Κυριακή 6 Οκτωβρίου, γύρω στις έντεκα το πρωί, στα κάτω Φηρά, δίπλα από το κατάλευκο εκκλησάκι του Αγίου Μηνά, ένα από τα πιο πολυφωτογραφημένα σημεία της Σαντορίνης.
Έχει πολλή ζέστη και επικρατεί μια πρωτόγνωρη ησυχία, ενώ συνήθως δυσκολεύεσαι να περάσεις από την πολυκοσμία· για να σταθείς και να απολαύσεις τη θέα, ούτε συζήτηση. Ακριβώς δίπλα από την αυλόπορτα του Αγίου Μηνά, η Mαρία Αντύπα, 75 χρονών, γέννημα-θρέμμα Σαντορινιά, ακουμπάει τα χέρια στο πεζούλι και κοιτά ατάραχη τη θάλασσα. Ακίνητη για αρκετά λεπτά, φαίνεται να απολαμβάνει τη στιγμή. «Είναι σπάνιο να βλέπω το νερό χωρίς γιγάντια βαπόρια. Κοίτα πόσο ωραία είναι η θάλασσά μας», λέει δείχνοντας προς τη Νέα Καμένη. Στη φωνή της πιάνω ένα παράπονο.
Μεγαλωμένη στον Γιαλό, στο παλιό λιμάνι του νησιού, κουβαλάει αναμνήσεις από μια άλλη Σαντορίνη, τότε που οι γείτονες έστηναν βεγγέρες στο πι και φι και οι μουσικές τους γέμιζαν την Καλντέρα. Τώρα, από τους ελάχιστους εναπομείναντες κατοίκους των Φηρών, περιγράφει τη μοναξιά της. Γείτονες δεν υπάρχουν, τα περισσότερα σπίτια έχουν μετατραπεί σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα των τουριστών, δεν μπορεί να ανταλλάξει μια καλημέρα, δεν έχει με ποιον να πιει τον πρωινό της καφέ.
Αισθάνεται ξένη στον τόπο της. Γι’ αυτό χάρηκε τόσο που μας είδε, γι’ αυτό και η εγκάρδια αγκαλιά. Όσο κουβεντιάζαμε, μου κρατούσε σφιχτά το δεξί χέρι. «Πού θα πας;», τη ρωτάω. «Θα ανηφορίσω προς τον Καθεδρικό του Αγίου Ιωάννη, είναι η καθημερινή μου βόλτα μετά το καλοκαίρι. Μπορώ να φτάσω, δεν έχει τόση κίνηση», απαντά με ένα σφιχτό χαμόγελο.
Σαν την κυρία Μαρία είναι πολλοί εκείνοι που γνώρισαν και χάρηκαν μια διαφορετική Σαντορίνη, κάτοικοι, επισκέπτες και φίλοι του νησιού. Τις κρατούν αυτές τις εικόνες στο προσωπικό τους βιου μάστερ, αναζητούν τις ίδιες εμπειρίες μέχρι και σήμερα, μακριά από την πολυκοσμία. Γιατί, παρά τα όσα θα έπρεπε να έχουν προβλεφθεί για την τουριστική εξέλιξη του νησιού, παρά την πρωτοφανή έλλειψη υποδομών και την ανομία στην οικοδομική δραστηριότητα, παρά την αδυναμία διαχείρισης των 1,8 εκατομμυρίων τουριστών ετησίως, η Σαντορίνη παραμένει ένα από τα ομορφότερα μέρη του κόσμου.
Ειδικά τον Οκτώβριο, που σταδιακά μειώνονται οι πτήσεις τσάρτερ, τα πλοία της γραμμής δεν αποβιβάζουν τόσο κόσμο και η διαμονή είναι πιο προσιτή, καθώς κατά μέσο όρο είναι 20-25% φθηνότερη σε σχέση με την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου. Τα κρουαζιερόπλοια δεν τα γλιτώνεις, καθώς η ροή τους συνεχίζεται απρόσκοπτα –πάνω από 100 αφίξεις τον Οκτώβριο–, μπορείς όμως να αποφύγεις τις ώρες αιχμής και τα σημεία συνωστισμού. Άλλωστε, η καρδιά της χτυπάει σε μυστικά μέρη. Εκεί που συναντάς τους ντόπιους.
