Ο Λευτέρης Ελευθερίου μιλάει με αφορμή την παράσταση “Στα ξένα Ελληνας και στην Ελλάδα “ξένος”… για την μουσική, το ραδιόφωνο, την Ελλάδα που παλεύει να βγάλει από πάνω της τις πληγές των προηγούμενων χρόνων και για το εάν σκέφτηκε να φύγει εκτός χώρας
Ο Λευτέρης Ελευθερίου διηγείται επί σκηνής στην παράσταση «Στα ξένα Έλληνας και στην Ελλάδα “ξένος”» την ιστορία ενός νέου μετανάστη, του Στάμου, που τη δεκαετία του ’60 κατατρεγμένος από το καθεστώς του κράτους και του παρακράτους που τον πιέζει να υπογράψει δήλωση μετανοίας, καθώς ο πατέρας του ήταν πολιτικός κρατούμενος, αρνείται και αποφασίζει να πάρει τον δρόμο της ξενιτιάς. Φεύγει στη Γερμανία, εργάτης σε ορυχείο. Δουλεύει, τρώει, κοιμάται. Δουλεύει. Η επικοινωνία με τη μάνα του και την αδελφή του δύσκολη. Η μόνη άμεση επαφή με την πατρίδα είναι το ραδιόφωνο κι η εκπομπή για τους μετανάστες στα βραχέα, με αφιερώσεις και τραγούδια, κυρίως του Καζαντζίδη.
«Ένας Έλληνας μετανάστης στην Γερμανία του ‘60 κάνει μία αναδρομή της ζωής του και του ξεριζωμού που βίωσε η οικογένειά του τα χρόνια των δύο παγκοσμίων πολέμων και αναφέρεται στις συνθήκες της πολιτικής κατάστασης της Ελλάδας της δικής του εποχής που τον ανάγκασαν να ξενιτευτεί», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Λ. Ελευθερίου στη συζήτηση που κάναμε με αφορμή την παράσταση αυτή.
Τι είναι αυτό όμως που κεντρίζει το κοινό στην παράσταση; Δεν μπορώ να το ξέρω ακριβώς τι κεντρίζει το κοινό, άλλωστε η τέχνη είναι ανοιχτή στις προσωπικές αναγνώσεις του θεατή ανάλογα με τα βιώματα του. Αυτό που θέλω εγώ να τονίσω είναι ότι η ξενιτιά είναι βαριά, οποία και αν είναι η εθνικότητα του ανθρώπου. Η κατάσταση της Ελλάδας σήμερα μπορεί να μην είναι ολόιδια με εκείνη του εξήντα, αλλά σίγουρα με την κρίση που βιώνουμε γεννιούνται σκέψεις στον κόσμο σαν αυτές που γεννήθηκαν στους Έλληνες εκείνης της περιόδου, να δουλέψουν έξω για καλύτερα λεφτά καλύτερη ζωή, ασφαλέστερο μέλλον. Ένας λαός που βιώνει τραγικά τον εμφύλιο αυτήν την περίοδο και θυμίζει περίπου τις συνθήκες του εμφυλίου της Ελλάδας είναι ο Συριακός λαός. Έχουν ξεσπιτωθει πάνω από 5.000.000 άνθρωποι.
