Η “Ελπίδα” αποτελεί παρελθόν… Η Υπατία μέσα από το τρίπτυχο “Ευχαριστώ” – “Συγνώμη” και ¨Αί Σιχτίρ” καταθέτει τις σκέψεις της για όλα αυτά που είδαμε τις ημέρες της κακοκαιρίας
Έι εσύ! Ναι εσύ! Που πήγες χιλιόμετρα μακριά περπατώντας μέσα στα χιόνια για να φτάσεις στην εφημερία σου.
Κι εσύ που έκανες διπλοβάρδια γιατί κανείς άλλος δεν μπορούσε να ρθει να σε αντικαταστήσει.
Έι εσύ! Που πήρες το φτυάρι ντυμένος στα χακί φαντάρος και άνοιγες δρόμους ώρες ολάκερες μέσα στο ψύχος.
Κι εσύ που περπάτησες πεντακόσια ή χίλια μέτρα για να βρεις ζεστούς καφέδες και τυρόπιτες στο πλησιέστερο βενζινάδικο για όσουςείχαν μπλαβίσει από το κρύο.
Έι εσύ! Που έβαλες τα άρβυλα και ό,τι άλλο ζεστό πανωφόρι είχες και βγήκες με το ξυλοκοφτικό στους δρόμους να κόψεις τα πεσμένα δέντρα από τα χιόνια.
Έι κι εσύ! Εναερίτη! Που ανέβηκες στους στύλους της ΔΕΗ με κίνδυνο της ζωής σου, για να φωτίσεις πάλι τον κόσμο…
Kαι σε περίμενε η γυναίκα σου στο σπίτι, με ένα ζεστό πιάτο φαΐ και μάτια κουρασμένα από την αγωνία.
Έι εσύ! Που έτρεξες να βοηθήσεις τον συνάνθρωπό σου με όποιο τρόπο και κουβάλησες στην πλάτη σου γέρους και παιδιά…ή έβαλες το καλό σου τζιπ για να σέρνει αμάξια.
Κι εσύ που εκείνη την ίδια ώρα βούτηξες εθελοντής μες τη φουρτούνα να σώσεις ναυαγούς στα νερά της Κισσάμου από ένα φορτηγό πλοίο γεμάτο παλιοσίδερα…
Ευχαριστώ!
Έι εσύ! Που τρέμανε τα χέρια σου μέσα στο αυτοκίνητο και δεν είχες νερό ούτε φαΐ και ούτε καμιά βοήθεια ερχόταν και ένοιωθες πως θα πάθεις εγκεφαλικό ή έμφραγμα από το φόβο…και τελικά έπαθες.
Εσύ! Που σε έπιασε να κοιλοπονέσεις τη νύχτα που η χιονιά είχε κόψει το νομό στα δυό και οι γιατροί στο κέντρο υγείας τα ξημερώματα πήραν όλους τους γνωστούς και τους πολιτικούς που είχαν, για να παρακαλέσουν να ανοίξουν ένα δρόμο που έπρεπε να είναι ανοιχτός.
Έι εσύ! Που έμεινες εικοσιτετράωρα χωρίς θέρμανση και νερό με μωρά και αρρώστους στο σπίτι, ενώ ο μπάρμπα Γιώργης στο μιτάτο του χωριού του είχε πιο πολύ ζέστα από σένανε στην πρωτεύουσα της χώρας.
Έι εσύ! Που πήδηξες μαντρότοιχους και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο μέχρι να φτάσεις στο σπίτι σου κατάκοπος από την κούραση και το φόβο.
Κι εσύ ακόμη που έσερνες το νεκρό σου μέσα στο χιόνι πάνω σε μια κουβέρτα, γιατί δε γινόταν αλλιώς…
Συγνώμη!
Έι εσύ! Που έκανες το κρατικό χρήμα μασουράκι κάτω από το προσκεφάλι σου…το χρήμα του λαού για την ακρίβεια…και μετά σε κάθε κρίση μην τον είδατε… μην τον απαντήσατε…
Ει εσύ! Που νομίζεις πως θα πεις μια συγνώμη και καθάρισες γιατί από τότε που ανακαλύφτηκε η συγνώμη το φιλότιμο χάθηκε.
Έι εσύ που είχες τη μελέτη του μηχανικού στο συρτάρι του γραφείου σου και έμεινε εκεί…για πάντα στο συρτάρι… Kι εγώ να θυμάμαι τις ίδιες λακκούβες στους δρόμους της πόλης μου από τότε που ήμουνα μικρή και είχα κοτσιδάκια.
Έι εσύ! Που ρίχνεις το φταίξιμο πάντα στο άλλον, αλλά αρνείσαι κάθε φορά τη δική σου συλλογική ευθύνη και δεν ανοίγει ποτέ ρουθούνι κανενός και για τίποτα…
Ε Άισιχτίρ!
(*) Ελπίζω να μη μου διέφυγε κάτι…
Υπατία