Το άγγελμα του αιφνίδιου θανάτου είναι δύσκολο να το επεξεργαστεί κανείς. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για οικείο και προσφιλές πρόσωπο, που δεν είχε σοβαρές προειδοποιητικές βολές για την επισφάλεια της υγείας του. Τώρα, η Τζώρτζια «κρατά της καμπάνας το σχοινί», κατά τον Γιάννη Ρίτσο, μαζί με τον συναγωνιστή σύζυγό της Μανώλη Γλέζο, που πέθανε πέντε χρόνια πριν, στις 30 Μαρτίου 2020, σε προβεβηκυία ηλικία.
Του Βασίλη Φραγκουλόπουλου (*)
Τότε, λύθηκαν οι πρυμάτσες του πλοίου της ζωής του για το μέγα άγνωστο και άφησε αΐδια σε μας, τους ζώντες, τους περιλειπόμενους, τη μνήμη του. «Άιδα μόνον φεύξιν ουκ επάξεται» (Σοφοκλής, Αντιγόνη, 358). Το κείμενο αυτό είναι μνημόσυνο και για τον ίδιο.
Kαι τι να πρωτοθυμηθώ…που λέει ο Ελύτης στη Μαρίνα του: «Τη βρύση με τα περιστέρια,/ των αρχαγγέλων το σπαθί,/ το περιβόλι με τ’ αστέρια,/ και το πηγάδι το βαθύ». Τις ρύμνες και τα σταυροδρόμια των διαχρονικών συναντήσεων.
Ανατρέχω στη δεκαετία του 1980. Στην Καστελορίζου, στην πλατεία Κυψέλης. Εκεί ήταν το στρατηγείο των Κυκλαδικών Νέων, της μοναδικής αυτής μακρόσχημης εφημερίδας, που ήταν δημοσιογραφικός καθρέφτης όλων των κυκλαδονήσων. Κάθε σελίδα και μια χάντρα του κυκλαδικού περιδέραιου. Κάθε σελίδα και ένα νησί. Ψυχή της εφημερίδας η Τζώρτζια και χρηματοδότης ο πένης Μανώλης Γλέζος.Για την έκδοσητής εφημερίδας κατέθετε, αυτός ο συνεπής και άκαμπτος ιδεολόγος πολιτικός, σχεδόν το σύνολο της βουλευτικής του αποζημίωσης. Δεν ήταν ποτέ δούλος του χρήματος και των αξιωμάτων, όπως περίτρανα δείχνει η όλη πορεία του στον δημόσιο βίο.
Τι παρέα δημιουργήθηκε σε αυτό το δημοσιογραφικό στενό και στέκι! Ο Νικόλας (που φτερούγισε νωρίς στους ουρανούς), ο Ηλίας και η Μερόπη, ο Τάσος, ο Κωστής (μας αποχαιρέτησεκι αυτός αιφνιδίως εδώ και μια πενταετία, λίγους μήνες μετά τον Μανώλη), η Βάσω, η Ειρήνη, ο υπογράφων. Αλλά και άλλοι γύρω από τον πυρήνα της εκδοτικής ομάδας, σαν ηλεκτρόνια σε ομοεστιακές δημοσιογραφικές τροχιές. Μια μικρή κοινότητα προβληματισμού, που τη συνείχε η ανοιχτόκαρδη και ανοιχτόμυαλη, η σεμνή, δυναμική και μεγαλόψυχη Τζώρτζια.
