Ξημέρωσε Κυριακή. Από το βράδυ το μυαλό μου ήταν στο τρέξιμο, λες και με περίμενε ένας παλιός φίλος να τα πούμε. Σήμερα, το πρόγραμμα λέει τρεις ώρες. Εχω φτιάξει το δρομολόγιό μου, τα πράγματά μου είναι έτοιμα – ακουστικά, τζελάκια, νεράκι, μια μπανάνα. Στις Κυκλάδες, το τρέξιμο εξαρτάται πάντα από τον καιρό, τον αέρα, τη διάθεση της φύσης. Σήμερα πάω νότια.
Του Σπύρου Παπαδόπουλου (#)
Βγαίνω από τη Χώρα της Νάξου με τα ακουστικά χαμηλά, να ακούω τα αυτοκίνητα μέχρι να αφήσω πίσω μου τον θόρυβο. Μόλις μπω στον δρόμο για τα Υρια, ο ρυθμός μου σταθεροποιείται, το σώμα αρχίζει να ζεσταίνεται, το μυαλό μπαίνει στη γνωστή του διαδικασία. Πολλοί λένε πως το τρέξιμο είναι προπόνηση, για μένα είναι ψυχανάλυση. Συζητάω με τον εαυτό μου, ξεκαθαρίζω σκέψεις, λύνω προβλήματα. Μερικές φορές σκέφτομαι πως αν με δει κάποιος να μιλάω μόνος μου, θα με περάσει για τρελό. Αλλά δεν πειράζει.
Η άνοιξη είναι εδώ. Το καταλαβαίνεις από τα χρώματα, τη μυρωδιά των λουλουδιών, τα μυγάκια που κολλάνε στο μέτωπο. Ο δρόμος προς τα Υρια έχει μια δική του ενέργεια – κάθε φορά που περνάω νιώθω πως με γεμίζει. Οι αρχαίοι ήξεραν να διαλέγουν τα μέρη τους.
Ο ήλιος ανεβαίνει, η ζέστη κολλάει πάνω μου, 26 βαθμοί και κουφόβραση. Οι ανάσες βαραίνουν λίγο, αλλά το σώμα συνεχίζει. Ο δρόμος με βγάζει στις διάσημες παραλίες του νησιού – άδειες τώρα, πανέμορφες χωρίς ξαπλώστρες, μπιτς μπαρ και παρκαρισμένα τεράστια τζιπ όπου να ’ναι. Μόνο η θάλασσα και η άμμος. Το μυαλό μου έχει αρχίσει να καθαρίζει. Οι σκέψεις έχουν μπει στη σειρά τους, οι λύσεις εμφανίζονται μόνες τους. Παρατηρώ γύρω μου. Ανθισμένα λουλούδια, κάποιοι ποδηλάτες, χαιρετιόμαστε με ένα βλέμμα, σαν να λέμε «εμείς ξέρουμε». Μπαίνω σε μια προστατευόμενη περιοχή – ούτε κτίρια ούτε ξενοδοχεία, μόνο αγελάδες και κατσίκες να με κοιτάζουν αδιάφορα.
Αλλάζω διαδρομή και μπαίνω στη ζώνη της οικοδόμησης. Ξαφνικά, ο νους γεμίζει καινούργιες σκέψεις. Πόσο αλλάζει το τοπίο, πόσο γεμίζει το νησί από πράγματα που δεν του ανήκουν. Από τη γαλήνη στη φασαρία, από την καθαρότητα στον θόρυβο του τσιμέντου.
Ηρθε η ώρα της επιστροφής. Το σώμα κουρασμένο, το μυαλό όμως γεμάτο από εικόνες και σκέψεις. Πάντα η επιστροφή είναι αλλιώτικη πιο βαριά, πιο σιωπηλή. Ξέρεις τη διαδρομή, δεν έχει την ίδια μαγεία με το άγνωστο. Αλλά την τρέχεις γιατί πρέπει να γυρίσεις πίσω.
Στον δρόμο του γυρισμού, όλα φαίνονται πιο ήσυχα, πιο γνώριμα. Το βλέμμα όμως ψάχνει ακόμα μικρές λεπτομέρειες, σημάδια που δεν είχες προσέξει πριν. Μια παπαρούνα στην άκρη του δρόμου, ένα χαμόγελο από έναν περαστικό, η αίσθηση πως η μέρα αυτή σου έδωσε κάτι μικρό, μα πολύτιμο.
Φτάνω στη Χώρα ξανά. Το σώμα βαριά κουρασμένο, το πρόσωπο ιδρωμένο, αλλά μέσα μου νιώθω ελαφρύς. Ολα μπήκαν στη θέση τους. Το τρέξιμο τα έκανε πάλι όλα απλά.
Αλλά δεν σταματάω. Ο δρόμος συνεχίζεται, όπως πάντα. Και εγώ μαζί του.
(*) Ο Σπύρος Παπαδόπουλος είναι επιχειρηματίας και έμπειρος δρομέας. Ζει μόνιμα στη Νάξο
Αρθρο που δημοσιεύτηκε στο «Τρέχω», το κυκλοφόρησε το Σάββατο 22 Μαρτίου με ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο, με την επιμέλεια Γιάννη Βασαλάκη