Εν μέσω προεκλογικής περιόδου, υπό τους ήχους διθυράμβων νίκης από τη μια και κοπετών ήττας από την άλλη, βρίσκονται στον ανήφορο των Πανελλαδικών εξετάσεων χιλιάδες υποψήφιοι προσδοκώντας να βρεθούν στη Γη της Επαγγελίας της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Της Σοφίας Μαργαρίτη (#)
Βιώνουν στην πορεία τους την ψυχολογική πίεση, τον ανταγωνισμό, την κοινωνική απομόνωση, την αγωνία, ενώ ταυτόχρονα απειλούνται με συντριβή ανάμεσα στις Συμπληγάδες της ενδεχόμενης αποτυχίας και της διάψευσης των προσδοκιών γονέων και δασκάλων. Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η τρομοκρατία των κυβερνοεπιθέσεων που έχει στηθεί από κακόβουλους χρήστες επικίνδυνων λογισμικών.
Παιδιά τα οποία τα προηγούμενα χρόνια υπέμειναν το βάσανο του εγκλεισμού, τον πειραματισμό της τηλεκπαίδευσης, την οικονομική και υγειονομική κρίση, φθάνουν στην τελική ευθεία για να διεκδικήσουν ασθμαίνοντας το έπαθλο της επιτυχίας στον αγώνα δρόμου των εξετάσεων.
Ως εκ τούτου, ο 17χρονος υποψήφιος επωμίζεται διπλό το φορτίο : αφενός της επίτευξης των προσωπικών του στόχων, αφετέρου της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των εμπλεκομένων στη διαδικασία αυτή. Για να φθάσει δηλαδή ως το τέρμα, επιβάλλεται να ξεκινήσει τουλάχιστον δύο χρόνια πριν έναν αγώνα δρόμου, όπου έχουμε εξαπολύσει όλα τα θεριά να τον καταβροχθίσουν: υπέρογκη και απαιτητική διδακτέα ύλη, ασφυκτική πίεση χρόνου, επιδίωξη μέγιστης δυνατής παραγωγικότητας, κοινωνική απομόνωση, φραγή όλων διεξόδων, το φόβο και την ανασφάλεια ενός αβέβαιου μέλλοντος ζωγραφισμένου με τα πιο μελανά χρώματα σε περίπτωση αποτυχίας στις εισαγωγικές.
Ταυτόχρονα ο μαθητής (και η οικογένειά του) αποτελούν τον δυνητικό καταναλωτή σε μια κερδοσκοπική διαδικασία, κατά την οποία συναινεί να αποτελέσει μέλος σε μια ιεραρχικού τύπου σχέση (ως εξεταζόμενος), προσανατολισμένος εξ απαλών ονύχων σε έναν ελεγκτικό μηχανισμό αποκομιδής πληροφοριών στο πλαίσιο μιας επίπονης εξετασιοτροπικής πορείας. Αυτή η θησαυριστική και ωφελιμιστική γνώση αποτελεί ένα κεφάλαιο που πωλείται και αγοράζεται, (εκ)τιμάται και αξιολογείται με στόχο την παραγωγή συμβολικών αντιμισθίων, που στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι η (ακάλυπτη) επιταγή της επαγγελματικής αποκατάστασης διά της Πανεπιστημιακής οδού.
Σε αυτές τις συνθήκες, οι στόχοι και η εκπαιδευτική πρακτική στο σύνολό της τα μάλα απέχουν από το να χαρακτηριστούν στοιχειωδώς επαρκείς. Συνεχίζει να υφίσταται η στατική και παθητική θεώρηση της διδακτέας ύλης, αγκυλωμένη σε καλούπια που υποδεικνύονται ευσχήμως και χρηματοδοτούνται δεόντως απόπολιτικές σκοπιμότητες, διαιωνίζοντας φορμαλιστικές τεχνικές διδασκαλίας και αξιολόγησης. Ο εκπαιδευτικός ως υπο-κείμενο στην κανονιστική λειτουργία των εκπαιδευτικών θεσμών προκαλεί άμεσα ή έμμεσα, συνειδητά ή υποσυνείδητα την αδρανοποίηση των κινήτρων για ουσιαστική και ολόπλευρη ανάπτυξη στον μαθητή, αδυνατώντας φύσει και θέσει να προσεγγίσει ολιστικά το κοινωνικό φαινόμενο της μαθησιακής διαδικασίας.