Η Τζώρτζια ήταν το άλφα και το ωμέγα αυτού του εγχειρήματος, η εμψυχώτρια, ο οργανωτικός νους. Η αριστερή Ελένη Βλάχου, τηρουμένων των αναλογιών, του κυκλαδικού Τύπου. Γνώστης του χώρου των εκδόσεων, αλλά και της δημοσιογραφικής δουλειάς, αφού ανέπνεε από νωρίς το αντιμόνιο των εκδόσεων. Και ο Μανώλης, εξάλλου,επαγγελματίας δημοσιογράφος ήταν και κόσμησε διευθυντικές θέσεις όχι μόνο αριστερών εφημερίδων και περιοδικών. Στο πολύβουο δημοσιογραφικό εργαστήρι της Καστελορίζου γίνονταν πολύωρες συζητήσεις, ιδεολογικές διαμάχες και προβληματισμοί, δημιουργικές αντεγκλήσεις, σχέδια, που πολλές φορές έμεναν επί χάρτου, δονκιχωτικές ονειροπολήσεις. Ήταν μια ανιδιοτελής πνευματική παρέα, που τη φλόγιζε, τη συμπάλιζε η πάντα νεανική, πρωτότυπη και παραγωγική σκέψη ενός θρύλου. Ενός περιπλανηθέντοςγια τις ιδέες του στις φυλακές και τις εξορίες αγωνιστή, που η καθημερινότητα και συμπεριφορά του ήταν αυτή ενός απλού, ανοιχτού, δημοκρατικού, δοτικού ανθρώπου, που παλλόταν από ιδέες και ιδανικά, από την έγνοια της σύνδεση του εφικτού και της ουτοπίας. Που δεν έμεινε προσκολλημένος στον ιστό της Ακρόπολης και στις δάφνες της πρώτης παρτιζάνικης ακτιβιστικής, νεανικής έκρηξης, αλλά κάθε μέρα ύψωνε και κατέβαζε αγωνιστικές σημαίες. «Προσπαθούμε να βρούμε το εφικτό, χωρίς να χάσουμε το όραμα». (Μ. Γλέζος, Νέκυιαι Ωδαί, εκδ. «σοφία», Αθήνα 2013, σ. 157).
Η Τζώρτζια δεν ήταν μόνο η γυναίκα του, αλλά και η σύντροφός του, με την αριστερή, πολιτική και ιδεολογική εννοιολόγηση της λέξης. Εκείνη η μαχητική και στιβαρή προσωπικότητα που θα είχε και θα έκφραζε θαρρετά την άποψή της (ήταν σαν την αλογόμυγα του Σωκράτη, ενίοτε ή πολλές φορές) και θα την υπερασπιζόταν σθεναρά. Εκείνη που θα συντόνιζε το έργο, που θα φρόντιζε τον Μανώλη και το πολιτικό του πρόγραμμα, που θα συσπείρωνε εμάς εν προκειμένω σε ένα δημοσιογραφικό στόχο.
Από τότε με συνέδεαν με την Τζώρτζια και τον Μανώλη ακατάλυτοι δεσμοί που ποτέ δεν διερράγησαν, γιατί οι διαφωνίες ή οι διαφορετικές απόψεις ήταν το αλάτι και το πιπέρι, ο καταστατικός όρος αυτής της συνεργασίας, της προαγωγής της δημοκρατικής συνύπαρξης και της κοινής προσπάθειας. Θυμάμαι επίσης τα υπέροχα ρεβεγιόν και τα αποκριάτικα γλέντια που στήναμε στην Καστελορίζου, με πρωτοχορευτή τον Μανώλη στον γνωστό απεραθίτικο σκοπό. που τόσο του άρεσε. Ακόμα θυμούνται έντονα τα παιδιά μου αυτές τις συνάξεις που είχαν τη σφραγίδα τής Τζώρτζιας.
Τι να πρωτοθυμηθώ… Το «κίνημα των βιβλιοθηκών», όταν, με πρωτοβουλία του Μανώλη και της Τζώρτζιας, ξεκίνησε η ίδρυση μικρών βιβλιοθηκών στα ολιγαλφάβητα σχολεία των μικρονήσων, αλλά και της ακριτικής Ελλάδας, τα ξεχασμένα από την κεντρική πολιτική σκηνή. Ο ζήλος της Τζώρτζιας στο στήσιμο αυτών των δεκάδων βιβλιοθηκών και η συγκέντρωση των κατάλληλων βιβλίων από πολλούς εκδοτικούς οίκους επισφραγιζόταν με ένα πλατύ και ηχηρό χαμόγελο στα εγκαίνιά τους, τότε που οι τοπικές κοινωνίες επιβράβευαν την πρωτόγνωρη πολιτιστική και παιδευτική αυτή πρωτοβουλία.
Τι να πρωτοθυμηθώ…Τα Γραφεία της ΕΔΑ στην Ακαδημίας, που, μαζί με τον άγρυπνο Νικόλα, η Τζώρτζια (και οι δύο ήταν ταalter egos του), αυστηρή και πειθαρχημένη, προάσπιζε τις αποφάσεις του Μανώλη, που μπορεί ενίοτε να διαφωνούσε με αυτές. Όταν κάποτε τον επισκέφθηκε εκεί ο Ρουμάνος πρέσβης στη χώρα μας και μίλαγαν γαλλικά, τη ρώτησα πού τα έμαθε ο Μανώλης, για να μου απαντήσει αυθόρμητα: Μα στις σχολικές αίθουσες των κελιών της φυλακής, τηρώντας το παλιό κομμουνιστικό σλόγκαν για την παραγωγική διαβίωση σε αυτόν τον δυστοπικό χώρο. Αυτοδίδακτος γλωσσομαθής.
