάχιστοι ήταν αυτοί που πούλαγαν σπίτια. Τώρα όλα είναι πιο εύκολα. Υπάρχουν πρακτορεία και αρκετές ή πολλές επιλογές και όπου θέλεις. Όμως είμαστε ικανοποιημένοι εδώ. Μας αρέσει. Οι κάτοικοι είναι πολύ καλοί, μας αγαπάνε και συζητάμε αρκετές φορές. Όμως έχουν αλλάξει οι καιροί. Τότε ήταν πιο ρομαντικά εδώ. Πηγαίναμε στη θάλασσα και την απολαμβάναμε. Τώρα όχι. Τότε ήταν συμπαθητικά, τώρα είναι πιο εμπορικά. Τότε οι άνθρωποι δούλευαν περισσότερο αλλά είχαν περισσότερο χρόνο για τον συνάνθρωπο τους. Τώρα, η ζωή είναι πιο εύκολη, όμως λείπει η νοσταλγία». Τον καλέσαμε να παίξει το ρόλο του «πρέσβη της Νάξου» στους φίλους ή συμπατριώτες του. Γέλασε και πάλι. Ίσως γιατί το έχει κάνει αρκετές φορές. «για τους φίλους μου δεν έχω να πω και πολλά πράγματα. Την γνωρίζουν τη Νάξο. Για τους συμπατριώτες μου θα τους έλεγα ότι είναι το πιο ενδιαφέρον νησί των Κυκλάδων, δεν είναι εύκολο και αν είναι προετοιμασμένοι για τα πάντα. Θα δουν πολλά και όμορφα σημεία έχει τεράστια ποικιλία και όχι πολύ καλή σχέση με τον τουρισμό. Δεν είναι σαν τα άλλα νησιά που στηρίζονται σ’ αυτόν. Βέβαια έχει και τα αρνητικά του…»
Μας παίρνει ο αέρας
Ποια είναι αυτά; «Αχ αυτοί οι χάρτες. Έχουν μείνει χρόνια πίσω. Ουκ ολίγα λάθη. Να εδώ στο Αγερσανί ακόμη υπάρχουν ανακρίβειες. Χρόνια πίσω έχουν μείνει και δεν έχουν σημειώσει τις αλλαγές με αποτέλεσμα να μπερδεύονται οι ξένοι. Όμως και οι δρόμοι; Είναι κατηγορίας Β που λέμε και στην Ολλανδία. Επαρχιακοί. Εμείς είμαστε ποδηλάτες. Ξέρεις πόσες φορές έχουμε νιώσει ότι θα μας πάρει ο αέρας από τα φορτηγά ή τα λεωφορεία που τρέχουν; Πολλές φορές. Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τα ποδήλατα ή τους πεζούς. Και τα αυτοκίνητα τρέχουν. Κάτι που δεν είναι σωστό. Όμως αυτό που με ενοχλεί περισσότερο λόγω και της δουλειάς μου είναι ότι έχουν καταστραφεί σημαντικά κατά την γνώμη μου σημεία. Όπως ο παλιός δρόμος χώρας – Αγγιδιών ή στις Μέλανες τα Καλαμίτσια. Το μπετόν έχει καλύψει τα πάντα και είναι κρίμα. Πλέον μου αρέσει να πηγαίνω στην ορεινή Νάξο. Νομίζω ότι ακόμη είναι πιο καθαρή και στην νοοτροπία των κατοίκων εκεί. Δεν έχουν σχέση άμεση με τον τουρισμό όπως οι κάτοικοι της πεδινής Νάξου και τα μνημεία διατηρούνται σε καλύτερη κατάσταση. Η Νάξος είναι ενδιαφέρουσα γιατί έχει μία ιστορική συνέχεια από τον 14ο αιώνα έως σήμερα, κάτι που δεν ισχύει στα άλλα νησιά των Κυκλάδων κι αυτή την κάνει ξεχωριστή. Όσο για το Δουκάτο; Δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, ούτε ήταν μεγάλο, κάτι σαν το σημερινό Λουξεμβούργο αλλά λόγω της θέσης του είχε δύναμη».
