Οπου και να ταξιδέψεις στις Κυκλάδες, πέτρινες αναβαθμίδες, ξερολιθιές, πεζούλες μαρτυρούν ένα παρελθόν γεμάτο αμπέλια. Από τη Σύρο έως την Τήνο, τη Νάξο, την Πάρο, τη Σίκινο, κοκκινίζει η σταφυλή και μετουσιώνεται σε οίνο επιούσιο και περιούσιο διαμέσου των αιώνων.
Πρωτομαστόρισσα η Σαντορίνη, ακόμα και στα προ της μεγάλης έκρηξης του ηφαιστείου χρόνια. Η προχωρημένη τόσο πολιτισμικά όσο και εμπορικά ναυτική πολιτεία του Ακρωτηρίου, εισήγε και εξήγε τόσο πληροφορία για καλλιεργητικές μεθόδους, όσο και κρασιά στα πέρατα της Μεσογείου.
Ας φανταστούμε τις Κυκλάδες καταπράσινες, με τις αμπελιές να γλυκαίνουν το άνυδρο θαλασσινό τοπίο, τότε που οι άνθρωποι μοχθούσαν στους τόπους τους μεροδούλι μεροφάι, πριν ξενιτευτούν σε αστικά τοπία γεμάτα φρούδες υποσχέσεις. Οι τόποι ερημώνουν. Θες αυτό, θες το κλίμα που άλλαζε, θες οι ανάγκες που αλλάζουν κι αυτές, δεν είναι τα αμπέλια και το κρασί που χαρακτηρίζουν τις Κυκλάδες.
Μέχρι που η παγκόσμια τουριστική δημοφιλία της Σαντορίνης βάζει στο παιχνίδι και τον αιωνόβιο προφυλλοξηρικό αμπελώνα της. Κι ακολουθούν με βήμα ταχύ η Πάρος, η Τήνος, η Σίκινος, η Σύρος, η Νάξος, που αρχίζουν κάποια στιγμή να βγαίνουν κι αυτές στις αγορές του κόσμου με τα καλούδια των αμπελιών τους και τις ντόπιες οινοποικιλίες τους.
Κυκλαδίτικες ποικιλίες
Μεγάλος πρωταγωνιστής το Ασύρτικο. Στιβαρό, θαλασσινό, πέτρινο και λεμονάτο, εκφράζει τον άνυδρο τόπο του, τους ανέμους, τον μύθο της Αιγηίδας. Το Αηδάνι και το Αθήρι ακολουθούν, ενώ η Μονεμβασιά στην Πάρο έχει αιώνων ιστορίες να διηγηθεί. Η δύσκολη Μανδηλαριά φτάνει και σώζει το εμπόριο στις χτυπημένες από φυλλοξήρα ευρωπαϊκές οινο-αγορές και παράλληλα στρώνει τον δρόμο για το ρωμαλέο Μαυροτράγανο, ενώ το κοσμοπολίτικο Φωκιανό και το ατίθασο Σερφιώτικο κάνουν δυνατό παιχνίδι. Το αγνοημένο έως χθες Ποταμίσι χαράζει νέο πεδίον δόξης λαμπρόν, το Πλατάνι και το Βουδόματο ακολουθούν όλο υποσχέσεις, και δεκάδες τοπικές ποικιλίες έχουν πολλά ακόμα να πουν.
Πέντε νησιά που έχουν βάλει πλώρη για το ποτήρι μας
Οχι, δεν θα ξεκινήσουμε το ταξίδι γνωριμίας του κυκλαδίτικου αμπελώνα από τη Σαντορίνη. Όλοι, περισσότερο ή λιγότερο, γνωρίζουμε τα διεθνή πια αγαπημένα κρασιά της που μας δοξάζουν και τα δοξάζουμε. Οινοποιεία που συναγωνίζονται το ένα το άλλο σε ποιότητα παράγουν εξαιρετικά –στη συντριπτική τους πλειονότητα– κρασιά. Δύσκολο να βρεις κακιά Σαντορίνη, συμφωνούν οι οινόφιλοι και δεν διστάζουν να πληρώνουν την απόλαυση του ηφαιστειακού κρασιού όσο του αξίζει. Σήμερα θα ξεκινήσουμε από τη Νάξο, το ανατέλλον άστρο.
Νάξος
Ο μύθος θέλει τον Διόνυσο να γεννιέται στο νησί. Ένα αρχαίο τετράδραχμο της Νάξου, που απεικονίζει τον Διόνυσο καθισμένο σε θρόνο, γίνεται το σύμβολο και το όνομα του ακριβότερου ελληνικού κρασιού. Ο Loïc Pasquet, οινοποιός του Μπορντό και δημιουργός του Liber Pater, του κρασιού των 5.000 €/φιάλη, παθιάστηκε με τη Νάξο. Σε συνεργασία με τον οινολόγο Πάνο Ζουμπούλη καλλιεργούν υποδειγματικά 1,5 εκτάρι Ποταμίσι με στόχο την αναβίωση και την ανάδειξη του τοπικού αμπελώνα και των ποικιλιών του.
