Από την 1η Μαΐου, ο βασικός μισθός αυξάνεται κατά 50 ευρώ τον μήνα, από τα 663 ανεβαίνει στα 713 ευρώ, ανακοίνωσε σε τηλεοπτικό μήνυμά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Από την 1η Μαΐου, ο βασικός μισθός αυξάνεται κατά 50 ευρώ τον μήνα, από τα 663 ανεβαίνει στα 713 ευρώ, ανακοίνωσε χθες σε τηλεοπτικό μήνυμά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε πως είναι ποσό το οποίο, συνδυαστικά με την πρώτη δόση του Ιανουαρίου, ισοδυναμεί με μία συνολική αύξηση 9.7% σε σχέση με τον κατώτατο μισθό του 2021. Με απλά λόγια, όπως τόνισε, οι σχεδόν 650.000 εργαζόμενοι αυτής της κατηγορίας θα κερδίσουν παραπάνω από έναν επιπλέον καθαρό μισθό ετησίως. «Ένας 15ος μισθός προστίθεται, στο εξής, στο εισόδημά τους» υπογράμμισε.
Ειδικότερα, σημείωσε πως η άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 50 ευρώ είναι μια απόφαση ευθύνης και αλληλεγγύης και τόνισε ότι κύριο μέλημά του είναι να μην διαρραγεί η κοινωνική μας συνοχή, «αλλά και να μην υπονομευθούν, από άστοχες κινήσεις, όσα μαζί καταφέραμε έως τώρα».
Επιπλέον, είπε πως έχει εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της οικονομίας και πάνω από όλα στους Έλληνες εργαζόμενους και διαμήνυσε: «”Ανάπτυξη για όλους” ήταν εξαρχής η υπόσχεσή μας. Και αυτόν το στόχο υπηρετεί η πολιτική μας. Σήμερα, κάνουμε ένα ακόμα σημαντικό βήμα για να τον πετύχουμε».
Αναλυτικά οι δηλώσεις του πρωθυπουργού:
«Καθημερινά σε πόλεις και γειτονιές συναντώ εργαζόμενους, και κυρίως νέους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Η κοινή αγωνία που διακρίνω στα πρόσωπα όλων είναι η ακρίβεια από τη διεθνή ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι τιμές στο ρεύμα, στο ράφι του σούπερ μάρκετ, στο βενζινάδικο.
Ακούν για την οικονομία που αναπτύσσεται, διαπιστώνουν πολλές θετικές αλλαγές, όμως αναρωτιούνται αν αυτή η ανάπτυξη τους αφορά πραγματικά. Αισθάνονται ότι, χωρίς βοήθεια από την οικογένεια, δύσκολα τα βγάζουν πέρα. Ειδικά, μάλιστα, αν είναι αναγκασμένοι και να νοικιάζουν σπίτι.
Έχουν δίκιο. Γιατί οι αμοιβές, πράγματι, είναι ακόμα πολύ χαμηλές στον τόπο μας. Οι πληγές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης δεν έχουν επουλωθεί. Και, βέβαια, τώρα, η παγκόσμια έκρηξη του πληθωρισμού χτυπά πρώτα τους χαμηλόμισθους και τους ανέργους.
Ακριβώς σε αυτούς, λοιπόν, απευθύνεται η σημερινή μου απόφαση. Έτσι, από την 1η Μαΐου, ο βασικός μισθός αυξάνεται κατά 50 ευρώ τον μήνα. Από τα 663 ανεβαίνει στα 713 ευρώ. Ποσό το οποίο, συνδυαστικά με την πρώτη δόση του Ιανουαρίου, ισοδυναμεί με μία συνολική αύξηση 9.7% σε σχέση με τον κατώτατο μισθό του 2021. Με απλά λόγια, οι σχεδόν 650.000 εργαζόμενοι αυτής της κατηγορίας θα κερδίσουν παραπάνω από έναν επιπλέον καθαρό μισθό ετησίως. Ένας 15ος μισθός προστίθεται, στο εξής, στο εισόδημά τους.
Οφείλω να σημειώσω πως η πρωτοβουλία μας αυτή αγγίζει τα απώτατα όρια της οικονομίας. Το ποσοστό αύξησης του πρώτου μισθού απασχόλησε πολύ την αρμόδια επιτροπή, τους κοινωνικούς εταίρους, όσο και τον υπουργό Εργασίας. Όμως αποτελεί πολιτική μας απόφαση. Την οποία και θα εισηγηθώ με θέρμη στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Γιατί σε κάθε κοινή δοκιμασία, κοινή είναι και η ευθύνη. Και όπως δίκαια πρέπει να αναλαμβάνονται τα βάρη, έτσι δίκαια θα πρέπει και να έχουν όλοι μέρισμα από το απόθεμα του πλούτου που δημιουργεί η εθνική παραγωγή και ανάπτυξη.
Πρόκειται για επιλογή που περιλαμβάνει πολλές παραμέτρους. Όπως, συνεπώς, μία οικογένεια διαχειρίζεται το σήμερα χωρίς να διακινδυνεύει το αύριο των μελών της, έτσι και η κυβέρνηση καλείται να ισορροπεί. Ανάμεσα στις παροδικές ανάγκες του παρόντος και στις εθνικές υποχρεώσεις του μέλλοντος.
Κάθε αύξηση δεν πρέπει να επιβαρύνει ούτε την ανταγωνιστικότητα, ούτε το κόστος, ιδίως των μικρών επιχειρήσεων, που το μετατρέπουν σε αντικίνητρο για νέες προσλήψεις. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι οι επιχειρήσεις έχουν στηριχθεί πολύ από την κυβέρνηση. Με λιγότερους φόρους και εισφορές. Με ρευστότητα μέσω της Επιστρεπτέας Προκαταβολής. Αλλά και με τις πρόσφατες επιδοτήσεις για την κάλυψη του ενεργειακού κόστους.
Τώρα είναι η ώρα των εργαζόμενων. Και πρώτα των χαμηλόμισθων. Γιατί ποτέ δεν οραματίστηκα μια οικονομία με συγκριτικό της πλεονέκτημα τις χαμηλές απολαβές. Αντίθετα, δεσμεύτηκα για πολλές και καλοπληρωμένες δουλειές. Και, πράγματι, η ανεργία ήδη μειώνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Μέσα σε 33 μήνες έχει υποχωρήσει 5 ολόκληρες μονάδες, παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις που μεσολάβησαν».