Δύο εκαττομμύρια μάστορα, αλλά ξεβάφει λίγο… να τ’ αφήσω;
-Γυρίσααααατεεεεεε;;;;
Γιατί πότε λείψαμε;
Και γιατί μιλάμε στον πληθυντικό αριθμό;
Πάχυνα;
Και τέλος πάντων γάτης είμαι κι εγώ και έχω δικαιώματα.
Και τις ξάπλες μου έριξα και τις κροκέτες μου έφαγα και τις βόλτες μου έκανα… και σέρφινγκ έκανα πάνω στο δεύτερο κύμα του κοτρονοϊου.
Όλα τα παρακολουθούσα και πιο πολύ κι απ’ όλα και απ’ όλους την ξινή.
Άμα δεν ξέρεις πότε να της κάνεις τα νεύρα «άσπρες κορδέλες τα κορίτσια φοράνε», δεν έχει πλάκα.
-Ευτυχώς που γύρισα δηλαδή, γιατί αν αργούσα λίγο ακόμα μπορεί και να μην σας προλάβαινα.
Σεισμοί, λοιμοί, καταποντισμοί, σκέτο θρίλερ έχει γίνει η περίπτωσή σας. Με κάνα δυο πραγματάκια ακόμα και γίνεστε ταινία επιστημονικής αφασίας.
Τι εννοείς να φάω τη γλώσσα μου;
Η γλώσσα μου είμαι μια χαρά γυαλόχαρτο, δεν τρώγεται με τίποτα.
-Ελπίζω να περπατάτε τουλάχιστον.
Ο περίπατος κάνει καλό, ειδικά όταν είναι μεγάλος.
Όπως της Αθήνας για παράδειγμα.
Ναι καλέ, αυτός που ξεβάφει, λες και είναι πρωτοξάδερφος του χιονάνθρωπου που τραγουδούσε ο Μητροπάνος. Εκείνος λίγο-λίγο έλιωνε, καθώς λέει το άσμα, ο Περίπατος του δημάρχου λίγο-λίγο ξέβαφε, χωρίς άσμα.
Το άσμα θα το τραγουδήσουν οι δημότες που πληρώνουν και το λογαριασμό και την ανακατωσούρα.
Ήταν λέει μια προσομοίωση που δεν βγήκε.
Καλύτερα δηλαδή να σου βγεί το μάτι, παρά η προσομοίωση.
Δε βαριέσαι Κλώστα μου, καλή καρδιά….εσύ να είσαι καλά και θα φτιάξεις έναν άλλο Περίπατο πιο μεγάλο και με καλύτερη μπογιά. Να μη σε κατηγοράνε οι κακές οι γλώσσες.
Νταξει, μη στεναχωριέσαι, τι είναι δυο εκατομμύρια μπροστά στη γνώση που αποκόμισες;
Ένα τίποτα.
Άλλωστε, σιγά, περισσεύσανε, δεν είχανε πουθενά αλλού να τα δώσουν, μη βαρυκαρδίζεις και κοντεύει να μην ξαναφάει σσσοκολατάκι η μανούλα σου απ’ τη στενοχώρια.
Τι θέλετε δηλαδή, να πάει με κλάματα σπίτι και να λέει «δε βγήκε μάνα μ’»;
Μην είστε τέτοιοι.
Για να μην σας πω για την κάμπια που πήγε και χάλασε το γρασίδι στο σιντριβάνι της Ορμόνιας και το ‘κανε κίτρινο σαν το λεμόνι…(δικό σας).
Μη σε νοιάζει βρε δήμαρχε…η κάμπια θα γίνει πεταλούδα και ας πάει περίπατο το γρασίδι… μη στεναχωριέσαι, εσύ να σαι καλά.
-Επειδή με τα χουμάνικα δεν τα πάω πολύ καλά, το «περίπατος» σημαίνει «πέριξ του πάτου»;
Και το «περίδρομος» έχει σχέση κι αυτό με τον περίπατο, αφού έχει μέσα τη λέξη «δρόμος»;
Υποτίθεται πως πρέπει να ρωτήσω την ξινή, αλλά δεν θέλω, γιατί μετά μου κάνει μάθημα και βαριέμαι…θνιαααρρρ.
