Ενα «ξεχασμένο» χωριό της Νάξου έγινε… ταμπλό βιβάν και για ένα τριήμερο έδειξε σε μικρούς και μεγάλους πως ζούσαν οι κάτοικοί του έως τα μέσα του περασμένου αιώνα
«Στη Νάξο, στην εύφορη κοιλάδα της Τραγαίας, βρίσκεται μια μικρή όαση που η φύση προίκισε κι ο άνθρωπος σεβάστηκε: ο Καλόξυλος. Ενας οικισμός που πέταξε πριν δεκαετίες τα ρολόγια και σεργιανάει ξυπόλητος στα στενά σοκάκια με τις άλικες τριανταφυλλιές και τις ασβεστωμένες μάντρες. Ανθρώπινος και φιλόξενος, σου απλώνει το χέρι και σε τραβάει στον κόσμο του».
Του Γιάννη Βασαλάκη (*)
Μοιάζει με αρχή παραμυθιού και θα μπορούσε να είναι έτσι. Ο Καλόξυλος είναι ένα «άγνωστο» μικρό χωριό της Νάξου, σχεδόν έρημο πια -καμιά σαρανταριά άνθρωποι ζουν εκεί μόνιμα. Ομως πριν από μερικές ημέρες μπήκε ξανά στον χάρτη του νησιού και εκατοντάδες παιδιά έτρεξαν ξανά στα καλντερίμια του· τόσα παιδιά είχαν να βρεθούν εκεί πάνω από μισό αιώνα. Αφορμή ήταν το τριήμερο εκδηλώσεων «Δώστου Κλώτσο να Γυρίσει» που οργάνωσαν εθελοντές και κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι εδωσαν αφορμή να αρχινίσει ένα ταξίδι στο παρελθόν.
Μικροί και μεγάλοι εθελοντές έστησαν ταμπλό βιβάν αναπαριστώντας σκηνές των αρχών και του μέσου του περασμένου αιώνα που οι περισσότεροι σήμερα βλέπουμε μόνο σε βιβλία: στο τρίστρατο καθόταν ο φωτογράφος με το μοντέλο του να ποζάρει, ο λατερνατζής βόλταρε με την τσιγγάνα να τον συνοδεύει, πιο πέρα οι τσαγκάρηδες έφτιαχαν τα παραδοσιακά «ξώραφα» αξώτικα υποδήματα, ο τελευταίος αγγειοπλάστης του νησιού έπαιζε στα δάχτυλά του τον πηλό στον τροχό του, πιο κάτω τα μικρά έκαναν ουρά στον παγωτατζή με το παλιό ποδήλατο – ψυγείο της ΕΒΓΑ.
Αλλες γυναίκες έπλεκαν ή έπλυναν στη βρύση. Αλλες άνοιξαν τα σπίτια τους και έβγαλαν να κεράσουν ταψιά με γλυκά.
Η «παραμυθού» αφηγούνταν στον ίσκιο της γριας βελανιδιάς ιστορίες για τις Καλοκυράδες, τις αξώτισσες νεράιδες. Τα παιδιά κυνήγησαν τον θησαυρό τρέχοντας χωρις να νοιάζονται αν θα τα χτυπήσει κάποιο αυτοκίνητο. Κι όταν έπεσε το βράδυ, στη μικρή πλάτσα μπροστά στο ερειπωμένο καφενείο «Ουάσινγκτον», στήθηκε ο μπερντές και βγήκε ο Καραγκιόζης, ενώ στα σκαλιά της εκκλησίας έγιναν οι μουσικές βεγγέρες όπως τον παλιό καιρό.
Η ιδέα ξεκίνησε από τον πολυπράγμονα αξιώτη καλλιτέχνη Γιώργο Καμβύση που ζωντάνεψε με ζωγραφιές του πολλές από τις πόρτες των εγκατελειμμένων σπιτιών του οικισμού και τον Φλώριο Χωριανόπουλο που μένει μόνιμα στο χωριό διατηρώντας εκεί μία μοναδική στο είδος της λαογραφική συλλογή (όσοι πάτε αξίζει μια επίσκεψη) συγκεντρωνοντας μεταξύ άλλων αντικείμενα παλιών επαγγελματιών της Νάξου -πολλά από τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στις αναπαραστάσεις.
Δεκάδες όμως «ανήσυχοι» άνθρωποι ψήθηκαν και συνεργάστηκαν είτε στο προσκήνιο είτε στη… λάντζα, για μια όμορφη δράση πολιτισμού, που έφερε χαμόγελα και θύμισες σε όσους έτυχε να βρεθούν στον Καλόξυλο.
Σε όλους αυτούς αξίζει ένα μεγάλο μπράβο. «Και τώρα που συνηθίσαμε; Θα μας λείψει αυτή η γιορτή, το είχαμε ανάγκη», έλεγαν οι λιγοστοί κάτοικοι αλλά και επισκέπτες μόλις το τριήμερο ολοκληρώθηκε. Πολλοί φάνηκαν διψασμένοι για να δουλέψουν για κάτι αντίστοιχο. Ισως στον Καλόξυλο, ίσως και σε άλλα μικρά άγνωστα χωριά στη Νάξο.
Πέρα από τα τουριστικά μέρη, υπάρχουν πάμπολλες «άγνωστες», ξεχασμένες γωνιές στο νησί που περιμένουν να ξαναζωντανέψουν. Τέτοιες δράσεις συνεργασίας χρειάζονται παντού. Οχι οργανωμένες από επίσημους φορείς, αλλά από παρέες. Αλλωστε αυτές γράφουν Ιστορία, το τραγουδάει και ο Νιόνιος. Ραντεβού, λοιπόν, του χρόνου.
Info
Συνδιοργανωτές των δράσεων και εκδηλώσεων ήταν η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Καλόξυλου Νάξου και η Ένωση Ξενοδόχων Νάξου.
(*) Κείμενο του Γιάννη Βασαλάκη στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας “Τα Νέα” (09/08)