Νίκος Ρίζος.. Ενας υπέροχος κοντός που γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από σχεδόν εκατό χρόνια… Απίστευτο; Ξεκίνησε το ταξίδι προς την αιωνιότητα όταν ολοκληρώθηκε το τελευταίο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς “Η αίθουσα του θρόνου” που έμελλε να είναι και το κύκνειο άσμα του στην τηλεόραση
Ο Νίκος Ρίζος γεννήθηκε στην Άρτα την 30ή Σεπτεμβρίου 1924. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του. Κατέληξε, ωστόσο, ηθοποιός, σε πολύ μικρή ηλικία, εντελώς τυχαία. Αγαπήθηκε από το κοινό, αλλά και κείνος αγάπησε με ασυγκράτητο πάθος το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Του Αλέξανδρου Αρβανιτά
Έκανε πρεμιέρα το 1948 στην επιθεώρηση «Άνθρωποι, άνθρωποι» του Αλέκου Σακελλάριου και δύο χρόνια μετά στον κινηματογράφο. Διέθετε πολύ μεγάλη εκφραστική γκάμα, ερμηνεύοντας υπέροχα τους ρόλους του. Ο πρώτος στην καριέρα του ήταν ο γίγαντας Τόφαλος! Ο Ρίζος υπήρξε στενός συνεργάτης του Ελευθερίου, με καθημερινή παρουσία στο θέατρο. Ένα βράδυ απουσίασε απροόπτως ο ηθοποιός που ενσάρκωνε τον Τόφαλο. Ο Ρίζος άρπαξε την ευκαιρία, λέγοντας στο συγγραφέα: «Θα τον αντικαταστήσω εγώ». «Μα είσαι τόσο κοντός», του απάντησε εκείνος. «Βάλε με στη σκηνή και θα δει πώς θα ψηλώσω», επέμεινε ο «κοντός». Εκείνο το χειροκρότημα ήταν το πρώτο του και αποτέλεσε την απαρχή μιας μεγάλης καριέρας.
Οι τύποι που ερμήνευσε άφησαν εποχή. Μάγκας, αψύς, τσαχπίνης, καζανόβας. Οι γυναικείες μεταμφιέσεις του τον έκαναν να αγαπηθεί πολύ. Ασφαλώς όμως το… μεγάλο προσόν του υπήρξε το ύψος του. Άτομο ακομπλεξάριστο, όχι μόνο συμφιλιώθηκε μ’ αυτό, αλλά το μετέτρεψε σε υποκριτικό του πλεονέκτημα. Την περίοδο 1961-1965 συγκρότησε με τους Αυλωνίτη-Βασιλειάδου μια υπέροχη θεατρική τριάδα, η οποία γνώρισε πρωτοφανή επιτυχία και αγαπήθηκε από τους Έλληνες θεατρόφιλους. Υπήρξε ταιριαστό ζευγάρι με την ηθοποιό Έλσα Ρίζου. Ο ίδιος περιέγραψε τη γνωριμία του, με τη μετέπειτα σύζυγό του, με τον πλέον απολαυστικό τρόπο: «Τη γνώρισα στη Σχολή Ζουρούδη. Σπουδαίο ταλέντο. Ήταν πανέμορφη. Όταν την είδα πρώτη φορά, είπα στη γυναίκα του Φωτόπουλου: ”Ρε Μαργαρίτα, τη βλέπεις εκείνη την κοπέλα που μοιάζει με την Τζίλντα; Αυτή θα είναι η αυριανή γυναίκα μου”. Και κείνη μου απάντησε: ”Άντε να χαθείς, σαχλέ. Δεν ντρέπεστε εσύ και ο Γκιωνάκης”. Μέσα στην ίδια τη σεζόν πήγα και τη ζήτησα». Ο γάμος κράτησε 40 χρόνια, μέχρι το θάνατό του. Αποτέλεσμα ήταν η γέννηση του μονάκριβου γιου τους, Κωνσταντίνου.
Ο Ρίζος συμμετείχε σε περίπου 300 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, είτε ως πρωταγωνιστής είτε σε δεύτερους ρόλους. Στην τηλεόραση είχε σχετικά μικρή παρουσία. Τελευταία εμφάνισή του στη μικρή οθόνη ήταν η σειρά «Η αίθουσα του θρόνου, στο MEGA. Ωστόσο, την ημέρα προβολής του τελευταίου επεισοδίου, ο πιο αναγνωρίσιμος «κοντός» του ελληνικού θεάτρου μας ξεκίνησε για το τελευταίο ταξίδι: αυτό στη γειτονιά των αγγέλων. Ο κινηματογράφος, όμως, ήταν αυτός που τον έκανε γνωστό σε κάθε σπίτι, σε κάθε οικογένεια. Οι σημαντικότερες ταινίες που άφησε το στίγμα του ήταν: «Το σοφεράκι», «Ο θησαυρός του μακαρίτη», «Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός», «Της κακομοίρας», «Η κόμισσα της φάμπρικας», «Ο γίγας της Κυψέλης», «Ο τζίτζικας και ο μέρμηγκας», «Πώς περνούν οι παντρεμένοι», «Συμμορία εραστών», «Ένα έξυπνο, έξυπνο μούτρο» κ.ά.
Χαρακτηριστικές ατάκες του:
-Ψηλή, ρε. Ψηλή.
-Μη με πληγώνεις άσχημα ετούτη τη βραδιά.
-Πώς τι βολεύεις, βρε αδερφέ μου. Όλο με ψηλές μπλέκεις.