Το πανηγύρι στους Μπαξέδες
Ένα από αυτά τα μέρη είναι το εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου, κάτω από τον ναό της Κυρά-Παναγιάς, στους Μπαξέδες της Οίας. Ο Πολιτιστικός και Αναπτυξιακός Σύλλογος «Πολίτες της Οίας» το βράδυ του Σαββάτου είχε οργανώσει για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ένα πανηγύρι με ζωντανή μουσική και φαγητό. Μάλιστα, φέτος το προγραμμάτισε έναν μήνα αργότερα συγκριτικά με πέρυσι, ώστε να έχει «λασκάρει» η σεζόν και να μπορούν να παρευρεθούν περισσότεροι κάτοικοι. Η επιλογή αποδείχθηκε σωστή, η συμμετοχή ξεπέρασε τα 400 άτομα.
Τουρίστες δεν είχε, μόνο ντόπιους και «μυημένους» επισκέπτες, Έλληνες και κάποιους ξένους. «Προσπαθούμε πρώτον να κρατήσουμε ζωντανή την παράδοση, ανέκαθεν γλεντούσαμε, και δεύτερον να προσφέρουμε τη δυνατότητα στους κατοίκους να ανταμώνουν και να χαίρονται το νησί τους. Από τον Μάιο μέχρι τώρα είναι απορροφημένοι νυχθημερόν με τις επιχειρήσεις τους», εξηγεί ο Χρήστος Μαρκοζάνες, αντιπρόεδρος του συλλόγου.
Παραμένει ένα από τα πιο όμορφα μέρη του κόσμου. Ειδικά τον Οκτώβριο, που μειώνονται οι πτήσεις τσάρτερ, τα πλοία της γραμμής δεν αποβιβάζουν τόσο κόσμο και η διαμονή είναι πιο προσιτή.
Η εμπειρία ήταν μοναδική. Περιμετρικά της λιθόστρωτης αυλής του ναού, που ήταν στολισμένη με χρωματιστά σημαιάκια, απλωνόταν ένα παχύ σκοτάδι. Σαν παλιά ελληνική ταινία. Δεν φαίνονταν ούτε σπίτια ούτε ξενοδοχεία. Στην είσοδο ανέμιζε η ελληνική σημαία κάτω από τον έναστρο ουρανό. Είχε τόσα αστέρια, που λες και κάποιος τα είχε κεντήσει για εμάς. Κι ο χορός δεν σταματούσε! Είτε ακουγόταν τσαμπούνα είτε λαούτο, ο κόσμος ένωνε τα χέρια και έλιωνε τις σόλες.
Και σε αυτή τη διονυσιακή γιορτή, ο οινοποιός Πάρις Σιγάλας ευδιάθετος κερνούσε δικό του τσίπουρο τους συντοπίτες του. Από κοντά και ο Ευβοιώτης οινοπαραγωγός Aπόστολος Μούντριχας, που από το 2012 έχει «πολιτογραφηθεί» Σαντορινιός λόγω του οινοποιείου του Anhydrous, βοηθούσε τον Πάρι στο σερβίρισμα και του χτυπούσε παλαμάκια όποτε έσερνε τον χορό. Ο τρίτος της παρέας, ο Θεσσαλονικιός καθηγητής Οινολογίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γιώργος Κοτσερίδης, συμπλήρωνε ποτά και παρατηρούσε προσεκτικά την απρόσμενη παράσταση. Έτσι στήνονται τα «κυκλώματα» στο νησί.
Αυτή την «αλλιώτικη» Σαντορίνη του Οκτωβρίου τη συναντήσαμε σχεδόν σε όλους τους περιμετρικούς οικισμούς, μακριά από τα Φηρά και την Οία, οι οποίοι κακά τα ψέματα έχουν καταληφθεί από τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Σαντορίνης, το 2014 το νησί δεν είχε καμία μονάδα βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ το 2022 λειτουργούσαν 2.993 καταλύματα, με συνολικά 11.800 κλίνες.
Η μείωση των τουριστών τον Οκτώβριο σε αυτά τα καταλύματα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις μπαίνουν σε τροχιά κλεισίματος –τέλη Οκτωβρίου κατεβάζει στόρια η πλειονότητα των μαγαζιών–, άρα χαλαρώνουν και εξυπηρετούν δίχως πίεση, προσφέρουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για χαλαρές βόλτες στα γραφικά σοκάκια, για οινογευσίες χωρίς να κλείσεις ραντεβού δύο μήνες πριν, και για φαγητό χωρίς πρότερη κράτηση.
