Oταν η Σαντορινιά γιαγιά μου έπαθε άνοια, τα παιδικά της χρόνια ήρθαν πάνω πάνω στο «πρώτο συρτάρι» του μυαλού της, απ’ όπου ξεπηδούσαν συνήθως οι διηγήσεις της. Ετσι λοιπόν έμαθα για την ιεροτελεστία του τρύγου στο νησί, είτε ήταν τα σταφύλια είτε τα περίφημα τοματάκια. Παρόμοια ιερά και όσια είχε το κάθε νησί των Κυκλάδων, βαριές δουλειές δηλαδή που πάντα συνδυάζονταν με γλέντι και τραγούδια για να μοιάζουν ελαφρύτερες.
Σιγά σιγά όλα αυτά καταπίνονται από τον τουρισμό και χρειάζεται τεράστια δύναμη μια τοπική κοινότητα να κρατήσει κάτι από το παρελθόν. Γι’ αυτό ήταν και τρομερά συγκινητικό το θέαμα που αντίκρισα το Σάββατο το πρωί στη Νάουσα της Πάρου, το πλέον ιστορικό ψαροχώρι του Νοτίου Αιγαίου.
Τα σοκάκια ήταν γεμάτα για τη γιορτή του Ευαγγελισμού βεβαίως και την παρέλαση αλλά κυρίως γιατί από πέρυσι έχει διοργανωθεί από τον Ναυτικό Ομιλο «Ναϊάς» η αναβίωση της τεχνικής των παστών ψαριών.
Αυτός ήταν ο τόπος που οι ψαράδες πάντα είχαν το πρώτο χέρι, με δεκάδες ξύλινα καΐκια που όργωναν όλες τις θάλασσες και γύριζαν με γεμάτα τα δίχτυα. Ανάλογα με το είδος τους τα ψάρια τα έκαναν παστά ή λιόκαυτα. Αυτό ήταν καθήκον ψαράδικο, κατ’ εξοχήν ανδρικό μιας και οι γυναίκες (ούτε τότε ούτε τώρα) δεν ήθελαν τη βρωμιά του καθαρίσματος και του ξελεπιάσματος εντός του σπιτιού. Μια εβδομάδα πριν λοιπόν συγκεντρώθηκαν ξανά όλοι οι ψαράδες της Νάουσας και έδειξαν στον κόσμο πώς γίνονται τα παστά, με «βασίλισσα» τη λακέρδα, τον πιο ωραίο μεζέ για τη σούμα.
Του Ευαγγελισμού, τα ψάρια ήταν πια έτοιμα για κατανάλωση και έτσι στήθηκε μεγάλο γλέντι με κεράσματα και μουσικές, με ντόπιους και ξένους. Πριν προλάβω να καταλάβω σε ποια εποχή προσγειώθηκα, η κυρία Ζανέτα Μαλαματένιου πήρε μια λακέρδα και με τάισε κατευθείαν στο στόμα σαν να ήμουν μέλος της οικογένειας. Μετά βάλθηκε να μου εξηγεί πώς ήταν κάποτε η Νάουσα, κρατώντας την ανατύπωση μιας φωτογραφίας του 1899.
«Το βλέπεις αυτό; Ηταν το καΐκι του παππού, ακόμα υπάρχει και είναι στη Σάμο. Μέσα σε αυτό το κτίσμα ήταν τα βαρέλια με τα παστά. Ηταν τόσο μεγάλα που για να τα βγάλουν γκρέμιζαν τους τοίχους και μετά τους ξανάφτιαχναν», μου εξηγούσε. Ο σύλλογος «Ναϊάς», ιδρυθείς τη δεκαετία του ’30, αναβίωσε και αυτός 6 χρόνια πριν και παίρνει κάθε τόσο σπουδαίες πρωτοβουλίες όπως μου έλεγε το μέλος του, Τάσος Κασαπίδης, Μακεδόνας εκπαιδευτικός που διορίστηκε στο νησί το ’90 και έκανε οικογένεια. Το πιο εντυπωσιακό; Τα στενά έμειναν πεντακάθαρα, διότι ο σύλλογος έχει φροντίσει να έχει τα δικά του μεταλλικά πιάτα και ποτήρια που χρησιμοποιούνται κάθε φορά. Εφυγα με γεμάτη καρδιά και στομάχι και τη σκέψη πως τα παστά έστω και προσωρινά νίκησαν τα σεβίτσε…
Το λιμανάκι της Νάουσας σήμερα, σε φωτογραφία του συνάδελφου Δημήτρη Καραΐσκου.
Στα σοκάκια του γιορτάστηκε από τους κατοίκους και τον όμιλο «Ναϊάς» η αναβίωση του παστώματος των ψαριών.
Κείμενο Μαργαρίτας Πουρνάρα για την “Καθημερινή”