Η «βρύση του Αγά»
Μίας που είπε τη λέξη «Λουξεμβούργο» βρίσκουμε την πάσα για να τον ρωτήσουμε πως μας βλέπουν οι κάτοικοι των Κάτω Χωρών και δη οι συμπατριώτες του «πρέπει να κατανοήσουν οι Έλληνες και εσύ ένα απλό πράγμα. Οι Ολλανδοί και οι περισσότεροι κάτοικοι στις Κάτω Χώρες είναι Προτεστάντες. Δεν είναι καθολικοί ή Ορθόδοξοι. Και έχουν ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης. Γι’ αυτούς, για εμάς είναι αμαρτία να χρωστάμε. Δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί υπάρχει ένα κράτος που χρωστάει. Υπάρχουν εφημερίδες και δη ακροδεξιές που αντιπαθούν τους Έλληνες. Δεν μπορούν να κατανοήσουν την κουλτούρα και την νοοτροπία των Ελλήνων. Οι Έλληνες δεν είναι τεμπέληδες ( μας εξηγεί ότι είναι τουρκική λέξη) απλά δεν έχουν οργάνωση και κυρίως δεν συνεργάζονται. Αυτοί είναι οι δύο λόγοι που κατά την γνώμη μου έχουν φέρει την Ελλάδα σ’ αυτό το σημείο, οικονομικά. Στην Ελλάδα χρειάζεστε τέσσερις ανθρώπους για να κάνουν μία δουλειά. Στην Ολλανδία θέλουμε δύο. Αυτό είναι το πρόβλημά εδώ. Και μην ακούω για νοοτροπία ή κατάλοιπα που έχουν σχέση με τους τούρκους. Αυτοί είναι έξυπνοι. Κι εσείς είστε και μάλιστα περισσότερο. Και συν τοις άλλοις για ποια κατάλοιπα από την τουρκοκρατία μιλάμε. Ουσιαστικά κάτι λιγότερο από 150 χρόνια συνολικά είχατε εδώ στη Νάξο τους Οθωμανούς ως κατακτητές. Όχι περισσότερα. Και το σπουδαιότερο κατάλοιπο που σας άφησαν πλέον δεν υπάρχει» Σοβαρεύει και μας λέει ότι αισθάνεται άσχημα που ένα τόσο σημαντικό μνημείο όχι τόσο ιστορικό όσο σε κοινωνικό επίπεδο όπως η βρύση του Αγά έξω στο δρόμο Νάξου – Εγγαρών πλέον δεν υπάρχει. Και αυτό είναι που τον ενοχλεί. Άλλωστε είναι ιστορικός και αυτές οι «εξαφανίσεις» τον πονάνε. Πίνακας άλλωστε και μάλιστα ιδιαίτερα σημαντικός που απεικονίζει την βρύση του Αγά τον 17ο αιώνα υπάρχει σε μουσείο του Μονάχου. Αλλά εμείς την καταστρέψαμε…
Ότι κάνετε με ψυχή
Από εκεί και πέρα, μας δηλώνει ότι εάν είχε την ευκαιρία να γυρίσει το χρόνο πίσω, πάλι τις ίδιες επιλογές θα έκανε, γιατί το ταξίδι που έκανε μέσα από τα αρχεία και τα ιστορικά έγγραφα του γέμισαν την ψυχή. Στους νεώτερους συναδέλφους του πάντως λίγο πριν την συνταξιοδότησή του είχε αφήσει ως παρακαταθήκη την έκφραση «είστε ελεύθεροι να κάνετε ότι θέλετε. Αρκεί να το κάνετε με την ψυχή σας». Η Νάξος είναι πολύ τυχερή που έχει έναν άνθρωπο που αγαπάει το νησί, που λατρεύει να την περιδιαβαίνει με το ποδήλατό του, να ανεβαίνει στο «Απάνω Κάστρο», να περιεργάζεται τις βυζαντινές εκκλησίες στην Τραγαία και να συνεργάζεται όποτε μπορεί με τους φορείς του νησιού ώστε να εκφράζει τα συναισθήματά του για ένα νησί που τον τίμησε πριν μερικά χρόνια ως επίτιμο δημότη του.
Φωτογραφίες από τη προσωπική του σελίδα στα social media…