Αναφορές από στιγμές που έμειναν στην μνήμη με βάση την ιταλική και γερμανική κατοχή στη Νάξο…
Στις 5 Μαΐου 1941 αποβιβάστηκαν στη Νάξο τα πρώτα ιταλικά στρατεύματα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Κατοχής του νησιού.
Κάποια μέρα οι Ιταλοί στρατιώτες πήραν το δρόμο για τα χωριά, φθάνοντας και στο Φιλώτι.
Κείμενο του Κωνσταντίνου Αντωνίου Ψαρρά (*)
Από εκεί και ύστερα ξεκίνησε για τους Φιλωτίτες (όπως και όλους τους Ναξιώτες) μια καθημερινή μάχη για επιβίωση.
Με το που κατέκλυσαν το χωριό, επίταξαν το σπίτι του Κρεμμυδοσταμάτη (Σταματίου Βασιλείου Καλαβρού) μετατρέποντάς το σε διοικητήριο της Ιταλικής Αστυονομίας (Finanza). Το σπίτι του Κρεμμύδα ήταν ένα διώροφο σπίτι, πολύ εντυπωσιακό για την εποχή του, που βρισκόταν πάνω από τον κεντρικό τότε δρόμο Φιλωτίου – Απειράνθου.
Ο κάτω όροφος που λειτουργούσε σαν μαγαζί έγινε πλέον η Finanza (σήμερα η ταβέρνα «Το Πλατανάκι» του Ηλία Βρούτση «Κοπανολιού»). Γρήγορα, αφού κατέλαβαν τον χώρο, ξεκίνησαν να κατευθύνονται προς στα σπίτια.
Τότε σάρωσαν τα πάντα στο πέρασμα τους. Δεν άφησαν σε σπίτι λάδι, πατάτες, κρασί, γυαλικά, οικιακό εξοπλισμό… τα ανακάλυπταν κρυμμένα και τα έπαιρναν όλα.
Μόνο όσοι ήταν προνοητικοί και ψύχραιμοι κατάφεραν να κρατήσουν κάτι απ’ αυτά καλά κρυμμένο.
Μια νεαρή κοπέλα στον πανικό της, ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού της και άρχισε να πετάει κάποια πράγματα της προίκας της, στο γειτονικό σπίτι με την ελπίδα να σώσει κάτι. Όμως ένας Ιταλός στρατιώτης την είδε από την ταράτσα ενός γειτονικού σπιτιού και της φώναξε χαιρέκακα «Signorina».
Η νεαρή κοπέλα ξέσπασε σε κλάματα φωνάζοντας «πάει η προίκα μου…».
Έβαλαν τους άντρες να κουβαλήσουν τις τεράστιες τζάρες (μεθύρες) με το λάδι από τα σπίτια τους στην Finanza.
Τους σημάδευαν με την κάνη των όπλων τους στο κεφάλι, σαν προειδοποίηση πως αν έσπαγαν οι τζάρες θα το πλήρωναν με… τη ζωή τους.
Αργότερα ακούστηκε πως μονάχα ένας Ιταλός στρατιώτης, ονόματι Ιωσήφ (Giuseppe στα ιταλικά), δεν πείραξε ούτε πήρε τίποτα από κανένα σπίτι του Κλεφάρου που πέρασε.
Φόβος επικρατούσε παντού.
Δεξιά από το σπίτι του Κρεμμύδα, υπήρχε μια μεγάλη φορτωμένη συκιά.
Την πρώτη κιόλας ημέρα που οι Ιταλοί στρατιώτες έφθασαν στο Φιλώτι, πεινασμένοι όπως ήταν, έπεσαν πάνω στη συκιά και τη «θέρισαν» στην κυριολεξία.
Η γριά Κρεμμύδαινα που παρακολουθούσε το σκηνικό χτυπούσε τα χέρια της και φώναζε επαναλαμβανόμενα «Παν’ τα σύκα… παν’ τα σύκα… παν’ τα σύκα…» κάτι το οποίο φάνταζε τραγελαφικό μπροστά στο μέγεθος της συμφοράς που μόλις είχε αρχίσει…
(*) Ο Κωνταντίνος Αντωνίου Ψαρράς, εκπαιδευτικός. Αρθρο στη σελίδα “Παλιό Φιλώτι” στα Social media