Το DNA του νησιού
Εννιά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά των Φηρών βρίσκεται το Μεγαλοχώρι, ένας παραδοσιακός οικισμός με σωζόμενα σπίτια αρχετυπικής τοπικής αρχιτεκτονικής. Γύρω του εντοπίζεται και μία από τις μεγαλύτερες αμπελουργικές ζώνες του νησιού. Παρότι δεν «βλέπει» Καλντέρα, τα στενά του σοκάκια, οι παμπάλαιες κάναβες, τα παλιά αρχοντικά, τα νεοκλασικά κτίρια και οι κατάλευκες εκκλησίες, όπως ο Ιερός Ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου, δημιουργούν μια μυστηριακή αύρα, σαν άθελά σου να ταξιδεύεις πίσω στον χρόνο.
Αυτή η αύρα «μπλοκάρεται» το καλοκαίρι. Τα ροδάκια από τις βαλίτσες των τουριστών σχηματίζουν ένα βουητό μελισσιού και τα ενοικιαζόμενα μηχανάκια και οι «γουρούνες» κυριαρχούν στο χωριό. Από την εποχή που παίζαμε έφηβοι κρυφτοκυνηγητό στα σοκάκια είχα να δω Μεγαλοχωρίτισσα να κεντάει στην αυλή της, όπως την εβδομήντα ενός ετών Ελένη Βάλτη. «Το καλοκαίρι η φασαρία μού παίρνει το μυαλό, πού να πιάσω τη βελόνα», μου λέει κι αυτή με παράπονο.
Το νησί δεν είχε καμία μονάδα βραχυχρόνιας μίσθωσης το 2014, ενώ το 2022 λειτουργούσαν 2.993 καταλύματα, με συνολικά 11.800 κλίνες.
Εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα, στην κεντρική πλατεία του Μεγαλοχωρίου –γνωστή και ως «Ποταμός»– και πέριξ αυτής, ο κόσμος απολάμβανε τη βόλτα του. Είχε αρκετή περατζάδα, αλλά η κατάσταση ήταν φυσιολογική. Κάποιοι έτρωγαν παγωτό στα ασβεστωμένα πεζούλια πίσω από τις ελιές, μερικοί τραβούσαν φωτογραφίες τις πολύχρωμες πόρτες κι ορισμένοι μπαινόβγαιναν στην γκαλερί τέχνης Αλισάχνη.
Αυτός ο υβριδικός χώρος, που στην παλιά του κάναβα φιλοξενεί σχεδόν όλα τα Ασύρτικα του νησιού, μέχρι πέρυσι λειτουργούσε και ως εστιατόριο, πιο πριν και ως μπαρ για κρασί. Η ιδιοκτήτριά του, γλύπτρια και ζωγράφος Νατάσα Νικολέτου, κουράστηκε από την περσινή σεζόν κι αποφάσισε φέτος να επικεντρωθεί στις τέχνες της. Στο πίσω μέρος της γκαλερί, στο εργαστήριό της, δούλευε με τον τροχό ένα καινούργιο έργο. «Έχω περισσότερο χρόνο για έμπνευση, μιλάω και πιο άνετα με τον κόσμο που μας επισκέπτεται. Ήταν μια καλή σεζόν», λέει φορώντας τη μαύρη ποδιά της.
Η Νατάσα με τα έργα της –από κεραμικά και κοσμήματα μέχρι συνθέσεις με ξύλο και γλυπτά από αλουμίνιο– κατά κάποιον τρόπο κρατάει ζωντανή την επιρροή που έχει η σαντορινιά γη στον άνθρωπο. Όλα τα σχέδιά της και οι κατασκευές βασίζονται στην αλληλεπίδραση με το ηφαιστειακό τοπίο. Λίγο από το DNA του νησιού διασώζει και ο Συριανός Γιάννης Ρήγος, από άλλο μετερίζι. Στην ταβέρνα του Λάβα, στον Εξωμύτη Βλυχάδας, λίγο πιο κάτω δηλαδή από τη διάσημη ακτογραμμή Περίβολου-Περίσσας, σερβίρει μαγειρευτά φαγητά μπροστά στη θάλασσα.
Από τους ελάχιστους που δεν κλείνουν τον χειμώνα, προσπαθεί όσο γίνεται να χρησιμοποιεί ντόπια προϊόντα, από ζαρζαβατικά μέχρι ψαρικά. Σταθήκαμε τυχεροί, καθώς προλάβαμε όλες τις συνταγές που βγάζει στον προθάλαμο της κουζίνας, όπως το γεμιστό ντοματάκι με ρύζι και την τυλιχτή μελιτζάνα με φέτα και θυμάρι. Συνήθως τα ταψιά τελειώνουν στο άψε σβήσε. Άλλη μία πολυτέλεια του Οκτωβρίου στη Σαντορίνη, να προφταίνεις τα πιάτα του Γιάννη. Και τέτοιες πολυτέλειες είχε μπόλικες.