-Επίτηδες, παιδί μου. Επίτηδες.
-Γιατί;
-Διότι κοντός εγώ, κοντή η γυναίκα, εμείς δεν θα βγάζαμε παιδιά, θα βγάζαμε σκαμνάκια!
Από την ίδια ταινία:
-Πιάσε δυο κανταΐφια. Και πού σαι. Κάν’ τα μου μυθιστόρημα.
-Δηλαδή;
-Τύλιξέ τα μου στο χαρτί!
Επίσης από την ίδια ταινία:
-Θέλω κανένα βιβλίο να περνάω την ώρα μου…
-Βιβλία πασατέμπο δεν έχουμε!
Ξανά από την ίδια ταινία:
-Άντε, παιδιά, να ζήσετε…
-Άντε να δούμε πότε θα το αποφασίσεις και για μας.
-Ε, άσε να καλέσουν πρώτα την κλάση μου!
Πάλι από την ίδια ταινία:
-Μα, στον κουβά δεν βάζουνε θησαυρό. Κάρβουνα είναι;
-Πώς… Δεν έχεις ακούσει που λένε «άνθρακες ο θησαυρός;».
Τέλος, από την ίδια ταινία:
-Ε, απόψε θα φάω…
-Κι αύριο 21 η πίεση!
-Κύριε Νεόκοσμε, άμα φτάσεις 31 να πουλήσεις! Είναι καλή τιμή!
«Ο θησαυρός του μακαρίτη» 1959
-Ε, λοιπόν, με τη μάνα σου θα τραβηχτούμε εδώ μέσα καμιά ώρα, σαν τα συντεκλέρια!
-Ε, αφού την ξέρεις.
-Την ξέρω, αλλά δεν αντέχω άλλο. Με έπρηξε. Διότι και να μιλάω, αδελφέ μου, σαν υποψήφιος βουλευτής, με την ελληνικούρα μου ξεροψημένη, και να κάθομαι σαν μαθήτρια του Κατηχητικού και να βγάζω το καπέλο μου, λες και μπαίνω στον Λευκό Οίκο και να της φιλάω το χέρι, που βρομάει σέρτικο Αγρινίου;
-Υπομονή.
-Υπομονή κάνουν τα λάστιχα, Ρέα μου, αλλά έρχεται κάποια στιγμή που δεν αντέχουν άλλο και κλατάρουν. Και σε ρωτάω: Γιατί δεν με γουστάρει; Επειδή είμαι της αγοράς; Της αγοράς είναι και τα φασολάκια, τα λόπια, αλλά άμα τα τρακάρει, τρώει πέντε γαβάθες!
Από την ίδια ταινία:
-Εγώ σήμερα σκίζω Μαρίνες…
Φέρτε μου τη Μαρίνα να τη σκίσω!
Ξαφνικά εμφανίζεται η Μαρίνα (Γεωργία Βασιλειάδη) και ο Μάχος αλλάζει γραμμή πλεύσης…
-Φέρτε μου τη Μαρίνα να με σκίσει!
Επίσης από την ίδια ταινία:
-Και το κοντός, από ‘δω και πέρα, κομμένο.
-Μη σε ξανακούσω, Μαρίνα, να πεις κοντό τον κοντό…
-Δεν ξέρω αν είμαι κοντός, αλλά το κοντός τέρμα…
«Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός» 1961
Βλέπει τη νύφη που του προξενεύει ο Αυλωνίτης (Γεωργία Βασιλειάδου) και μονολογεί απελπισμένος:
-Το τρώω το φαΐ μου, Βαγγέλη!
«Οι γαμπροί της Ευτυχίας» 1962
-Κι όποιος πει κακό για μας, να του βγει το μάτι σαν λουκουμάς…
«Της κακομοίρας» 1963
-Εσύ παίρνεις πάντα το μέρος του, αλλά δεν κάνεις καθόλου καλά, θεία. Παίρνεις άσχημο δρόμο. Στο λέω εγώ…
-Γιατί, μωρέ;
-Γιατί ακολουθείς αυτόν τον κομμούνα…
-Και τι θέλεις να κάνω δηλαδή; Να αρπάξω ένα μάτσο αντικλείδια και να ακολουθώ εσένα;
-Δεν λέω αυτό, αλλά λυπάμαι. Επηρεάζεσαι, θεία…
-Εμένα δεν με επηρεάζει κανείς. Εγώ είμαι μια εργαζόμενη γυναίκα και βλέπω την καταδυνάστευση του προλεταριάτου από το μονοπωλιακό κεφάλαιο που καρπώνεται προνομιακά την υπεραξία της δουλειάς του εργαζόμενου λαού…
-Ω, ρε, τη φλόμωσε ο κομμούνας…
«Η κόμισσα της φάμπρικας» 1969
Ο Αμερικανός κωμικός ηθοποιός Lenny Bruce έλεγε πως «ο ρόλος του κωμικού ηθοποιού είναι να κάνει το ακροατήριο να γελάει τουλάχιστον 1 φορά κάθε 15 δευτερόλεπτα». Δεν χρειάζεται να πούμε ότι ο «κοντός» το πέτυχε χωρίς ιδιαίτερο ζόρι. Με τρόπο ανεπιτήδευτο, απαράμιλλο, μοναδικό. Τον τρόπο που μόνο αυτός ήξερε. Τον τρόπο της φυσικότητας, της απλότητας αλλά κυρίως αυτόν της ψυχής…