Την παθογένεια της εκπαίδευσης έρχεται να υποτροπιάσει η απειλή της τεχνητής νοημοσύνης, δημιουργώντας επισφάλεια όσον αφορά στη χρήση της για εκπαιδευτικούς λόγους. Από τη μια πλευρά υπόσχεται ωκεανό ψηφιακών πληροφοριών, την αποτελεσματικότητα την παραγωγικότητα, την ευκολία μάθησης, την εξατομικευμένη διδασκαλία και την άμεση ανατροφοδότηση του διδασκόμενου, εξημερώνοντας τον σκεπτικισμό όσων θέτουν το ψευδοδίλημμα μεταξύ του τεχνολογικού εγγραμματισμούκαι τεχνολογικού αναλφαβητισμού. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν και εκείνοι που της αποδίδουν ανθρωποβόρα γνωρίσματα και διαβλέπουν ηθικά προβλήματα, θεωρώντας ότι υπονομεύει την κριτική σκέψη, τη φαντασία και τη δημιουργικότητα του μαθητή, καθιστώντας τον αδύναμο για ανάγνωση – επίγνωση και κατάγνωση, καθώς «ανέγνω αλλά ουκ έγνω, ει γαρ έγνω, ουκ αν κατέγνω»[1] (παραφράζοντας τα λόγια του Μ. Βασιλείου:) οδηγώντας τον σε πολιτισμική και κοινωνική αλαλία.
Εκείνο που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι η χρήση των νέων τεχνολογιών δεν επιτρέπεται να διεκδικεί θέση αποκλειστικότητας και αποκλεισμού. Η εκπαίδευση δεν είναι μόνο τεχνοκρατική διαδικασία αλλά πρωτίστως κοινωνική διεργασία. Μήπως να επανεξετάσουμε το ενδεχόμενο το εκπαιδευτικό σύστημα να προάγει έναν πολιτιστικό σνομπισμό, προωθώντας τους αποφοίτους της μέσης εκπαίδευσης σε οικονομικό και θετικό προσανατολισμό, περιφρονώντας την παραδοσιακή μας κουλτούρα και τις ανθρωπιστικές σπουδές; Γιατί οι μεγάλες επενδύσεις τείνουν να κατευθύνονται προς τα πεδία της επιστήμης και της τεχνολογίας, ενώ οι τέχνη και ο πολιτισμός πορεύονται με τα περισσεύματα. Η «επιστήμη έχει γίνει η τέχνη του αιώνα μας», όπως επιβεβαιώνει και ο ιστορικός της μικροβιολογίας H.F. Judson.
Ο ανθρωπισμός και η τεχνολογία δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως αντίθετοι πόλοι, ως κάθετα διαχωρισμένοι τομείς, αλλά διασταυρούμενες γραμμές, ζωοποιά αλληλένδετες φλέβες στο σώμα της διδασκαλίας και της εξέλιξης. Η ποίηση να συνδυάζεται με τη δημιουργικότητα και την επιστήμη, η φαντασία του καλλιτέχνη με την επινοητικότητα του ερευνητή, η φυσική με τη φιλοσοφία, η τεχνική γνώση με το παρασκήνιο του θεάτρου.
Η ταύτιση του πολιτισμού και του ανθρωπισμού με φοβικό σύνδρομο εξέλιξης αφενός, αλλά και η τεχνολογική δυστοπία αφετέρου, οδηγούν σε στασιμότητα το εκπαιδευτικό σύστημα, εκθέτοντας την νεοελληνική παθογένεια και τις οιδηματικές διαστάσεις της, το ψεύδος των επιφαινομένων και το συνειδησιακό κενό παντός υπευθύνου. Να έρθει επιτέλους η στιγμή που το μοίρασμα της τράπουλας στο πολιτικό παιχνίδι να μοιράσει όχι κέρδη αλλά ευθύνες και υποχρεώσεις και η εκπαίδευση να μην είναι ο άσος στο μανίκι κάποιου παίκτη, ούτε η ΕΒΕ και η αγωνία χιλιάδων υποψηφίων πεδίο στροβιλωδών συγκρούσεων στο χαρτοπαίγνιο των κομμάτων.
Εύχομαι επιτυχία όχι στους μαθητέςμας που εξετάζονται- αυτοί την έχουν εξασφαλίσει – αλλά στους επόμενους κυβερνώντες, υπουργούς και εκπαιδευτικούς που θα δοκιμασθούν επί ξηρού ακμής.
[1]Μτφρ : «διάβασε αλλά δεν κατάλαβε, αν καταλάβαινε, δεν θα καταδίκαζε»
(#) Η Σοφία Μαργαρίτη είναι φιλόλογος – συγγραφέας εκδόσεων Ζήτη με καταγωγή από τη Νάξο
Δείτε εδώ το βιογραφικό της