-Πάντως εκεί στην κυβέρνηση συμβαίνουν περίεργα πράγματα.
Σαν Χαρίλαος δεν πιστεύω στη γλωσσοφαγιά, αλλά εσείς που πιστεύετε, να την ξεματιάσετε μπας και συνέλθει.
Δηλαδή εκεί που κάθεται ωραία και καλά ο Κουκουτσάκος σε μια εκκλησιά, τσουπ, πάει μόνο του το δισκοπότηρο και ένα κουταλάκι τον μεταλαμβάνει.
Πάει περίπατο ο κοτρονοϊος.
Είναι ο Χαρβαλιάς, ωραίος και ψαρωτικός κι εκεί που περνάει τσουπ, βρίσκεται το χέρι ενός παπά και πάει το μανίκι και του ζητάει να το φιλήσει.
Τι να κάνει, το φιλάει.
Ξανά περίπατο ο κοτρονοϊος.
Πάνε να φτιάξουνε μάσκες για τα παιδιά στο σχολείο κι αντί για μάσκες φτιάχνουν αλεξίπτωτα.
Θα φτιάξουν άλλες λέει γιατί φώναζε η αντιπολίτευση και απ’ τις φωνές δεν άκουγαν τις διαστάσεις που φώναζε ο ντελάλης, τις κάνανε λάθος και φτιάξανε κάτι ωραιότατα αλεξίπτωτα.
Μυστήρια πράματα.
Τον Κουκουτσάκο τον παγιδεύουν τα δισκοπότηρα, τον Χαρβαλιά τα μανίκια, τις μάσκες η αντιπολίτευση, Xxxxxxx, εδώ μιλάμε για X-Files, ποια κυβέρνηση!
-Πάντως αυτό που έπαθαν Κουκουτσάκος και Χαρβαλιάς η ξινή το χει πάθει με σοκολατίνα.
Άνοιξε το ψυγείο μια μέρα και πήγε μια σοκολατίνα και την μπούκωσε.
Τι να κάνει την έφαγε.
Από τότε αποφεύγει τη ζυγαριά, με το ψυγείο τα πάει περίφημα.
Απορώ γιατί δεν ζητάει κανένα ΕΣΠΑ να αξιοποιήσει την περιφέρειά της χνιαρρρ, χνιαρρρ, χνιαααρρρ…
-Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο κοτρονοϊός έφτασε μέχρι το Αγ. Όρος.
Η Παναγία να βάλει το χέρι της.
Εσείς πάντως καλό θα ήταν να βάλετε τη μύτη σας μέσα στη μάσκα.
Κυκλοφορεί μια φήμη πως όποια-ος δε βάζει τη μύτη μέσα στη μάσκα, περνάει το ΣΔΟΕ και κόβει πρόστιμο για αυθαίρετο,
Σαν τη Σφίγγα της Αιγύπτου θα καταλήξετε..
Με αυτά δεν παίζουν.
Είπα μάσκα και το θυμήθηκα.
Έκαναν δώρο στην ξινή μια μάσκα με φάτσα γάτας. Τη φοράει κι έρχεται και μου κάνει χρρρρ…χρρρρ…
Σοβαρά τώρα;
Τι δηλαδή, βάλαμε μια γατομάσκα και γίναμε γάτηδες;
-Θνιαρρρ πιάστηκαν οι πατούσες μου να γράφουν. Πάω να κοιμηθώ ο γατούλης. Θα με ξυπνήσει αχάραγα η ξι…μα τη Μπαστέτ! Ένα κροκετίνι ήρθε και μπήκε αυθόρμητα στο στόμα μου!
Νιαχ, πλάκα σας κάνω, μόνος μου το έφαγα, τέτοιοι «αυθορμητισμοί» δεν ταιριάζουν σε γάτες.
Κοτλέ διαγωνίως
Υ.Γ.
Τελικά το έργο του Κλώστα των Αθηνών ήταν μακέτο; Δηλαδή το κανονικό, πόσο θα σας κοστίσει;