Η Υπατία ζητάει τη σιωπή μας… Για να μπορέσουμε να βιώσουμε το Θείο Δράμα…. Και να επιστρέψουμε στα χρόνια της αθωότητά μας…
Σωπάσετε δα!
Σωπάσετε τα σήμαντρα και τις πομπώδεις ψαλμωδίες.
Σωπάσετε τα φώτα, τα βεγγαλικά και τις κροτίδες σας.
Σωπάστε όλη τη μουρμούρα και τους ήχους. Και τα τακούνια ακόμη στα σοκάκια κάποιων κυριών με ενοχλούνε.
Σωπάσετε.
Να ακούσω το γλυκύ μου έαρ. Από φωνές καθάριες άγουρες και κοριτσίστικες.
Όπως τότε στην εκκλησία της παιδικής μου ηλικίας.
Σωπάσετε το μοιρολόι να γροικήξω. Της Παναγιάς. Βαρύ το πένθος ασήκωτο Της Μάνας. Και θόρυβο πολύ κάνουν τα θυμιατά σας.
Σωπάσετε να ακούσω όλες τις μάνες που αλυχτούν κάτω από σταυρούς και μνήματα και ραίνουν μόνο μύρ οακριβό τα δάκρυά τους.
Σωπάσετε.
Ξέφρενο Πάσχα αλλόκοτο το φετινό. Μετά από τόσο εγκλεισμό και πανδημία.
Βουλιάξαν τα νησιά, ξεχύθηκε ο κόσμος στις πλατείες.
Ξεχάσαμε τον πόλεμο που μαίνεται, τη φτώχεια τη δικιά μας και τη δυστυχία.
Γιομίσαμε εικόνες από επιτάφιους που μύρισαν κρίνα και λεμονανθούς οι εκκλησίες.
Δυό κόσμοι κονταροχτυπιόνται πάντοτε στις ράχες του ξανθού Απρίλη. Ζωή και θάνατος. Άνθη και άκανθοι. Αλήθεια και υποκρισία.
Κι εμείς…
Εμείς ασπρίσαμε όλες τις ντάμες στα πλακόστρωτα, μα όχι τα καλντερίμια της ψυχή μας.
Ακούσαμε τα Ευαγγέλια με ευλάβεια μα ως αναμάρτητοι σφίγγουμε ακόμη το λίθο στη γροθιά μας.
Εκείνος δίδαξε φως αγάπη και συγχώρεση κι εμείς για το συμφέρον μας πουλούμε και τον αδερφό μας.
Βάλαμε τα χρυσά μας και τα ποίκιλτα, ενώ Αυτός φορούσε έναν απλό χιτώνα μόνον.
Ουαί ημίν.
Πολύ ευλάβεια στριμώχτηκε απόψε στον ναό της ενορίας. Μια ευλάβεια που θα σκορπίσει σαν άλλη Σταχτοπούτα βιαστικιά μόλις σημάνει 12… μην και κρυώσει η μαγειρίτσα.
Κι εγώ φέρνω στο νου μου την εκκλησία πάλι του χωριού της παιδικής μου ηλικίας.
Κρύβομαι πίσω απ’ τις κολόνες τις μαρμάρινες και ψάχνω απεγνωσμένα να μυρίσω ανθούς αλήθειες κι αρώματα από αναμνήσεις όλο νοσταλγία.
Που μου δινε η γιαγιά μου για το χατήρι του Χριστού να φάω κιτρολέμονο κι εγώ τη ρώταγα ανυπόμονα αργούν τα 12 Ευαγγέλια να πάμε σπίτι;
Με κείνον τον μικρό τον επιτάφιο που κρέμονταν δεξιά κι αριστερά στα ξεφτισμένα κουρτινάκια οικολαΐνες.
Το σήμερον κρεμάται επί ξύλου που έλεγε ο παπάς και ορκιζόμουνα πως είχε ένα λυγμό αλήθεια η φωνή του.
Και κείνο το Χριστός Ανέστη που ήταν αλλιώς …ναι αλλιώς …όταν λαμπάδιαζε ο ουρανός απ’ τις κροτίδες.
Χριστός Ανέστη!
Σ’ έναν κόσμο που δοκιμάζεται συνεχώς, το να κρατήσουμε τις χριστιανικές αξίες ζωντανές και να μετριάσουμε τον αχώρητο πόνο του ανθρώπου και τη δυστυχία,είναι ίσως η μόνη καλή Ανάσταση εν Ζωή που μπορούμε να ελπίσουμε.
Υπατία