Στη Βλυχάδα, την παραλία με τη μαύρη άμμο και τους σκαλισμένους από τον άνεμο λευκούς ηφαιστειακούς βράχους, βρήκαμε χώρο για να απλώσουμε την πετσέτα μας. Εντάξει, το ζήτημα είναι ότι βραδιάζει νωρίς και πέφτει η θερμοκρασία το απόγευμα, αλλά μέχρι το μεσημέρι το μπάνιο σε αυτό το σεληνιακό τοπίο είναι απολαυστικό.
Και στον Πύργο Καλλίστης, το μεσαιωνικό χωριό με την πανοραμική θέα, κάναμε βόλτα ανέμελοι στα λιθόστρωτα σοκάκια και χαρήκαμε ένα «γεμάτο» ηλιοβασίλεμα με μακρινό φόντο την Καλντέρα. Άλλο ένα «μπόνους» του Οκτωβρίου: ο ήλιος δύει κυριολεκτικά μέσα στην Καλντέρα και τα χρώματα του ουρανού είναι από άλλο… διάστημα. Στο ενδιάμεσο ξεναγηθήκαμε στο υπόσκαφο οινοποιείο Χατζηδάκη και συμμετείχαμε σε οινογευσία μαζί με άλλους Έλληνες, από Αθήνα και Ρόδο. «Στη Σαντορίνη δεν έχουμε υπερτουρισμό, αλλά συνωστισμό σε σοκάκια και δρόμους ορισμένους μήνες τον χρόνο», σημειώνει η Κωνσταντίνα Χρυσού, με καταγωγή από τον Πύργο και συνιδρύτρια του οινοποιείου.
Η λάθος εικόνα
Την άποψή της ενστερνίζεται και ο Αντώνης Παγώνης, πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Σαντορίνης, τον οποίο συνάντησα μαζί με την παιδική μου φίλη, ξενοδόχο Θεολογία Σκοπελίτη, σε ένα κεντρικό καφέ στα Φηρά. Βρήκαμε εύκολα θέση στο δημοτικό πάρκινγκ, βρήκαμε και τραπέζι για να καθίσουμε. Οι ευκολίες του Οκτωβρίου. «Το πρόβλημα προκαλείται ειδικά τον Ιούλιο-Αύγουστο, γιατί τα κρουαζιερόπλοια συμπίπτουν χρονικά. Οπότε έχεις 10.000 κόσμο ταυτόχρονα στο νησί, γι’ αυτό πήζει το λιμάνι του Αθηνιού με πούλμαν και στο τελεφερίκ σχηματίζονται ουρές.
Από του χρόνου που αναμένεται να λειτουργήσει το σύστημα προκαθορισμένων θέσεων ελλιμενισμού (berth allocation), ελπίζουμε ότι θα βελτιωθεί η κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορείς να διαδίδεις ότι ένα νησί που είναι τέσσερις μήνες “κλειστό” πάσχει από υπερτουρισμό», ισχυρίζεται ο ίδιος, ο οποίος μου ανέφερε ότι η φετινή σεζόν θα κλείσει κατά μέσο όρο με μείον 15% σε πληρότητα και μείον 20% σε τζίρο. Νησί-πήχτρα με άδειες κλίνες, παράλογο.
«Υπάρχει μια καραμέλα για τον υπερτουρισμό της Σαντορίνης. Βγάζουν φωτογραφίες την ώρα που ξεμπουκάρουν τα κρουαζιερόπλοια και κατακλύζονται τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θυμάσαι παλιά που τα μεσάνυχτα θέλαμε ένα μισάωρο για να διασχίσουμε την πλατεία των Φηρών λόγω του κόσμου που διασκέδαζε;
Τώρα τα Φηρά είναι άδεια το βράδυ, έχει αλλάξει πολύ η σύνθεση των τουριστών», εξηγεί η Θεολογία. Παρότι η ίδια δουλεύει σταθερά κυρίως με γκρουπ από την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, έθεσε το ζήτημα του μαζικού τουρισμού, που έρχεται κυρίως με τσάρτερ. «Αν πας στην Οδό του χρυσού, έχουν απομείνει μονάχα τέσσερα-πέντε κοσμηματοπωλεία, παλιότερα η κρουαζιέρα άφηνε πραγματικά χρήματα στο νησί. Επίσης, το καλοκαίρι, Ιούλιο-Αύγουστο, τα μηχανάκια του ντελίβερι πήγαιναν κι έρχονταν. Η πλειονότητα του κόσμου έκανε μια βόλτα και έπειτα έτρωγε στο δωμάτιο», προσθέτει.
