Η “Υπάτια” έρχεται στη Νάξο και ανήμερα της Παναγίας, μας παρουσιάζει με τον δικό της ποιητικό τρόπο την ιστορία της Παναγιάς του λιμανιού, της Μυρτιδιώτισσας…
Δε μ ’αρέσουν οι μεγάλοι ναοί. Με τα χρυσοποίκιλτα τέμπλα. Να κάτι τέτοιοι μ’ αρέσουν. Με τη ψάθινη καρεκλίτσα απ’ όξω να περιμένει τον κουρασμένο διαβάτη. Τον κολυμβητή θέλω να πω. Γιατί σ αυτόν το μικρό ναό πας κολυμπώντας…
Ήταν 14ος αιώνας κι αυτό με μια ασάφεια. Από κείνη που αφήνει το πέρασμα των αιώνων στο στόμα. Γιατί είναι μια ιστορία που δε γράφτηκε ποτέ στο χαρτί. Και μόνο έτσι, από στόμα σε στόμα, μπορεί να φτάσει κάποτε ίσαμε το δικό σου.
Μα πρέπει να περπατήσεις πρώτα όλα τα σοκάκια του νησιού και να ρωτήσεις τους γερόντους.
Τότες λοιπόν που τα καράβια ήτανε με πανί και με ιστίο…το ταξίδι μακρινό, επικίνδυνο και άγνωστο… ένας καπετάνιος από τα Κύθηρα πήγαινε φορτίο στη Σμύρνη ώσπου έπιασε θαλασσοταραχή. Τα κύματα άγρια αφρισμένα, και η στεριά που φαίνονταν κοντά, αλίμενη αφιλόξενη με βράχια. Πως να γλιτώσει το καράβι του μην πέσει στις ξέρες…
Ένα ταξίδι στο Αιγαίο δεν είναι όπως του Ωκεανού. Πολλά τα νησιά που μπαίνουν στο διάβα σου και διακόπτουν το ατέλειωτο γαλάζιο. Σαν τις Σειρήνες λιάζονται στον ήλιο γλυκά και παράξενα, σα να θέλουν να πας κοντά. Μα αλίμενα τα πιο πολλά. Χωρίς βραχίονες και ντόκους. Τότες. Ένα τέτοιο ήταν κι αυτό.
Στην απελπισία του πάνω ο καπετάνιος, ο Τσιριγώτης…- έτσι θα μάθω λέγονταν παλιά τα Κύθηρα, Τσιρίγο-… θα σηκώσει τα χέρια του ψηλά στον ουρανό και θα παρακαλέσει. Τη Μάνα τη γλυκιά. Την Παναγιά. Γιατί όπου τελειώνει η μπόρεση του ανθρώπου …είναι η Μόνη που μπορεί να στέρξει. Η Μάνα, η βαθιά ριζωμένη στη ψυχή του πιστού. Και να στραβοπατήσει… Παναγιά μου θα πει…πόσο μάλλον να χάνεται στη φουρτούνα.
Θα παρακαλέσει λοιπόν ο καπετάνιος μας τη Παναγιά τη δικιά του. Την προστάτιδα των Κυθήρων. Την Παναγιά τη Μυρτιδιώτισσα. Και τάμα μεγάλο θα κάμει. Όπου προσαράξει και σωθεί να χτίσει μικρό ναό στη Χάρη Της. Γεμάτο ιστορίες και τάματα τέτοια το Αιγαίο εξάλλου.
Και η Παναγιά έστερξε. Ένας ύφαλος…στην είσοδο του λιμανιού… μια μικρή χαριτωμένη βραχονησίδα ίσα που ξεπρόβαλε ξάφνου απ’ το κύμα. Εκεί θα καταφέρει να δέσει απαλά το καράβι του κι ο καπετάνιος με τους ναύτες του θα σωθεί.
Σ’ εκείνον τον ύφαλο λοιπόν που στέκει ακόμη όπως και τότε, θα βρείτε σήμερα ναΐσκο μικρό που ίσα ίσα χωρεί, με μια καρέκλα ψάθινη απ’ όξω να περιμένει και να βρέχεται ολόγυρα από το κύμα. Για να θυμίζει την ιστορία του Καπετάνιου. Που εκπλήρωσε το τάμα του.
Κι επειδή τα καράβια έκτοτε συχνά θα δένουν στο ίδιο σημείο…το 1775 ο Νικόλαος Καλλιβούρτσης, ευσεβής γόνος του νησιού, θα κολυμπήσει μια μέρα μέχρι τον ύφαλο της Παναγιάς για να μπει σ’ ένα άλλο καράβι. Που θα τον πήγαινε στο Άγιον Όρος να ασκητέψει και να γίνει Άγιος. Όπως κι έγινε. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Το μικρό ξωκλήσι της Παναγιάς του λιμανιού υποδέχεται αιώνες τώρα τον ταξιδιώτη και μαγνητίζει το βλέμμα του. Είναι η απλότητα που το κάνει μεγάλο. Ταπεινό και πάλλευκο, με μόνη συντροφιά λίγα δεντράκια και θάμνους, μοιάζει με σχεδία πάνω στη θάλασσα που διαπορθμεύει την Πίστη. Μεταξύ των δύο νησιών. Της Νάξου και των Κυθήρων.
Ποιητές θα γράψουν για κείνο… ζωγράφοι θα ζωγραφίσουν. Κι εσύ ταξιδιώτη άμα το δεις πρώτη φορά, θα ψάξεις με το βλέμμα σου ολόγυρα κάμποσες φορές ανάμεσα στα κότερα και τις βάρκες, για να σιγουρευτείς γι’ αυτό που βλέπεις : ένα μικρό νησί μέσα στο λιμάνι! Με μια Παναγιά πάνω. Θαλασσινή και Μυρτιδιώτισσα. Και Καπετάνισσα.
Γιορτάζει σε λίγο καιρό. Στις 24 Σεπτεμβρίου. Προστάτιδα των ψαράδων και των εργατών του λιμανιού. Μαζί με άλλες δύο σημαντικές εκκλησιές που είναι κοντά, ανήκει στην ευρύτερη πενηντάδα των ιστορικών ναών της Χώρας της Νάξου που σκαρφαλώνουν ψηλά διάσπαρτες μέχρι το Κάστρο και υπάγονται στην Μητρόπολη του νησιού. Ο πάτερ-Απόστολος είναι ο εφημέριος. Θα τον βρείτε σε μια απ’ αυτές. Τις πενήντα.
Ζωσμένη από τη θάλασσα
Και μεθυσμένη απ’ τα μουγκά
Τραγούδια του νερού
Στέκει εκκλησούλα στο Γιαλό
Σα μοναχή ανεμώνα
Σύμβολο κάποιου μακρινού που πέρασε καιρού.
[Ποίημα Διαλεχτή Ζευγώλη – Απείρανθος Νάξου]
Υπατία
Υ.Γ. : Ευχαριστώ θερμά τον πάτερ Απόστολο Βελόνη και τον καπετάν Νικόλα Κορρέ.
Πηγή : Ιστορίες υπό τη Σκιά της Ιστορίας του Ιάκωβου Ε. Καμπανέλλη / Κυκλαδική
Φωτογραφία: Θανάσης Περιστεράκης