Αργότερα, το 1986, τον συνόδευσε στην κοινότητα Απεράθου, αφού ο Μανώλης εγκατέλειψε τα στίλβοντα βουλευτικά έδρανα, αλλά και στην Πάρο το 2011, βοηθώντας τον τα μέγιστα να εφαρμόσει ή τουλάχιστον να καλλιεργήσει τις αμεσοδημοκρατικές αυτοδιοικητικές θέσεις του. Οι μεταστάσεις του από την Αυτοδιοίκηση (Α΄και Β΄βαθμού) στη Βουλή και Ευρωβουλή (δύο φορές και εκεί τη δεκαετία του 1980 και του 2000) δείχνουν ανιδιοτέλεια πολιτικής προσφοράς και αντίληψης, αντισυμβατική πρόσληψη της πολιτικής ως μη επαγγέλματος, κάτι ασύνηθες στην πολιτική ιστορία. Σε όλες αυτές τις διαδρομές, η Τζώρτζια ήταν παρούσα, με διαρκή έγνοια και ουσιαστική συνεισφορά, όπως είμαι σε θέση να καταθέσω ενόρκως, ως αυτήκοος και αυτόπτης μάρτυρας της ιστορίας.
Τι να πρωτοθυμηθώ…Αρχές του 2020, ο Μανώλης, άρρωστος πια και υπέργηρος, αλλά με διαυγή σκέψη, μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία και είχε πέσει κάποια στιγμή στο κρεβάτι του σε βυθιότητα, σε βαθύτατο ύπνο.Ζήτησα να τον δω, όταν καταστεί αυτό δυνατό. Μια μέρα με ειδοποίησε η Τζώρτζια και έσπευσα στη Ψαρών. Καθίσαμε στο σαλόνι του σπιτιού του, τον φωτογράφισα και μαγνητοφώνησα τη συζήτησή μας, λίγες μέρες πριν πεθάνει. Ήταν μια αποκαλυπτική συνέντευξη, αντισυμβατική, με ερωτήματα που δεν του είχαν τεθεί ή υπήρχε αμφισημία στην πρόσληψή τους. Η συνέντευξη, που έγινε παρουσία της Τζώρτζιας, της γυναίκας μου και του… covid, είναι δύσκολα διαχειρίσιμη, επειδή περιέχει πολλά προσωπικά στοιχεία και προσωπικά δεδομένα άλλων. Ακόμη και τότε σκεφτόταν τα έξι άγραφα βιβλία του, αυτός ο πολυγράφος και επί ποικίλων θεμάτων και ειδών γραφής δημιουργός. Είχε σχεδιάσει και τον τρόπο της κηδείας του, που τον ανέτρεψε η πανδημία.
Μετά τον θάνατο τού Μανώλη, η Τζώρτζια πρωτοστάτησε, μαζί με τον Σύλλογο Μνήμης και Δράσης Μανώλης Γλέζος, στην ίδρυση ενός χώρου διαφύλαξης, αρχειοθέτησης με βάση τους αρχειακούς κανόνες, ελεύθερης πρόσβασης και μελέτηςπλούσιων αρχειακών τεκμηρίων, βιβλίων, φωτογραφιών, μεταλλίων κ.λπ., ενός χώρου ποικίλων διαδραστικών εκδηλώσεων, ενός νεοκλασικού κτιρίου που παραχώρησε με πρωτοβουλία του ο Δήμος Αθηναίων γι’ αυτόν τον σκοπό.
Στον χώρο αυτόν θα οργανώνονται ποικίλες εκδηλώσεις για την ανάδειξη ιστορικών, πολιτικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και περιβαλλοντικών θεμάτων και δράσεις που συνάδουν με τη πολυσχιδή δραστηριότητα και την πολυειδή προσωπικότητα του Μανώλη Γλέζου.