Στην άλλη μεριά του νησιού, στον Πύργο Della Rocca-Grazia, η Αγγελική Γρατσία επιστρέφει στα πάτρια και δίνει νέα πνοή στην παράδοση του νησιού, καλλιεργώντας βιοδυναμικά Φωκιανό, Ασύρτικο και διάφορες λευκές γηγενείς ποικιλίες που εκφράζονται σε δύο πολύ ενδιαφέροντα κρασιά, ένα λευκό και ένα ροζέ. Και να αναφέρουμε επίσης τους αμπελώνες του Μανώλη Νικολάκη και το Τρανάμπελο, που συμβάλλουν σημαντικά στο να λοκληρωθεί σιγά σιγά η οινική εικόνα της Νάξου.
Πάρος
Το εκκλησάκι του Αη Γιώργη του Μεθυστή στην Παροικιά πιστοποιεί και ευλογεί όχι μόνο έναν μεγάλο αμπελώνα στην Πάρο, αλλά και μια αξιόλογη παραγωγή κρασιού. Η οινική ιστορία της Πάρου σημαδεύεται στα χρόνια του Βυζαντίου από τον Μαλβαζία οίνο, που παράγεται στο τρίγωνο Κρήτης-Μονεμβασιάς-Πάρου. Μονεμβασιά είναι η κυρίαρχη ποικιλία του νησιού.
Εδώ παράγεται το μοναδικό ελληνικό ΠΟΠ κρασί από δύο ποικιλίες διαφορετικού χρώματος, μία λευκή (τη Μονεμβασιά) και μία κόκκινη (τη Μανδηλαριά). Η Πάρος διαθέτει και δεύτερο ΠΟΠ κρασί, τον Μαλβαζία Πάρου από Μονεμβασιά. Σημειώστε τα οινοποιεία: Οινοποιείο Μωραΐτη (Μανώλης Μωραΐτης), Κτήμα Ρούσσος, Οινοποιείο Μωραΐτικο (Γιώργος Μωραΐτης), Alissafi-Κτήμα Αδάμ.
Σίκινος
Η αρχαία Οινόη, η οινοφόρος, ανάμεσα στη Φολέγανδρο και την Ιο, έχει να καμαρώνει για το οινοποιείο της οικογένειας Μάναλη, η οποία με πίστη, επιμονή και υπομονή αναβίωσε τον σεριφιώτικο αμπελώνα με κυκλαδίτικες ποικιλίες: Ασύρτικο, Αηδάνι, Μονεμβασιά, Μαυροτράγανο. Στο εξαιρετικό εστιατόριο του κτήματος απολαμβάνεις τα κρασιά με θέα.
Σύρος
Εκατό χρόνια υποστηρίζει η οικογένεια Φρέρη ότι έχουν περάσει από τότε που ο παππούς Φρέρης φύτεψε τα πρώτα αμπέλια, και η παράδοση συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όμως, πιστεύω ότι το εναρκτήριο λάκτισμα στη σύγχρονη εποχή του συριανού κρασιού έδωσε ο ονειροπόλος και επίμονος οινολόγος Νίκος Χατζάκης, ανοίγοντας δρόμους με τη Φάμπρικα, το «Σαν τα Μάραθα» και τα νεότερα φανταστικά του Σερφιώτικα.
Ακολουθεί ο Σκωτσέζος Edward Maitland-Makgill-Crichton με την πρωτοποριακή ΟυΣύρα, λευκό Σερφιώτικο και φανταστικό ροζέ Φωκιανό, κρασιά που κέρδισαν από την πρώτη στιγμή τις εντυπώσεις. Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, το οινοποιείο Παρά Κόποις στην Παρακοπή, που μπαίνει με ευγένεια στο παιχνίδι.
Τήνος
Tελευταία άφησα την Τήνο, γιατί από εδώ έχει αναδυθεί ένα από τα δυναμικότερα terroir του ελληνικού χώρου. Terroir-μάρμαρο, λέει ο grand sommelier Gerard Margeon, κι εμείς το καταλαβαίνουμε στο μοναδικό Ασύρτικο που απολαμβάνουμε στα ποτήρια μας. Η αυλαία στην Τήνο σηκώθηκε από τον Αλέξανδρο Αβατάγγελο και τους Τηνιακούς Αμπελώνες, και το έργο συνεχίζεται δυναμικά και ποιοτικά σε μια σειρά οινοποιείων από τον Μιχάλη Κροντηρά στο Volacus wines, τον Γιάννη Μωραΐτη στο Vaptistis winery, τον Jerome Binda στο Domaine de Kalathas, το Χ-bourgo στον Τριπόταμο. Και με τη γεύση του τηνιακού Ασύρτικου σας καλωσορίζω και σας αποχαιρετώ συνάμα από τις ανεμόεσσες και οινοφόρες Κυκλάδες.