Το μοντέλο του φορολογούμενου που παίρνει το «χρυσό μετάλλιο» στη φοροδιαφυγή περιγράφει μελέτη του οίκου Ernst & Young για το θέμα. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία της μελέτης πρόκειται για αυτοαπασχολούμενο γιατρό, κάτοικο της Νότιας Ελλάδας σε μη αστική περιοχή, παντρεμένο με πολλά (τέσσερα και πλέον) παιδιά και με υψηλό εισόδημα.
Έστω και με μικρή καθυστέρηση μάθαμε ποιος είναι ο τύπος του φοροφυγά στην Ελλάδα. Και το παράξενο είναι ότι δύσκολα μπορείς να τον δεις στην καθημερινότητά μας. Ο λόγος; Μα ξέρετε πολλούς γιατρούς με τέσσερα και πλέον παιδιά να είναι οι φοροφυγάδες; Ναι εντάξει οι γιατροί θεωρούνται εκ των βασικών υπόπτων αλλά και με πολλά παιδιά; Και μάλιστα στη Νότια Ελλάδα ως μόνιμη κατοικία αλλά όχι σε μεγάλη πόλη; Είναι λίγο παράξενο όπως και να το κάνεις… Η ουσία είναι ότι με βάση την έρευνα του οίκου Ernst & Young έχουμε το μοντέλο του Έλληνα φοροφυγά: Αυτοαπασχολούμενος γιατρός, κάτοικος της Νότιας Ελλάδας σε μη αστική περιοχή, παντρεμένος με πολλά (τέσσερα και πλέον) παιδιά και με υψηλό εισόδημα
Τα αποτελέσματα
Η μελέτη, που παρουσιάστηκε στην εκδήλωση με θέμα την πάταξη της φοροδιαφυγής την οποία διοργάνωσαν την περασμένη εβδομάδα ο ΣΕΒ και η πρωτοβουλία Διανέοσις, περιλαμβάνει την ανάλυση του φαινομένου με κριτήρια όπως το επάγγελμα, ο τόπος κατοικίας, η οικογενειακή κατάσταση κλπ. Σύμφωνα με την ανάλυση αυτή:
– Το ποσοστό των μη δηλωθέντων εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων κυμαίνεται σε 57% – 58,6%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μισθωτών ανέρχεται σε 0,5% – 1%.
Μετά την αυτοαπασχόληση και ο αγροτικός τομέας παρουσιάζει επίσης υψηλά επίπεδα φοροδιαφυγής, με το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος να φτάνει στο 53% (σύμφωνα με ανάλυση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005). Σημειώνεται ωστόσο στη μελέτη ότι το χαμηλό ποσοστό φοροδιαφυγής στη μισθωτή εργασία γεννά υποψίες «συνεννόησης» / «αμοιβαίας συμφωνίας» μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, για απόκρυψη ενός μέρους ή του συνόλου του μισθού των εργαζομένων, προκειμένου να ωφελούνται όχι μόνον οι εργαζόμενοι, καθώς δεν φορολογούνται για τα εισοδήματα που αποκτούν, αλλά και οι εργοδότες, αφού αποφεύγουν την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων τους.
– Οι τομείς της αγοράς στους οποίους «ενδεχομένως», όπως αναφέρεται στην έρευνα, παρατηρείται μεγαλύτερη φοροδιαφυγή είναι ο ιατρικός κλάδος, ο κατασκευαστικός, ο εκπαιδευτικός, ο κλάδος παροχής λογιστικών – χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και ο κλάδος παροχής νομικών υπηρεσιών.
– Μελέτη που στηρίχθηκε σε ανάλυση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005, καταδεικνύει ότι η φοροδιαφυγή είναι μεγαλύτερη σε γεωγραφικές περιοχές όπως η Νότια Ελλάδα, όπου το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος ανέρχεται σε 16%, ενώ στην περιοχή της Αττικής το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος κυμαίνεται στο 6%
Γενικά οι περιοχές εκτός αστικών κέντρων εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα φοροδιαφυγής.
– Η ίδια μελέτη (των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των ετών 2004 – 2005), καταδεικνύει ότι τα φυσικά πρόσωπα με υψηλά εισοδήματα φοροδιαφεύγουν περισσότερο, με το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος να ανέρχεται σε 14,7%.
– Τέλος, οι άγαμοι φοροδιαφεύγουν λιγότερο (το ποσοστό του αδήλωτου εισοδήματος ανέρχεται σε 7,2%), ενώ οι έγγαμοι και οι έγγαμοι με παιδιά φοροδιαφεύγουν περισσότερο, με το ποσοστό να αυξάνεται ανάλογα με το πλήθος των μελών της οικογένειας. Ειδικότερα, το ποσοστό αδήλωτου εισοδήματος στους έγγαμους ανέρχεται στο 10,4%, ενώ αυξάνεται σταδιακά μέχρι το 16,7% σε έγγαμους με τέσσερα και πλέον τέκνα.
Κι όμως υπάρχει …τρόπος
Το γενικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η μελέτη είναι ότι η έκταση της φοροδιαφυγής θα μπορούσε να κυμαίνεται περίπου από 6% έως 9% του ΑΕΠ, καθώς:
– Το εύρος των διαφυγόντων εσόδων από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων κυμαίνεται περίπου από 1,9% έως 4,7% του ΑΕΠ.
– Τα συνολικά διαφυγόντα έσοδα από ΦΠΑ ανήλθαν σε 3,5% του ΑΕΠ σε όρους 2013.
– Το συνολικό ποσό από τη μη είσπραξη Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Οινοπνευματωδών Ποτών, εξαιτίας του λαθρεμπορίου, αντιστοιχεί σε 0,05% του ΑΕΠ σε όρους 2012
– Οι συνολικές απώλειες εσόδων από τη μη καταβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, εξαιτίας του λαθρεμπορίου τσιγάρων, αντιστοιχεί περίπου σε 0,3% του ΑΕΠ σε όρους 2014.
– Τα διαφυγόντα έσοδα από τον ΕΦΚ στα καύσιμα αντιστοιχούν σε 0,1% του ΑΕΠ σε όρους 2014.
– Τέλος τα διαφυγόντα έσοδα από τη μη καταβολή φόρου νομικών προσώπων είναι 0,06 – 0,15% του ΑΕΠ.
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ – ΜΠΕ