Υπάρχει ή όχι Παράδεισος και Κόλαση; Τι θα συμβεί στη Δευτέρα Παρουσία; Πως τα αντιμετωπίζει η λαϊκή παράδοση του Γλινάδου της Νάξου; Η απάντηση μέσα από το βιβλίο του καθηγητή Λαογραφίας Μανώλη Σέργη και τη σελίδα του “Ορεινού Αξώτη”…
“’Ο Παράδεισος ήτανε, λέει, ένα μεγάλο πρεβόλι, που κατοικούσανε οι καλοί αθρώποι, αλλά δεν ηβλέπουντανε μεταξύ ντωνε, παρά ήτανε, λέει, οι ψυχές σα μπεταλούδα, και πετούσανε από δεδρό σε δεδρό. Η γνωρίζουντανε μόνο του Βαγιοφόρου. Γι’ αυτό οι αθρώποι εκάνανε καλές πράξεις, για να πάνε στο μπαράδεισο, τα πιστεύανε ευτά, γιατί τα γράφανε τα χαρτιά’’.
‘’Το μπαράδεισο τονε φαντάζουντανε ότι ήτανε ένα ωραίο παλάτι, και μπαίνανε μέσα οι καλοί. Η Κόλαση ήτανε ένας μεγάλος λάκκος με το διάολο, που εβάστανε ένα δαυλό με φωτιά και ήκαβγε τσι κακοί. Τσι ‘παιρνενε ο διάολος με τη ντραπάνα και τσι ριχτενε στο πυρ και βράζανε μεσ’ τσι καζάνες’’.
‘’Η ψυχή πάει στα ουράνια, άμα είναι καλός ο άθρωπος, άμα δεν είναι πάει στην Κόλαση και υποφέρει βασανιστήρια, πίκρες και πόνοι. Τσι κρεμούνε εκεί και θέλουνε να δροσίσουνε τη γλώσσα ντωνε και δε βρίσκεται άθρωπος. Ο Παράδεισος είναι σα μπου θα μπεις σ’ ένα περβόλι να το σεργιανίσεις, γεμάτο λουλούδια, μπαξέδες’’.
‘’Έχω ακούσει από τσι παλιοί ότι στο μπαράδεισο το καλό αντρόυνο συναντίζουνταινε μια φορά το χρόνο, το Πάσχα, που βγαίνουνε οι ψυχές και τσι ‘χουνε όξω σαράντα μέρες, όξω από τη Γκόλαση και όξω από το Μπαράδεισο, και συναντίζουνταινε όλοι. Οι καλί είναι με τσι καλοί και οι κακοί με τσι κακοί. Εκεί θα γνωρίσει ο ένας τον άλλο λιγάκι και θα λέει: που σε ‘δα, που σε συνάντησα.-Κάπου με ‘δες, κάπου σε δα’’.
‘’Τη μέρα εκείνη θα λέμενε: εβγάτε εσείς οι αποθαμένοι, να μπομενε εμείς οι ζωντανοί. Θα ‘ρθει η συντέλεια του κόζμου’’.
‘’Θα χαλάσει ο κόζμος, αλλά οι καλοί πάλι θα σταθούνε, δε θα χαθούνε όλοι, σα στη μπλημμύρα του Νώε. Ο κόζμος θα καταστραφεί με σειζμοί, καταποντισμοί και πολέμοι, ετότε θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία’’.
‘’Έχω ακούσει από ο γέρο- Πέρρο ότι τη Δευτέρα Παρουσία θα τηνε δει η γεννιά του δεκατέσσερο. Τότε θα γίνει η συντέλεια του κόζμου’’.
‘’Θα χωριστούνε οι καλοί από δεξιά και οι κακοί από αριστερά, και θα στερέψουνε τα πηάδια, θα βρωμίσουνε τα ψάρια, δε θα ‘χομενε νερό να πιούμενε, θα βρέχει αίμα και νερό, και θα στερέψει η θάλασσα, και θα τρέμει ο άθρωπος σα ντο φύλλο του καλαμιού, και θα γυρεύγει σωτηρία και δε θα βρίσκει, και θα λέμενε: σηκωθήτε ‘σεις οι απεθαμένεοι, να μπομενε ‘μεις οι ζωντανοί, θα γίνει ο χαμός. Η μακαρίτισσα η μάνα μου δα μας σε ‘λεενε η καμένη τώρα που γίνουντανε οι πολέμοι: ω, η οργή του Θεού, το γράφει το χαρτί. Τώρα πάλι με την ανοβρία ήλεενε ότι ο Θεός μας σε ‘στερνενε σημάδια, μα εμείς δε ντα βλέπομενε. Ήλεενε ότι θα σκοτεινιάσει ο ήλιος, ότι θα χαθεί ο ήλιος από τον ουρανό, θα κάψει τη γης, θα πέσει ο ήλιος να κάψει τη γης. Ευτά δε γίνουνταινε σήμερα;’’.
Από το βιβλίο του καθηγητή Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Θράκης Μανόλη Σέργη ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΓΛΙΝΑΔΟ ΝΑΞΟΥ.
Δημοσιεύτηκε στη σελίδα ΟΡΕΙΝΟΣ ΑΞΩΤΗΣ