Ο Σύλλογος υπογραμμίζει με ανακοίνωσή τουότι «τώρα αναλαμβάνει να εκπληρώσει το χρέος αυτό, στη μνήμη πλέον και της Τζώρτζιας Αργυροπουλου. Της το υποσχόμαστε. Της το χρωστάμε. Δεν θα ξεχάσουμε τη ζωντάνια, την πολυμέρεια και το σθένος υπεράσπισης των θέσεων και απόψεών της. Θα είναι, εξάλλου, νοερά κοντά μας στο εγχείρημα που μαζί ξεκινήσαμε, ως ανεξόφλητη οφειλή προς την Ιστορία, την κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική διαδρομή και τους διαρκείς αγώνες του Μανώλη Γλέζου για το λαό και την πατρίδα».
Αύριο, το Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών θα υποδεχθεί τη σορό της Τζώρτζιας, δίπλα σε εκείνη του Μανώλη. Θα συγγράψουνλίγα από τα άγραφα βιβλία μιας περιπετειώδους διαδρομής, κοντά στα τόσα που μας έχει κληροδοτήσει;
Κι εμείς, θα χτυπάμε«τις καμπάνες της μνήμης», όταν πλέον συχνά «τα ρόπτρα της μνήμης και του χρέους κρούουν τις θύρες της λησμονιάς…» (Νέκυιαι Ωδαί, σ. 113). Αν ο Μανώλης ζούσε σήμερα, με ποια ωδή θα προσπαθούσε να επαναφέρει, ως άλλος Οδυσσέας στην ομηρική ραψωδία (λ), τη νεκρή Τζώρτζια από τον κόσμο των νεκύων, από την αντίπερα όχθη, για να συζητήσουν, σε μια μαγική τελετή, τα παρόντα και τα μελλούμενα; Την έχει γράψει ήδη:
«…Μπροστά μας ολάνοιχτος ο δικός μας Άδης,
χωρίς τη συμβουλή της Κίρκης
ταξίδι “…ἐπ’ Ὠκεανῷ βαθυδίνῃ,
αὐτὸς δ’ εἰς Ἀΐδεω ἰέναι δόμον εὐρώεντα.
ἔνθα μὲν εἰς Ἀχέροντα Πυριφλεγέθων τε ῥέουσι
Κώκυτός θ’, ὃς δὴ Στυγὸς ὕδατός ἐστιν ἀποῤῥώξ,
πέτρη τε ξύνεσίς τε δύω ποταμῶν ἐριδούπων…”.
Είπαμε, όχι ταξίδι σε Κιμμέριες χώρες,
τάφροι, ιεροτελεστίες, χοές, θυσίες.
Εδώ ΄ναι τος ολοφάνερος ο δικός μας Άδης,
με τους δικούς μας ανθρώπους, νά τους,
σε μιαν ατέλειωτη λιτανεία πορεύονται,
επιμένουν να μας δείχνουν τους δρόμους προς το μέλλον,
την ώρα, που το ρίγος από τη θυσία τους μας σταυρώνει.
Παραμερίζουν τις σινδόνες της λησμοσύνης
από τη σκοτεινιά της λήθης
κι έρχονται ξαμώνοντας το αύριο με τα άσωστα οράματα»
(Νέκυιαι Ωδαί, σ. 168)
Και αλλού:
«Στ’ ακρόχειλα της ακτογραμμής
στα σύνορα της μεγάλης φυγής,
όρθιος, ασάλευτος περιμένω,
τη μεγάλη στιγμή της απόδρασης.
Ασυγκίνητο μ’ αφήνει ο αχός του κυμάτου,
το τραγούδι των Σειρήνων.
Κρυώνω κι ανατριχιάζω κι αναχεντρώνομαι μόνο,
καθώς μέσα στη νύχτα τ’ αερικά της
ψαχουλεύουν τις δαχτυλιές της γης
νά ΄βρουν τα κρησφύγετα της ελπίδας,
να καμακώσουν το φως».
(Νέκυιαι Ωδαί, σ. 104).
Τώρα, εκεί στον Βέγα, το φωτεινότερο αστέρι του αστερισμού της Λύρας, στη γειτονιά του Ήλιου, μόλις 25 έτη φωτός από εδώ, θα ξανανοίξουν το ομότιτλο βιβλιοπωλείο τους και θα είναι ορατοί, όπως και το αστέρι αυτό, τα θερινά ναξιώτικα βράδια μας.
(*) Ο Βασίλης Φραγκουλόπουλος είναι νομικός – οικονομολόγος, μέλος του “Συλλόγου Μνήμης και Δράσης Μανώλης Γλέζος”
# Η πολιτική κηδεία της Τζώρτζιας Αργυροπούλου θα γίνει την προσεχή Δευτέρα 31 Μαρτίου 2025, στις 13:30, στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.