Από την κουβέντα δεν έλειψε και η αναφορά στις υποδομές. Κάποια πράγματα είναι τραγελαφικά. «Κατ’ αρχάς, αυτό που έχουμε σήμερα δεν είναι λιμάνι, αλλά μόλος πρόσδεσης. Η συζήτηση για το νέο λιμάνι σέρνεται πάνω από τριάντα χρόνια. Δεύτερον, δεν υπάρχει καμία διαχείριση σκουπιδιών, εξακολουθούμε να θάβουμε τα σκουπίδια μας στην Καλντέρα. Και τρίτον, εκκρεμεί ακόμη η ηλεκτρική διασύνδεση. Το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος αφενός επιβαρύνει το περιβάλλον, αφετέρου πολλές φορές φτάνει στα όριά του. Φαντάσου να ερχόσουν διακοπές στην Οία και να μην είχες ρεύμα. Ούτε μπάνιο δεν θα μπορούσες να κάνεις, αφού όλο το σύστημα ύδρευσης λειτουργεί με ηλεκτρικό», καταλήγει ο Αντώνης.
Με σκέψεις βαριές από την κουβέντα κατευθύνθηκα στον Πύργο, στο γεύμα μετά τη βάφτιση του γιου του ξενοδόχου Αντώνη Πατρικιάνου και της Άννας-Μαρίας Φουστέρη, που ασχολείται με διαχείριση μπουτίκ μονάδων. Εκεί, η νοσταλγία των παιδικών αναμνήσεων από την παλιά Σαντορίνη και η μελαγχολία για τη σημερινή κατάσταση εξαϋλώθηκαν μονομιάς.
Πρώτον, γιατί ο ατέλειωτος χορός δεν άφησε περιθώρια για σκέψεις κι αναλύσεις. Δεύτερον, διότι είναι ελπιδοφόρο να βλέπεις ένα νέο ζευγάρι να μένει στον τόπο και να διατηρεί τα ήθη και τα έθιμα. Και τρίτον, γιατί ανάμεσα στους καλεσμένους αντάμωσα τον αρχαιολόγο Λευτέρη Ζώρζο, ο οποίος με ενημέρωσε ότι κατά πάσα πιθανότητα στις 9 Ιουνίου του 2025 θα ανοίξει για το κοινό το Ιστορικό Αρχείο Θήρας. Αυτή είναι η Σαντορίνη που επιμένει, η Σαντορίνη που γιορτάζει: η γλύκα του Οκτωβρίου, η γλύκα των ανθρώπων της.
«Να προφυλάξουμε το ωραίο»
Η Σαντορίνη, όπως ήταν αναμενόμενο, απασχόλησε την προηγούμενη εβδομάδα και το επιτυχημένο, διήμερο συνέδριο της Καθημερινής, «Reimagine Tourism in Greece». Στο νησί αναφέρθηκαν έμμεσα ή άμεσα σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες.
Από τον Κυριάκο Μητσοτάκη (ο οποίος μίλησε για την προσωρινή απαγόρευση της έκδοσης νέων οικοδομικών αδειών για ξενοδοχειακές μονάδες) και εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου έως και τον πρωθυπουργό του Μπουτάν, που περιέγραψε τη Σαντορίνη ως «πανέμορφο αλλά ευάλωτο νησί», σχολιάζοντας το ζήτημα με τις κρουαζιέρες. «Μεγάλα πούλμαν περνάνε σήμερα από οικισμούς που είχαν σχεδιαστεί για να περνάνε άνθρωποι και ζώα μόνο», είπε με τη σειρά του ο Νίκος Ζώρζος, δήμαρχος Θήρας, τονίζοντας πως οι δημόσιες και ιδιωτικές υποδομές πρέπει να σχεδιάζονται στην κλίμακα του τόπου και προσθέτοντας πως το νησί του δεν χρειάζεται ούτε μία νέα κλίνη, ούτε ένα κυβικό μπετόν.
«Τι είναι συμφερότερο για την ευτυχία μας: να καταστρέψουμε το ωραίο και να κερδίσουμε χρήματα ή να προφυλάξουμε το ωραίο, όπου πάλι θα κερδίσουμε χρήματα, αλλά δεν θα τα κερδίσουμε ίσως [τόσο] γρήγορα;» αναρωτήθηκε ο ίδιος, πριν καταλήξει πως «όποιος πολιτισμός υπηρετεί το ωραίο, δεν παρακμάζει ποτέ».
Πληροφορίες από: https://www.kathimerini.gr