Aν συλλογιστεί κανείς το πόσο «κινηματογραφική» είναι η αφήγηση αλλά και η πλοκή του «Λάθους» του Αντώνη Σαμαράκη –και συνυπολογίζοντας τη δημοφιλία του βιβλίου–, μοιάζει παράδοξο πώς μέχρι τώρα κανείς δεν είχε επιχειρήσει να το μεταφέρει αυτούσιο στη μεγάλη οθόνη – μερική εξαίρεση αποτελεί το ομώνυμο φιλμ του Πίτερ Φλάισμαν, το οποίο πάντως έχει διαφοροποιημένη υπόθεση.
Αυτό το… κενό έρχεται να καλύψει το «The Flaw» (Το Λάθος), το επερχόμενο φιλμ του Θεόφιλου Παπαστυλιανού, το οποίο πραγματοποιεί αυτές τις μέρες τον δεύτερο γύρο των γυρισμάτων του σε διάφορες τοποθεσίες της Αττικής και της Βοιωτίας. Γεννημένος στον Καναδά από Ελληνες γονείς, οι οποίοι στη συνέχεια επέστρεψαν στην πατρίδα, ο σπουδαγμένος στο Μόντρεαλ Παπαστυλιανός είχε όνειρο να γυρίσει σε ταινία το «Λάθος», έχοντας πιαστεί από τη φράση του Σαμαράκη: «Οποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου».
Το βιβλίο άλλωστε, που κυκλοφόρησε το 1965, γνώρισε τεράστια επιτυχία και τιμήθηκε σε Ελλάδα και εξωτερικό, χάρη στην οξυδερκή ανατομία του πυρήνα του ολοκληρωτισμού, καθώς και του εγγενούς ελαττώματος ενός τέτοιου καθεστώτος. Η ταινία, που αποτελεί συμπαραγωγή μεταξύ Ελλάδας («Αργοναύτες») και Λετονίας, με αγγλόφωνο (κατά κύριο λόγο) καστ, φιλοδοξεί να κάνει το ίδιο με ένα βασισμένο στο μυθιστόρημα σενάριο, το οποίο υπογράφει ο ίδιος ο Θεόφιλος Παπαστυλιανός, στην πρώτη του μεγάλου μήκους δουλειά. «Πόσο ελεύθεροι είμαστε; Τι έλεγχο έχουμε πάνω στις σκέψεις και στις πράξεις μας, στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την αλήθεια και τους ανθρώπους γύρω μας; Μπορούμε άραγε να βρούμε αυτά που μας ενώνουν και όχι αυτά που μας χωρίζουν; Με το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού να ζει σε “συγκαλυμμένες” δημοκρατίες, μήπως ο απολυταρχισμός χτυπά την πόρτα μας; Μπορεί η καταπίεση να πάρει τη μορφή μιας ειρηνικής κοινωνίας;» αναρωτιέται ο ίδιος.
Ο Ντέιβιντ Ντόσον και ο Ραλφ Λιτλ υποδύονται τον Ανακριτή και τον μάνατζερ αντιστοίχως, δύο από τους βασικούς χαρακτήρες στο βιβλίο του Σαμαράκη. Αμφότεροι είναι Βρετανοί ηθοποιοί, υποψήφιοι για το βραβείο Λόρενς Ολίβιε.
Για όσους δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο, η υπόθεση του «Λάθους» τοποθετείται σε ένα δυστοπικό περιβάλλον, όπου οι πάντες βρίσκονται κάτω από την εξουσία του Καθεστώτος. Εκεί, ένας Ανακριτής αναλαμβάνει να βάλει σε εφαρμογή το τέλειο Σχέδιο, προορισμένο να αποδείξει την ενοχή ενός Υπόπτου. Κάπου εκεί ξεκινάει ένα παιχνίδι ψυχολογικής χειραγώγησης, με το Σχέδιο να εφαρμόζεται άψογα, μέχρι το σημείο που θα αποκαλυφθεί η μοναδική –αλλά καθοριστική– αδυναμία του, η οποία αποτελεί αχίλλειο πτέρνα και του ίδιου του Καθεστώτος.
Ενδιαφέρον έχει σίγουρα η σύγχρονη ερμηνεία του «Λάθους», ενός έργου γραμμένου τη δεκαετία του 1960, η οποία είναι απαραίτητη πριν από τη μεταφορά του σε ένα σημερινό φιλμ. Το διαχρονικό μήνυμά του γύρω από την ελευθερία αλλά και την πίστη στον άνθρωπο είναι προφανώς και σήμερα επίκαιρο, σε μια εποχή όπου οι απειλές μοιάζουν συχνά πιο περίπλοκες σε σχέση με μια παλαιού τύπου δικτατορία. «Απολυταρχισμός και καταπίεση δεν συνοδεύονται πάντα από στρατό και απαγόρευση κυκλοφορίας. Μπορεί να έχουν τη μορφή μιας όμορφης, ήσυχης και ευημερούσας κοινωνίας. Εκεί που ο τόπος μοιάζει φιλόξενος, η ελευθερία αυτονόητη, αλλά η προπαγάνδα και τα εργαλεία ελέγχου είναι πιο εκλεπτυσμένα και εξελιγμένα. Η πραγματικότητα που περιγράφεται είναι οικουμενική, μια πραγματικότητα άτοπη και άχρονη. Βρισκόμαστε στο παρόν – μέλλον του “Alphaville” του Γκοντάρ. Ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει, καθιστώντας αδύνατο να θυμηθούμε πότε ξεκίνησε το Καθεστώς, πόσο μάλλον να φανταστούμε πότε ακριβώς θα τελειώσει. Είναι ένας δυστοπικός οργουελικός κόσμος όπου η ζωή είναι κλεισμένη σε ένα κουτί», σημειώνει σχετικά ο Παπαστυλιανός.
Θέλοντας πάντως να ποντάρουν στην καφκική ατμόσφαιρα της ιστορίας, οι δημιουργοί της ταινίας αποφάσισαν να γυρίσουν σημαντικό μέρος της στη Λετονία, με φόντο τα τοπία του πρώην ανατολικού μπλοκ. Το πώς το συγκεκριμένο περιβάλλον θα φτάσει να φαντάζει σύγχρονο, πόσο μάλλον μελλοντικό, μένει να φανεί επί της οθόνης. Το κινηματογραφικό «Λάθος» αναμένεται να κυκλοφορήσει στις αίθουσες μέσα στο 2025.
Με πληροφορίες από την εφημερίδα “Καθημερινή” – Photo Credit Andrejs Strokins