Μία ακόμη απίστευτη –άκρως ελληνική– ιστορία φέρνει στην επιφάνεια το κτηματολόγιο – Η Καλντέρα της Σαντορίνης ανήκει στο Δημόσιο (!!!) – Αιτία; Μία γραμμή σε τοπογραφικό πριν από 23 χρόνια (!!!)
Από χθες, Δευτέρα 5 Ιουλίου το Κτηματολόγιο έχει μπει στη ζωή μας εδώ στις Κυκλάδες και όπως φαίνεται οι εκπλήξεις θα είναι αρκετές… Τι θέλουμε να πούμε; Στη Σαντορίνη, νόμιμα τμήματα των οικισμών των Φηρών, της Οίας και του Ημεροβιγλίου επάνω στην καλντέρα, δηλαδή σε ένα από τα πιο εμβληματικά μέρη της Ελλάδας, έχουν καταγραφεί ως δημόσιες εκτάσεις!
Κι αυτό χάρη σε μια… γραμμή που «τραβήχτηκε» πρόχειρα σε ένα τοπογραφικό σχέδιο πριν από 23 χρόνια από την Κτηματική Υπηρεσία Κυκλάδων. Η υπόθεση έχει φθάσει ήδη στα δικαστήρια, με επιτακτικό ζητούμενο να λυθεί πριν η κτηματογράφηση του νησιού προχωρήσει.
Η παράλογη αυτή υπόθεση έχει την αφετηρία της στο 1998, σε ένα υπηρεσιακό έγγραφο που έστειλε η Κτηματική Υπηρεσία Κυκλάδων στη ΔΟΥ Θήρας. «Μετά την ανάθεση σε υπαλλήλους της υπηρεσίας μας έρευνας ιδιοκτησιακού καθεστώτος της περιοχής “καλντέρα” Οίας νήσου Θήρας, από το οποίο προέκυψε ότι η καλντέρα καθ’ όλον της το μήκος είναι δημόσιο κτήμα έκτασης 5.380.000 τ.μ., σας στέλνουμε συνημμένως μια σειρά τοπογραφικά στα οποία είναι αποτυπωμένη ολόκληρη η καλντέρα (…) και παρακαλούμε για την καταγραφή του ακινήτου στο βιβλίο δημοσίων κτημάτων που τηρεί η υπηρεσία σας», αναφέρει το σημείωμα και η είδηση έρχεται στο φως από την εφημρίδα “Καθημερινή”
Σύμφωνα με τον… μύθο (εν προκειμένω όχι αστικό, αλλά νησιωτικό), η κινητοποίηση της Κτηματικής Υπηρεσίας ήταν αποτέλεσμα «κόντρας», εξέχοντος εκείνη την εποχή πολιτικού προσώπου με την αυτοδιοίκηση του νησιού. Η Κτηματική Υπηρεσία κατέγραψε ουσιαστικά ως δημόσιο τον διάσημο γκρεμό της καλντέρας, ξεκινώντας από το λεγόμενο «φρύδι» της (δηλαδή το άκρο της, που προσφέρει τη διάσημη σε όλο τον κόσμο θέα). Μόνο που το αποτέλεσμα ήταν τελικά άκρως προβληματικό. «Το τοπογραφικό ήταν πολύ αόριστο, σε μεγάλη κλίμακα (1:10.000). Επιπλέον, η γραμμή που “τραβήχτηκε” από την υπηρεσία ήταν πρόχειρη και δεν αποτύπωσε σωστά το “φρύδι” του πρανούς», λέει στην «Κ» ο Κυριάκος Σαββίδης, επικεφαλής της εταιρείας «Γεωανάλυση» που έχει αναλάβει την κτηματογράφηση του υπολοίπου των Κυκλάδων. «Ως αποτέλεσμα, μέσα σε αυτή την έκταση των 5.380 στρεμμάτων συμπεριέλαβε τμήματα των οικισμών στο Ημεροβίγλι, στην Οία και στα Φηρά, μέσα στα οποία βρίσκονται ιδιοκτησίες, καλλιέργειες, ξενοδοχεία και κατοικίες, όλα νόμιμα. Επιπλέον, σε κάποια σημεία η γραμμή έφθασε μέχρι τη θάλασσα, συμπεριλαμβάνοντας λ.χ. λιμενικές υποδομές, καθώς και ιδιοκτησίες ιδιωτών γύρω από αυτές».
Αποκαλυπτικό της προχειρότητας με την οποία συντάχθηκε το τοπογραφικό του 1998 είναι ότι εκείνη την εποχή επτά οικισμοί της Σαντορίνης ήταν ήδη οριοθετημένοι. Η χάραξη όμως δεν έλαβε υπόψη τα όρια του εγκεκριμένου τότε πολεοδομικού σχεδίου, αλλά… το «διέσχισε» τυχαία.
