Ο Σωτήρης Σπαθάρης ήταν ο πατέρας του Ευγένιου Σπαθάρη και ένας από τους ιδρυτές του Πανελλήνιου Σωματείου Καραγκιοζοπαιχτών. Ο Σωτήρης Σπαθάρης είναι ένας από τους λίγους καραγκιοζοπαίχτες που εξέδωσαν την αυτοβιογραφία τους.
Κι εκεί γράφει και για την επίσκεψη του στην Νάξο, η οποία ήταν ιδιαίτερη. Γιατί; Διαβάστε το σχετικό κείμενο που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο “Απομνημονεύματα Σ. Σπαθάρη και η Τέχνη του Καραγκιόζη”…
“Στη Νάξο παίξαμε στη παραλία της Χώρας καμιά εικοσαριά παραστάσεις. Όλα πήγαιναν καλά, αλλά άξαφνα μια βραδιά τσακωθήκανε όλοι οι καφετζήδες και σπάσανε τα κεφάλια τους με ραβδιά, γιατί όλοι θέλανε ο Καραγκιόζης να κοιτάζει κατά το δικό τους μαγαζί. Και έτσι η δουλειά χάλασε.
Περιμέναμε δέκα μέρες για να συμβιβαστούμε, σωθήκανε τα λεφτά μας και απελπισμένοι πάμε τουρνέ ποδαρόδρομο σε όλα τα χωριά. Αυτός ο τουρνές ήτανε μεγάλη τραγωδία, γιατί σε όποιο χωριό λέγαμε να παίξουμε η απάντηση ήτανε “όχι”. Τέτοιους σκληρούς ανθρώπους δεν είδα σε όλη την Ελλάδα. Αφού φτάσαμε στην άκρη της Νάξου, στο χωριό Μουτσούνα και παίξαμε και εκεί, γυρίζαμε πίσω απελπισμένοι στη Χώρα.
Στο δρόμο σταθήκαμε σε ένα χωριό, Φιλότι το λέγανε και καθίσαμε να ξεκουραστούμε κάνα δύο ώρες. Για καλή μας τύχη μάθαμε πως ο αστυνόμος ήταν Κρητικός. Εκείνη την ώρα κοιμότανε. Όταν ξύπνησε του είπα: “Γιατί κύριε αστυνόμε να μη παίξουμε στο χωριό μια που ήρθαμε ? Υστερα εμείς λέμε ένα καλό ποίημα για τον Βενιζέλο”.
Αμέσως ο αστυνόμος μας βάζει και στήνουμε στην αυλή της αστυνομίας τη σκηνή μας και λέει σε 3 χωροφύλακες να πάνε σε όλα τα μαγαζιά και τα σπίτια και να πούνε πως ο αστυνόμος θέλει να ‘ρθουν όλοι στις εννιά να δούνε Καραγκιόζη στην αυλή της αστυνομίας …..
….η παράσταση άρχισε και εκεί που ο πασάς σκοτώνει τη μητέρα του καπετάν Γκρή και βγαίνει η ψυχή της, και ο άγγελος λέει το ποίημα της Σημαίας, λέω “ω πόσο θα σε θαυμάζουνε της Αγιάς Σοφιάς οι θόλοι, όταν ο Βενιζέλος μας θα μπει μέσα εις την πόλη”. Πρώτος ο αστυνόμος χειροκρότησε και μαζί του όλος ο κόσμος .
Ο δίσκος που βγάλαμε μάζεψε καμιά εβδομηνταριά δραχμές και ένας χωροφύλακας μας έφερε άλλες τόσες, γιατί ο αστυνόμος είχε βάλει όποιον έμπαινε να δίνει 3 δεκάρες. Μετά την παράσταση φάγαμε και με δυο αγωγιάτες, κατόπιν διαταγής του αστυνόμου, κατεβήκαμε στη Χώρα. Το απόγευμα μπήκαμε στον πλοίο και φύγαμε για Σαντορίνη”.
Η παραπάνω επίσκεψη του Σωτήριου Σπαθάρη πρέπει να έγινε γύρω στα 1918 . Δημοσιεύθηκε στο βιβλίο ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ Σ.ΣΠΑΘΑΡΗ ΚΑΙ Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ. Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε στη βιβλιοθήκη ΝΙΚΟΥ Ν. ΓΛΕΖΟΥ στ’ ΑΠΕΡΑΘΟΥ ΝΑΞΟΥ με αριθμό ευρετηρίου 221.
Με πληροφορίες από τον ΟΡΕΙΝΟΣ ΑΞΩΤΗΣ