Δύο γεγονότα σημάδεψαν την ιστορία των Κυκλάδων μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους (1832).
Το ένα είναι στην Σύρο η δημιουργία της Ερμούπολης, της νεότερης ελληνικής πόλης. Aποικίστηκε από προσφυγικούς πληθυσμούς του Ανατολικού Αιγαίου, οι οποίοι ενισχύθηκαν σταδιακά με εσωτερικούς μετανάστες από άλλα νησιά των Κυκλάδων.
Το δεύτερο γεγονός είναι ο αποικισμός Δονούσας, Κουφονησιού, Σχοινούσας και Ηρακλειάς από Αμοργιανές οικογένειες, κυρίως από την περιοχή της Αιγιάλης.
Κείμενο του Νίκου Νικητίδη
Το 1700 ο Γάλλος φυσιοδίφης Πιτόν ντε Τουρνεφόρ ταξίδεψε στο Αιγαίο. Για την Δονούσα γράφει: «Υπάρχει μόνο μία στάνη, καταφύγιο 5-6 φτωχών βοσκών… Κάθε τρεις μήνες στέλνουν στους βοσκούς παξιμάδια».
Βρήκε την Κέρο βοσκότοπο «όπου οι μοναχοί της Αμοργού στέλνουν δύο καλόγερους την εποχή που παρασκευάζουν τυριά. Εκτρέφουν εκεί περισσότερα από 300 αιγοπρόβατα».
«Η Σχοινούσα είναι ένα άλλο ακατοίκητο νησί», γράφει, «όπου υπάρχουν μόνον τα χαλάσματα ενός ερειπωμένου χωριού». Και αναφέρει για την Ηρακλειά: «Οι μοναχοί της Αμοργού, στους οποίους ανήκει η Ηρακλειά, εκτρέφουν εδώ 800-900 αιγοπρόβατα. Συνήθως συναντά κανείς μόνον δύο φτωχούς καλόγερους που τα φροντίζουν και που επιζούν με μαύρο παξιμάδι και οστρακοειδή. Το τυρί τους είναι πολύ καλό».
Ο αποικισμός των ερημονήσων, όπως τα έλεγαν τότε, μοιάζει με τους αποικισμούς των αρχαίων Ελλήνων. Οι Αμοργιανοί πήραν μαζί τους τα επώνυμα, τα ήθη και τα έθιμα, την ντοπιολαλιά, τις καλλιέργειες, τα τοπωνύμια της Αμοργού. Έτσι για παράδειγμα, οι κορυφές των βουνών της Δονούσας και της Ηρακλειάς λέγονται Πάπας, όπως και η ψηλότερη κορφή της Αμοργού.
Πρόκειται για ένα πραγματικό έπος των Αμοργιανών.
Η κατοίκηση των ερημονήσων άρχισε μετά την Επανάσταση του 1821 και όσο αυτή συνεχιζόταν.
Γύρω στο 1825 άρχισε η εγκατάσταση στην Δονούσα, που ήταν ένα ελεύθερο νησί αφού δεν ήταν μετόχι της Χοζοβιώτισσας.
Το 1826 στην ερημόνησο Ηρακλειά, μετόχι της Χοζοβιώτισσας, άρχισαν εκχερσώσεις 2-3 Γιαλίτες με επικεφαλής τον Νικόλαο Σίμο. Το 1831 συμφώνησαν 17 αρχηγοί οικογενειών από την Αιγιάλη με το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας να δημιουργήσουν καλλιεργήσιμη γη στις θέσεις Λιβάδι, Άγιος Γεώργιος, Παναγιά και Άγιος Αθανάσιος. Η συμφωνία ήταν για μια δεκαετία και προέβλεπε την απόδοση στο μοναστήρι του μισού της καθαρής προσόδου από τις καλλιέργειες.
Περίπου την ίδια περίοδο και με τους ίδιους όρους συμφώνησαν κι άλλοι Γιαλίτες με το μοναστήρι για τις καλλιέργειες και, άρα, την κατοίκηση της Σχοινούσας.
Ήταν η εποχή του άγριου καπιταλισμού (όπως και σήμερα που όμως είναι πολύ πιο εξωραϊσμένος) αλλά και των πρωτόγονων συνθηκών στα ερημονήσια, που άρχισε το μέγα έπος των Αιγιαλιτών να τα κατοικήσουν και να ζωντανέψουν τα «ερημονήσια».
Δυο γενιές αργότερα, διαπιστώνουμε από τον εκλογικό κατάλογο Αιγιάλης του 1887, ότι το 46% των εγγεγραμμένων εκλογέων είχε φύγει από την Γιάλη. Το 35% είχε μεταναστεύσει και το 11% κατοικούσε στις «ερημονήσους».
Γιατί συνέβη αυτή η μαζική έξοδος του γιαλίτικου πληθυσμού;
Η Αιγιάλη αντιστοιχεί περίπου στο ένα τρίτο της επιφάνειας της Αμοργού. Είναι όμως ορεινή περιοχή, οι φυσικοί της πόροι είναι περιορισμένοι και η συντήρηση του πληθυσμού της έχει συγκεκριμένα όρια. Αν τα όρια ξεπεραστούν, τότε έχουμε υπερπληθυσμό.
