Η Υπατία βλέπει τη σημαία και μιλάει για τα συναισθήματα που της γεννάει έτσι όπως βρίσκεται στον “οντά του παππού”
Αυτή η σημαία έχει σίγουρα μια ιστορία μεγάλη. Φαίνεται. Από τα σκισίματα και το πολυκαιρισμένο σκούρο μπλε χρώμα της. Με το σταυρό της απάνω το μικρό.
Γιατί γίνεται γαλανόλευκη χωρίς σταυρό; Ανέκαθεν χέρι χέρι πολεμούσαν εξάλλου αυτά τα δύο στοιχειά στη ψυχή του Έλληνα. Η αγάπη για την πατρίδα του και η πίστη του στους Θεούς. Κι όποτε λιποψυχούσε το ένα παρέστεκε το άλλο.
Τη φαντάζομαι …πριν μου μιλήσει καν …να σέρνεται στις αμάχες και να αρπά λίγο το λευκό της από το μπαρουτοκάπνιασμα συμπλοκών μεγάλων.
Με τη νίκη να φαντάζει αδιανόητη τις πιο πολλές φορές. Μα αυτή εκεί να ανεμίζει το πέπλο της πεισματικά, να εμψυχώνει, να σκεπάζει, να παρηγορεί, να στέκει ακοίμητος φρουρός και προστάτης του λαβωμένου έλληνα.
Την ήθελα αυτή τη σημαία! Πάση θυσία! Και θα την αντάλλασσα με τα χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα γυαλιστερής γαλανόλευκης που πασχίζουν να ανεμίσουν σήμερα κόντρα στον καιρό…
Σ’ αυτό το ξεφτισμένο αλλά τιμημένο κομμάτι πανί, όλα τα ιερά και τα όσια του λαού μας ξάφνου στριμώχτηκαν. Σ’ εκείνο το ταπεινό ένα μόλις τετραγωνικό.
Στείλε μου τη σημαία, της λέω! Είναι μιας φίλης μου. Ήξερα είναι του παππού της.
Μου την έστειλε.
Πες μου την ιστορία, της λέω! Ήθελα να ακούσω με τα αυτιά μου τα ίδια όλα όσα ψυχανεμίζονταν τα μάτια μου και δακρύζανε τόσο καιρό. Τις αμάχες, τα μπαρούτια, τη σκόνη τη βουτηγμένη, τις παρελάσεις μετά, πόσα παιδάκια αμούστακα θα είπαν το ποίημά τους από κάτω κι αυτή να κυματίζει παλιοκαρισμένη μα περήφανη.
Πες μου την ιστορία της λέω!
Τι να σου πω … μου λέει … για τη σημαία; Τη θυμάμαι πάντα στον οντά του παππού μου.
Αυτή κι αν είναι, της λέω, μια εκπληκτική ιστορία!
Αυτό το …πάντα… κι αν ήταν εκπληκτικό!
Πιο πολύ κι απ’ όσα είχα φανταστεί ακόμη.
Υπατία
(*) Χρόνια πολλά και ελεύθερα. Εκ παντοίων κινδύνων. Με αγάπη και Ειρήνη στον κόσμο.