Να ξεδιψάσουμε….. Αφιερωμένο στην αρχαιότατη πηγή του Αγίου Ακεψιμά στο Φυλλαδάκι και στον Αντώνη Σαλτερή στο Καστράκι
Εκεί ανάμεσα στους θάμνους, στην αφθονία της ποικίλης βλάστησης για την υγεία και ευημερία του οικοσυστήματος σώζεται για πολλούς αιώνες μια πέτρινη πηγή. Το όνομά της «πηγή του Ακεψιμά» προέρχεται από ένα μοναστήρι του 6ου αιώνα στο Πολίχνι Σαγκρίου, στην περιοχή Φυλλαδάκι, αφιερωμένο στον Άγιο Ακεψιμά ή Άη Ψιμά, όπως τον λένε οι Ναξιώτες. Η πηγή μεταφέρει τη μνήμη ενός μεγάλου μοναστηριού της περιοχής που το έκαψε τον 15ο αιώνα ο Μπαρμπαρόσα.
Κείμενο – Φωτογραφίες: Γιώργος Καρνέζης
Το άφθονο τρεχούμενο, χωρίς παύση, νερό της πηγής συγκεντρωνόταν πρώτα σε μια στρογγυλή, σκαλισμένη μαρμάρινη γούρνα, απ’ όπου ξεδιψούσαν όλα τα ζώα της περιοχής. Και αυτό που περίσσευε, μεταφερόταν σε μια μεγάλη στέρνα κι από εκεί κατηφόριζε, ποτίζοντας τη βλάστηση της περιοχής. Ακόμη, το πεντακάθαρο, κρυστάλλινο νερό της πηγής ήταν κατάλληλο για τους ανθρώπους.
Όπου και να περπατήσεις στη Νάξο, σε κάθε σημείο, αρχαιότητες, γεφύρια, εκκλησάκια, μοναστήρια, πηγές, χωριά, όλα είναι αφηγητές των αιώνων που πέρασαν και άφησαν ανεξίτηλα τα σημάδια του Πολιτισμού. Η Νάξος δεν περιβάλλεται μόνο από τα τιρκουάζ χρώματα του θαλάσσιου τοπίου της. Οι άνθρωποι που αναζητούν το πολιτισμικό της ανάγλυφο, γρήγορα θα διαπιστώσουν πως αυτό δεν εξαντλείται ποτέ!
Η πηγή «Ακεψιμάς» δε μας μεταφέρει μόνο στην τραγική μνήμη του μοναστηριού. Σηματοδοτεί και προειδοποιεί, σαν σοφός ιερέας, τη μέγιστη αξία από την οποίαν προέρχεται ο κόσμος: Το νερό. Ο Ακεψιμάς έτρεχε για αιώνες αδιαλείπτως, προσφέροντας ζωή σε κάθε ζωή. Τον προηγούμενο αιώνα, το 1985 το νερό της πηγής έπαψε να τρέχει. Σαν μια άλλη Κασταλία, απέσβετο και το λάλον ύδωρ αυτής.
Απόγευμα. Μέρες του Ιούνη 2025. Ο ήλιος φωτίζει με τις ακτίνες του από τη Μικρή Βίγλα την πηγή του Ακεψιμά, 300 μέτρα πιο πάνω από την Αγία Παρασκευή του Πολιχνίου. Επισκέφθηκα την πηγή με την προτροπή του Αντώνη Σαλτερή από το Καστράκι και έχοντας κατά νου ότι θα δω ένα μνημείο του κυκλαδίτικου Πολιτισμού. Ο Αντώνης είναι προικισμένος με την ιστορία και τους θρύλους του γενέθλιου τόπου του. Μιλούσε για την πηγή του Ακεψιμά ως να μιλούσε για την ιστορία του κόσμου.
“Περνούσα από την πηγή καθημερινά μαζί με τους συμμαθητές μου. Περπατούσαμε δεκατέσσερα χιλιόμετρα την ημέρα, για να πάμε στο Σχολείο. Ξεδιψούσαμε σε κάθε πέρασμα από εκεί. Γύρω από την πηγή υπήρχαν αρκετά δέντρα, για να χορτάσουμε με διάφορα φρούτα αλλά και αμύγδαλα. Όλα γύρω μας ήταν πράσινα. Φαγητό θα τρώγαμε στο σπίτι αργά το βράδυ”.
Τα λόγια αυτά του Αντώνη έφεραν αμέσως στη μνήμη μου τον λόγο του αείμνηστου παιδοψυχολόγου, Λάκη Κουρετζή σε μια σχολική εκδήλωση για τους γονείς: “Δεν είναι καθόλου απαραίτητο να πάτε τα παιδιά σας σε Μουσεία. Αυτό που χρειάζεται είναι να μάθουν την ιστορία του τόπου τους και να τη μεταδίδουν με αγάπη. Με αυτόν τον τρόπο και μόνο, όταν ενηλικιωθούν, θα σεβαστούν την ιστορία και άλλων Πολιτισμών. Κι έχουν χρόνο για τα Μουσεία. Οι άνθρωποι αυτοί, τα παιδιά σας δηλαδή, θα είναι έτσι πραγματικά καλλιεργημένα και θα έχουν αποκτήσει κοινωνική αγωγή και συνείδηση”.
Στα χρόνια μας λίγες είναι οι στιγμές που ο Ακεψιμάς θα εμφανίσει το νερό του, έπειτα από μια μεγάλη βροχή. Όλοι εμείς σήμερα ξέρουμε τι πρέπει να γίνει, εκτός και αν είμαστε εαυτούληδες, αδιάφοροι και παθητικοί άνθρωποι. Η λειψυδρία έγινε η καθημερινή λέξη της ζωής μας. Η πηγή του Ακεψιμά διατηρεί στην όψη της για αιώνες την πολιτισμική βάση. Περιμένει καρτερικά να δεχθεί τη ζωή από τις φλέβες της γης, ώστε να αρχίσει το πανηγύρι σε όλα τα έμβια όντα αυτής της περιοχής στο Φυλλαδάκι. Να ανθίσουν οι βερυκοκιές, οι αχλαδιές, οι αμυγδαλιές, οι μυρωδιές και τα χρώματα. Ο μνήμες και οι διηγήσεις του εγκάρδιου φίλου μου Αντώνη Σαλτερή να ξεδιψάσουν κι αυτές!
Σήμερα, αρχές Ιουλίου στον Πειραιά, στο σπίτι μου. Τα κλιματιστικά συμμετέχουν σαν πυροσβέστες, σκαρφαλωμένα στα μπαλκόνια και τις ταράτσες, προσφέροντας μια τεχνητή, ακριβή δροσιά, για να μην καούμε ολοσχερώς. Βλέπω τη φωτογραφία της πηγής του Ακεψιμά από την οθόνη του υπολογιστή μου. Ένας συνειρμός – τραγωδία της σύγχρονης ζωής με κατακλύζει. Έρχεται από το ψυχολογικό δράμα του έργου του Ευριπίδη, τη Μήδεια: « Ξέρουμε το κακό, και όμως το κάνουμε».