Μόλις φύσηξε το αεράκι της ελευθερίας μετά το 1821, άρχισε η προσπάθεια πληθυσμιακής αποσυμπίεσης της γιαλίτικης κοινωνίας. Αρχικά σπασμωδικά με ατομικές πρωτοβουλίες και μετά την συγκρότηση του ελληνικού κράτους πιο οργανωμένα. Τον αποικισμό των ερημονήσων ακολούθησε η μετανάστευση. Ο πληθυσμός της Αιγιάλης μειώθηκε περίπου στο μισό. Κι έτσι η γιαλίτικη κοινωνία και οι πόροι του τόπου έφτασαν σε μια ανεκτή αντιστοίχιση.
Πλήρη στοιχεία για το μέγεθος του αποικισμού των ερημονήσων έχουμε από τις δύο απογραφές (1870 και 1879) στον Δήμο Αμοργού (Χώρα). Από την απογραφή του 1870 διαπιστώνουμε ότι καταγράφονται 332 ετεροδημότες. Από αυτούς οι 283 προέρχονται από την Αιγιάλη και κατανέμονται 175 στην Σχοινούσα, 10 στο Κάτω Κουφονήσι, 32 στο Πάνω Κουφονήσι και 381 στην Ηρακλειά.
Δονούσα
Για τον 19ο αιώνα τα στοιχεία από τον Δήμο Αιγιάλης είναι ανύπαρκτα για την Δονούσα. Στον εκλογικό κατάλογο του 1887 δεν αναφέρεται καν η Δονούσα. Ίσως έχουν κάνει λάθος οι γραφείς, γιατί αναφέρεται η τοποθεσία «Ξενούσα» με εκλογείς 4 Πράσινους εγγεγραμμένους στην Λαγκάδα και 1 Γρίσπο από τα Θολάρια. Ο Γάλλος εθνογεωγράφος Εμίλ Κολοντνί στην μελέτη του για την Δονούσα δίνει πληθυσμό 137 άτομα για το 1879 και 136 άτομα το 1896.
Καλύτερα στοιχεία έχουμε για τους εκλογείς της Δονούσας του 1928 και του 1947. Τα επώνυμα που καταγράφονται είναι: Κωβαίος (1), Μαρκουλής (5), Πλατής (2), Πράσινος (1), Ρούσος (3), Σιγάλας (1), Σκοπελίτης (2), Τσαβαρής (2).
Κουφονήσια
Το Κουφονήσι φαίνεται ότι δεν ήταν εντελώς ακατοίκητο. Τα χρησιμοποιούσαν οι Χωραΐτες εποχικά για καλλιέργειες και αραξοβόλι. Το 1870 είχε 32 κατοίκους με άλλους 10 στο Κάτω Κουφονήσι που όμως ήταν ενταγμένο στην ενορία Παναγιάς της Σχοινούσας.
Στις απογραφές 1870 και 1879 περιλαμβάνονται κάτοικοι (άνδρες και γυναίκες) με επώνυμα Βασάλος (6 άτομα), Βενετζάνος (6), Δεσποτίδης (2), Εξαρχόπουλος (1), Θεολογίτης (4 σε Κέρο), Κανακάρης (1), Κορονέλος (1), Κωβαίος (1), Λουδάρος (1), Νικολαΐδης (1), Νομικός (2), Πετράντης (5), Πράσινος (31), Ρουμελιώτης (3), Συναδινός (3), Τζαγκάτος (2), Φωστιέρης (1).
Από την Αιγιάλη προέρχονται: Βασάλος (2), Λαός (2), Μάνης (2), Στεφανίδης (5).
Ηρακλειά
Η Ηρακλειά αποικίστηκε σχεδόν αποκλειστικά από Γιαλίτες. Στον εκλογικό κατάλογο του 1887 της Αιγιάλης περιλαμβάνονται τα εξής επώνυμα: Βεκρής (1), Βλαβιανός (2), Γαβαλάς (11), Δανέζης (1), Εξαρχόπουλος (1), Κανάκης (4), Μενδρινός (2), Νομικός (1), Ρούσσος (1), Σιμιδαλάς (1), Σίμος (4), Στεφανίδης (3), Συνοδινός (2), Χιωτίνης (1).
Σχοινούσα
Σχεδόν όλοι οι οικιστές της Σχοινούσας το 1879 προέρχονταν από την Αιγιάλη με λίγες εξαιρέσεις από την Χώρα, όπως ο ιερέας Γεώργιος Νομικός και λίγοι Γρίσποι, Κωβαίοι και Νομικοί. Τα επώνυμα των οικιστών (ανδρών και γυναικών) από την Αιγιάλη είναι:
Γεράκης (6), Γρίσπος (1), Θεολογίτης (3), Κωβαίος (3), Μάνης (1), Νομικός (1), Οικονομίδης (2), Ρωσσέτου (4), Σίμος (6), Σκαρλάτος (1), Στεφανίδης (12), Συνοδινός (2).
Οι Αμοργιανοί οικιστές των ερημονήσων μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, σχεδόν απάνθρωπες, κατάφεραν να χτίσουν σταδιακά τις δικές τους κοινωνίες, γράφοντας ένα πραγματικό έπος για την Αμοργό. Κι αυτές οι κοινωνίες, όπως και της μητρικής Αμοργού, υπέστησαν την μάστιγα της μεταπολεμικής μετανάστευσης.
Τα τελευταία χρόνια και τα πέντε νησιά, άρχισαν να αναπτύσσονται με τον τουρισμό. Οι κοινωνίες τους έχουν την αυτονομία τους αλλά και οι δεσμοί που τα ενώνουν είναι πολλοί και δεν είναι μόνο ο «Σκοπελίτης».
Το αίμα νερό δεν γίνεται και το μέλλον είναι κοινό…