Στον Αρειο Πάγο
Στα χρόνια που μεσολάβησαν, κάποιοι από τους ιδιώτες που η υπόθεση τους αφορούσε προσέφυγαν στα δικαστήρια. Οπως εξηγεί η Ελένη Τσίκνα, νομικός του γραφείου κτηματογράφησης, δύο από τις περιπτώσεις αυτές έφτασαν μέχρι τον Αρειο Πάγο το 2013 και το 2017. «Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στην οποία είχε παραπεμφθεί ως θέμα γενικότερου ενδιαφέροντος το ζήτημα της κτήσης ιδιοκτησίας επί των γκρεμνών της καλντέρας της Σαντορίνης, ναι μεν δέχεται ότι δεν ισχύει το τεκμήριο της κυριότητας του Δημοσίου στα νησιά των Κυκλάδων. Πλην όμως, αυτό ισχύει μόνο για τις γαίες καθαρής ιδιοκτησίας (μούλκια), ενώ για τις εκτάσεις των νησιών αυτών που αφορούν τα δάση, τους αιγιαλούς, τα κοινόχρηστα, τις βοσκές και τις εκτάσεις, που λόγω της μορφής τους δεν εξουσιάζονται από κανέναν, όπως και τα γκρεμνά της καλντέρας, μετά τον αγώνα της ανεξαρτησίας κατέστη κύριος αυτών το ελληνικό Δημόσιο ως διάδοχος του οθωμανικού κράτους, δικαιώματι πολέμου. Στους ιδιώτες που προσέφυγαν δικαστικά, το δικαστήριο τους ζητά να αποδείξουν ότι η ιδιοκτησία τους καλλιεργούνταν ή κατοικούνταν τουλάχιστον για 30 χρόνια το 1915».
Τι μπορεί να γίνει για να λυθεί το ζήτημα της καλντέρας; Οπως φαίνεται υπάρχουν δύο οδοί. Η μία είναι η επίλυση του θέματος με νομοθετική ρύθμιση. Η άλλη είναι να επανεξεταστεί από την Κτηματική Υπηρεσία Κυκλάδων η απόφαση του 1998 και να αντικατασταθεί το τοπογραφικό της με ένα πληρέστερο. «Κάποτε ήρθε το Δημόσιο, τράβηξε αυθαίρετα μια γραμμή (που λόγω της κλίμακας του χάρτη, μόνο η γραμμή αυτή αντιστοιχεί στο έδαφος σε 30 μέτρα!) και χαρακτήρισε ως δημόσια, κομμάτια οικισμών και ιδιοκτησίες ιδιωτών», λέει ο δήμαρχος Θήρας Αντώνης Σιγάλας. «Ηρθε η ώρα να τα διορθώσουμε όλα αυτά. Πρέπει να υπάρξει πολιτική παρέμβαση για να επαναχαραχθεί σωστά η δημόσια έκταση. Επιπλέον, αν αποδειχθεί ότι κάποιοι έχτισαν παράνομα εκτός των ορίων των οικισμών και πρέπει να εξαγοράσουν την έκτασή τους, το όφελος σε γη ή χρήμα πρέπει να έρθει στον δήμο για να τεθεί σε κοινή ωφέλεια».
«Η νόμιμη διαδικασία δεν φαίνεται να είχε τηρηθεί: δεν κλήθηκαν οι φερόμενοι ιδιοκτήτες να υποβάλουν τίτλους, δεν ελήφθησαν υπόψη τα πολεοδομικά σχέδια, δεν ελήφθησαν μαρτυρικές καταθέσεις από παλαιούς κατοίκους, δεν εφαρμόστηκαν τα στοιχεία σε εξαρτημένο τοπογραφικό», λέει ο κ. Σαββίδης. «Ενδεχομένως λοιπόν η υπόθεση μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να λυθεί και χωρίς νομοθετική ρύθμιση, με την παρέμβαση του υπουργείου Οικονομικών».
Η υπόθεση είναι εν γνώσει και του Ελληνικού Κτηματολογίου. «Η κτηματογράφηση κατά καιρούς αναδεικνύει προβλήματα που χρονίζουν άλυτα», λέει ο πρόεδρός του Δημήτρης Σταθάκης. «Ο εντοπισμός των προβλημάτων δεν πρέπει να μας φοβίζει. Αντιθέτως, αποτελεί ευκαιρία για να αναζητήσουμε εγκαίρως λύσεις. Το Ελληνικό Κτηματολόγιο μπορεί να μελετήσει σύνθετα προβλήματα με επάρκεια υποδομών και με εκτεταμένη εμπειρία στις νομικές και τεχνικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Εχουμε ενημερωθεί για τη διεκδίκηση από το ελληνικό Δημόσιο και από ιδιώτες έκτασης στην καλντέρα Σαντορίνης. Είναι προς το συμφέρον των ιδίων των δικαιούχων να συμμετέχουν στη διαδικασία υποβάλλοντας δήλωση. Ετσι θα εξεταστούν συστηματικά τυχόν διεκδικήσεις, που ενδεχομένως παρουσιάζονταν ως μεμονωμένες περιπτώσεις έως τώρα, και θα αναδειχθεί συνολικά το θέμα προς επίλυση από τους αρμόδιους φορείς».