Στην υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, οι αστυνομικοί που είχαν αρχικά την ευθύνη της προανάκρισης καλλιέργησαν σκόπιμα την πεποίθηση ότι επί μήνες κινούνταν στο σκοτάδι.
Σκοπός τους ήταν να προστατέψουν την έρευνα από τυχόν διαρροές, καθώς η πίεση για την κατά το δυνατόν γρήγορη διαλεύκανση της δολοφονίας ήταν τεράστια.
Δύο χρόνια αργότερα ωστόσο και ενώ ο φόνος παραμένει ανεξιχνίαστος, τα δεδομένα και οι πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση της «Καθημερινή» οδηγούν σε διαφορετικό συμπέρασμα.
Από την επεξεργασία του προανακριτικού υλικού που οι αστυνομικοί του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών είχαν συγκεντρώσει, κυρίως βίντεο από κάμερες ασφαλείας, είχαν καταφέρει να ανασυνθέσουν το δρομολόγιο διαφυγής των δραστών από το σπίτι του δημοσιογράφου στον Αλιμο μέχρι, όχι την παραλιακή λεωφόρο Ποσειδώνος, όπως είχε αρχικώς ειπωθεί, αλλά μέχρι την οδό Πέτρου Ράλλη, όπου φέρεται να εγκατέλειψαν το μαύρο σκούτερ Beverly οι δύο εκτελεστές.
Επιπλέον, είχαν μπορέσει να εντοπίσουν τις κινήσεις, όχι μόνο των δύο πληρωμένων δολοφόνων, αλλά και ορισμένων μελών της ομάδας υποστήριξης, που το μεσημέρι της 9ης Απριλίου του 2021 είχαν την ευθύνη για τη διαφυγή και την ασφαλή μετάβαση των δραστών, από το σπίτι του Γ. Καραϊβάζ στην οδό Αννινου, έως το κρησφύγετό τους σε προάστιο του Πειραιά, κατά πάσα πιθανότητα στην περιοχή της Νίκαιας.
Από την έρευνα του τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών στην περιοχή είχαν μάλιστα προκύψει ενδείξεις και για την ταυτότητα ενός από τα άτομα που μετείχαν στην υποστηρικτική ομάδα: ενός Ελληνα, γνωστού για τις σχέσεις του με τη «νύχτα» και το οργανωμένο έγκλημα. Ωστόσο, τα δεδομένα εις βάρος του δεν είχαν, αρχικώς τουλάχιστον, θεωρηθεί επαρκή για τη σύλληψη και την παραπομπή του στη Δικαιοσύνη.
Τους τελευταίους μήνες, οι αξιωματικοί που έχουν την ευθύνη χειρισμού της υπόθεσης προσπαθούν -σε συνεννόηση με την Εισαγγελία- να συμπληρώσουν τα κομμάτια που λείπουν από το παζλ των ερευνών. Ορισμένες μάλιστα πληροφορίες, που πάντως διαψεύστηκαν από αρμόδιες πηγές, αναφέρουν ότι υπάρχουν σκέψεις και εισηγήσεις η δικογραφία να υποβληθεί στη Δικαιοσύνη με την προσδοκία το προανακριτικό υλικό να αξιολογηθεί από τις εισαγγελικές αρχές ως επαρκές για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του συγκεκριμένου υπόπτου.
Το χρονικό
Η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ έγινε το μεσημέρι της 9ης Απριλίου 2021 έξω από το σπίτι του στην οδό Θέμου Αννινου στον Αλιμο. Ο δημοσιογράφος επέστρεφε από τα στούντιο του τηλεοπτικού σταθμού Star όπου εργαζόταν. Πάρκαρε το αυτοκίνητό του 20 μέτρα από την είσοδο της πολυκατοικίας όπου έμενε με τη σύζυγο και τον γιο τους, Δημήτρη. Μόλις κατέβηκε απ’ αυτό οι δύο δράστες που τον ακολουθούσαν με ένα μαύρο σκούτερ τον πυροβόλησαν τουλάχιστον δέκα φορές, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα. Δύο από τις σφαίρες τον έπληξαν στο κεφάλι, με τους αστυνομικούς να μιλούν για «χαριστικές βολές».
