Adios, capitano. Adios…Ο Αλέξανδρος Αρβανιτάς αποχαιρετά με τον δικό του τρόπο τον απόλυτο μάγο.. Τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα
Ο μάγος δεν μένει πια εδώ. Μας έκλεισε πονηρά το μάτι, χαμογέλασε και πέρασε στον κόσμο της αθανασίας. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα -ο δικός μας Ντιέγκο- ταξίδεψε χτες το απόγευμα στη γειτονιά των αγγέλων. Φρόντισε, ωστόσο, να αφήσει το αποτύπωμά του.
Του Αλέξανδρου Αρβανιτά
Να ζήσει τη ζωή στα άκρα. Να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Και, κυρίως, να χαρίσει αμέτρητες στιγμές ποδοσφαιρικής ηδονής σε όλους τους ποδοσφαιρόφιλους του πλανήτη. Ο ήρωας των φτωχών λατρεύτηκε με πάθος. Αλλά, μήπως, η καθημερινότητά του δεν ήταν συνυφασμένη με πάθη. Εκεί όμως που είχε δοθεί ολοκληρωτικά, είχε παραδοθεί στα κάλλη της, ήταν στη στρογγυλή θεά. Την αγάπησε όσο τίποτα στον κόσμο. Αλλά και αυτή δεν του χάλαγε ποτέ χατίρια. Του πρόσφερε απλόχερα τα θέλγητρά της: χρήμα, φήμη, γυναίκες, πάρτι και πολλά-πολλά που για μας τους κοινούς θνητούς είναι απαγορευμένα.
Αλλά ο Ντιέγκο ήταν ένας και μοναδικός. Δεν γνώριζε τι θα πει όρια, καλούπια, συστήματα. Υπήρξε ατίθασος, υπερήφανος, ασυμβίβαστος. Ποιος είπε ότι οι θεοί δεν κάνουν λάθη; Ο δικός μας θεός, τουλάχιστον, ήταν γήινος. Με τις αδυναμίες του, τα πάθη του, τα λάθη του. Ήταν, ωστόσο, δικά του και τα αγαπούσε σαν παιδιά του. Ο Ντιέγκο υπήρξε κάτι παραπάνω από ένας μεγάλος ποδοσφαιριστής. Ένας αρτίστας μοναδικής ευφυΐας. Ένας άνθρωπος ερωτευμένος με το ποδόσφαιρο.
Ο Ντιέγκο -ο δικός μας Ντιέγκο- υπήρξε πολίτης του κόσμου. Μπορεί, από κει ψηλά, να τραγουδά στους συμπατριώτες του «Don’t cry for me Argentina», σίγουρα θα χαιρετά με χαμόγελο τους φίλους του στη Νάπολη, ξέρει όμως ότι χιλιάδες, εκατομμύρια, δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη Γη κλαίνε αυτήν τη στιγμή, γιατί «έφυγε» νωρίς. Την κοπάνησε πολύ πριν από την ώρα του. Αλλά μήπως οι θεοί ρωτούν τους ανθρώπους για τις πράξεις τους; Μήπως νοιάζονται για την υστεροφημία τους;
Ο Ντιέγκο υπήρξε ένα βαθύτατα πολιτικοποιημένο άτομο. Και από πολύ μικρός διάλεξε στρατόπεδο. Υποστήριζε τους φτωχούς, τους ανήμπορους, τους αδύνατους, τους κυνηγημένους. Και φρόντιζε να το δείχνει σε κάθε ευκαιρία. Στην εποχή του απόλυτου επαγγελματισμού, των απίστευτων συμβολαίων, των χορηγών, αυτός είχε το δικό του θεό: το συνάνθρωπό του. Ο Ντιέγκο βίωσε από μικρός την αδικία, γι’ αυτό τη μισούσε αφόρητα. Η επιλογή να πορευτεί με το καμάρι του ιταλικού Νότου, τη Νάπολη, βρισκόταν εκτός κοινής λογικής. Κυρίως, εκτός επαγγελματικής λογικής.
Αλλά, είπαμε. Ο Ντιέγκο είχε τη δική του λογική. Εκεί ψηλά, στον παράδεισο, τον δικό του παράδεισο, θα συναντήσει ποδοσφαιριστές, πολιτικούς, φίλους, αλλά και εκατομμύρια πιστούς του, οι οποίοι τον περιμένουν με αγωνία για να τον απολαύσουν. Και είναι βέβαιο ότι θα διοργανώνει απαράμιλλους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Θα έχει δίπλα του δύο ιερά τέρατα: τον Γιόχαν Κρόιφ και τον Τζορτζ Μπεστ. Και πάλι ο Ντιέγκο θα κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα από τον καθέναν. Θα συντονίζει, θα ηγείται, θα μιλά της στρογγυλής θεάς.
Το βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι δεν θα μείνει μόνο στα ποδοσφαιρικά. Θα συναντήσει τον άνθρωπό του, το είδωλό του, τη μεγάλη του αγάπη. Γι’ αυτόν κτύπησε τατουάζ στο μπράτσο του. Εκεί θα αρπάξει την ευκαιρία να τα λέει με τον ασυμβίβαστο γιατρό: τον Τσε Γκεβάρα. Θα έχουν το χρόνο να συζητάνε για το μέλλον της επανάστασης. Θα σκαρφίζονται κόλπα για να χτυπήσουν στο μαλακό υπογάστριο τον παγκόσμιο γίγαντα: τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Είναι, επίσης, βέβαιο ότι θα συναντήσει τους δυο καλούς του φίλους: τον Φιντέλ Κάστρο και τον Ούγκο Τσάβες. Μ’ αυτούς δεν θα συζητά μόνο το μέλλον της Κούβας και της Βενεζουέλας, αλλά θα αναρωτιέται ποιο το μέλλον, για το σοσιαλισμό τού σήμερα, στην κοινωνία του 21ου αιώνα.
Ο δικός μας Ντιέγκο μάς την κοπάνησε. Απροειδοποίητα, απρόσμενα, απρόβλεπτα. Μήπως, όμως, όλη η ζωή του δεν υπήρξε απρόβλεπτη; Άλλωστε, μπήκε ποτέ σε καλούπια ο θεός; Γίνεται; Δεν γίνεται. Ναι, «έφυγε», αλλά θα είναι πάντα εδώ κάτω, στη Γη, στους φίλους του, στις απολαύσεις και τις ακολασίες, στους ανθρώπους. «Έφυγε», αλλά εκτός από τις πολύ όμορφες στιγμές μαγείας που μας χάρισε, μας κληροδότησε και το ανεπανάληπτο «χέρι του θεού».
Αυτό το χέρι θα μας υπενθυμίζει ότι εκτός από τη… δικαιοσύνη των ισχυρών αυτού του κόσμου, υπάρχει και εκείνη των αδικημένων, των ταπεινών και καταφρονεμένων, της Γης των κολασμένων. Καλό σου ταξίδι, μάγε, μοναδικέ, αξεπέραστε. Αντίο, υπέροχε καλλιτέχνη. Στο καλό, λατρεμένε μας, Ντιεγκίτο. Θα μας συντροφεύεις στα όνειρά μας. Και θα μας υπενθυμίζεις, με ό,τι πέτυχες στα γήπεδα, ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος. Υπάρχουν φορές που ο Δαβίδ μπορεί να νικήσει τον Γολιάθ. Αρκεί να το θέλει και να βρει τον τρόπο. Και συ μας τον έδειχνες καθημερινά. Adios, capitano. Adios…