Ο φόνος του δημοσιογράφου βύθισε στο πένθος την οικογένειά του και προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη την κοινωνία. Την επομένη του φόνου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συνάντησε εκτάκτως τον τότε επικεφαλής του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, ζητώντας του τη γρήγορη εξιχνίαση της υπόθεσης. Ο υπουργός είχε κάνει λόγο για «ειδεχθές έγκλημα», σημειώνοντας ότι «πολύ γρήγορα η αστυνομία θα βρει τους δολοφόνους και θα τους οδηγήσει στη Δικαιοσύνη».
Η δολοφονία Καραϊβάζ συνδέθηκε από την πρώτη στιγμή με το οργανωμένο έγκλημα, με την πίεση για γρήγορη εξιχνίαση να μεταφέρεται άμεσα στους αξιωματικούς της Ασφάλειας που είχαν την ευθύνη της έρευνας. Είχαν εξάλλου προηγηθεί μια σειρά από εκτελέσεις συμβολαίων θανάτου, που δημιουργούσαν την εντύπωση ότι το οργανωμένο έγκλημα στη χώρα δρα ανεξέλεγκτο.
Για ορισμένες από τις δολοφονίες και για όσα συνέβαιναν στον χώρο της νύχτας είχε αρθρογραφήσει ο Καραϊβάζ στην ιστοσελίδα Bloko που διαχειριζόταν. Σε δύο περιπτώσεις, μάλιστα, αυτές των Δημήτρη Μάλαμα και Δημήτρη Καπετανάκη, που δολοφονήθηκαν ο πρώτος το 2019 και ο δεύτερος στα τέλη του 2020, ο δημοσιογράφος είχε αποκαλύψει, σε συναισθηματικά φορτισμένα κείμενα, στο Bloko, ότι διατηρούσε φιλική σχέση με τα θύματα. Επιπλέον, το όνομα του Καραϊβάζ αναφερόταν σε ενημερωτικό σημείωμα της ΕΥΠ για την υπόθεση της λεγόμενης Greek Mafia, με τον ίδιο να καλείται να παράσχει εξηγήσεις ως ύποπτος.
Το πρώτο διάστημα μετά τη δολοφονία, το προσωπικό του «Ανθρωποκτονιών» δούλευε διπλές βάρδιες, με περίπου 40 αστυνομικούς εφοδιασμένους με φορητούς υπολογιστές να συλλέγουν βίντεο από το σημείο της δολοφονίας και από τους δρόμους που ήταν πιθανό οι δράστες να είχαν χρησιμοποιήσει για τη διαφυγή τους. Συγκέντρωσαν πάνω από 300 βίντεο από κάμερες ασφαλείας, τα οποία επεξεργάστηκαν σε βάθος αρκετών μηνών. Πέτυχαν να ανασυνθέσουν το δρομολόγιο διαφυγής του μαύρου Beverly από τον Αλιμο έως την οδό Πέτρου Ράλλη στην περιοχή της Νίκαιας, όπως επίσης να χαρτογραφήσουν τις κινήσεις της ομάδας υποστήριξης και να συγκεντρώσουν στοιχεία για ένα μέλος αυτής.
Νέες ενέργειες
Τους τελευταίους μήνες, και ενώ από τη δολοφονία του Καραϊβάζ έως σήμερα έχουν μεσολαβήσει σειρά από αλλαγές προσώπων στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, στην Ασφάλεια Αττικής και στο «Ανθρωποκτονιών», οι αξιωματικοί που έχουν την ευθύνη χειρισμού του φακέλου καταβάλλουν εντατική προσπάθεια να συμπληρωθούν τα κομμάτια που λείπουν από το παζλ της έρευνας.
Πηγές με γνώση του θέματος δήλωσαν στην «Κ» ότι βρίσκονται σε εξέλιξη νέες προανακριτικές ενέργειες. Διέψευσαν, ωστόσο, πληροφορίες ότι επίκειται η υποβολή του φακέλου στην Εισαγγελία. Απαντώντας δε σε σχετική ερώτηση της «Κ», διευκρίνισαν ότι, εάν δοθεί εντολή για κάτι τέτοιο, η δικογραφία θα υποβληθεί κατά αγνώστων δραστών με πιθανό το ενδεχόμενο οι εισαγγελικές αρχές να αξιολογήσουν το προανακριτικό υλικό ως «επαρκές» για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά συγκεκριμένου υπόπτου.
Με πληροφορίες από τη σελίδα Kathimerini.gr