Θα σκεφτόσασταν να φύγετε από την Ελλάδα και να γίνετε μετανάστης;
«”Τα καράβια μου καίω, τα καράβια μου καίω, δε θα πάω πουθενά”. Το έχω σκεφτεί είναι η αλήθεια. Η Ελλάδα είναι μία αναντικατάστατη, πανέμορφη πατρίδα αλλά βιώνει μία βαθιά κρίση ταυτότητας αυτήν την περίοδο και είναι αβέβαιο το μέλλον για έναν νέο που ‘χει αποφασίσει να μείνει συνειδητά εδώ. Είναι ένα κράτος βαλκανικό, νεοσύστατο και φέρει όλες τις πληγές της παρακμής των τελευταίων αιώνων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τεράστιες πληγές από τους βαλκανικούς πολέμους, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον εμφύλιο. Πολιτική και οικονομική διαφθορά, διχόνοια των Ελλήνων που οδήγησε εν τέλει και ένα τεράστιο ποσοστό των Ελλήνων στην ξενιτιά και στην εσωτερική μετανάστευση τους υπόλοιπους. Πιστεύω από τότε έχουν καλυτερεύσει λίγο τα πράγματα στην Ελλάδα και είμαι υπέρ του να μένω σε έναν τόπο που αν μη τι άλλο είναι ακόμα ήρεμος. Προτιμώ να μένω και να προσπαθώ να φτιάχνω εγώ καλύτερες συνθήκες. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι εμείς μένουμε σε έναν τόπο που ένας ξένος ονειρεύεται να επισκεφθεί έστω για 10 μέρες το καλοκαίρι.
Έχετε ζήσει μακριά από την οικογένεια σας, τους δικούς σας ανθρώπους; Βιώσατε δηλαδή αυτή την νοσταλγία για την οποία μιλάει ο ήρωάς σας;
Η εμπειρία του στρατού ήταν ίσως η περίοδος που μπορώ να συγκρίνω. Δύο χρόνια μακριά απ’ το σπίτι, χωρίς χρήματα και αβεβαιότητα τι θα κάνω τελειώνοντας. Υπήρξαν στιγμές που διαρκώς νοσταλγούσα τους ανθρώπους και τον τόπο μου αλλά δεν υπήρχε τρόπος να είμαι κοντά τους».
Η παρουσία του ραδιοφώνου στην παράσταση αποτυπώνει μια άλλη εποχή, η οποία πλέον μοιάζει πολύ μακρινή, ειδικά στους νέους ανθρώπους. Εσείς ανήκετε σε αυτούς που νοσταλγούν το παρελθόν ή είστε εξοικειωμένος και προχωρείτε ολοταχώς στο μέλλον;
Όχι δε νοσταλγώ το παρελθόν. Μου αρέσει να μελετώ το παρελθόν γιατί έτσι εκτιμώ αυτά που έχω και χτίζω το μέλλον μου. Χωρίς την γνώση του παρελθόντος δεν προχωράμε συνειδητά στο μέλλον. Πιστεύω ότι η τεχνολογία καλώς εξελίσσεται και δίνει πια την δυνατότητα μέσω του διαδικτύου στους ανθρώπους να μικραίνουν νοητά λίγο αυτήν την απόσταση».
Φέτος, «συνομιλείτε» με τον Καζαντζίδη, ενώ πέρσι σας είδαμε να «συνδιαλέγεστε» επίσης με τον Ζαμπέτα. Πόσο σημαντικό ρόλο παίζει στη ζωή σας η μουσική και ειδικά το ελληνικό τραγούδι;
Η παράσταση “Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα” ήταν βασισμένη στον διάλογο όλου του θιάσου με το ηχητικό υλικό του Ζαμπέτα από τις προσωπικές ηχογραφήσεις, αλλά και τις συνεντεύξεις που κατά καιρούς είχε δώσει. Ο Ζαμπέτας με τη φωνή και την εικόνα του- όπου χρησιμοποιείται και μαγνητοσκοπημένο υλικό- τρόπον τινά, συμμετέχει και ξετυλίγει το νήμα της παράστασης. Στην παράσταση απευθύνομαι στον Στέλιο, γιατί στην πραγματικότητα όταν φτάνω στον ξένο αυτόν τόπο δεν έχω άνθρωπο να συνομιλήσω. Ο Στέλιος, τα τραγούδια του, η φωνή του, είναι η μόνη συντροφιά μου. Η μουσική στη ζωή μου είναι από τις σημαντικότερες συντροφιές μου. Είναι μία υπέροχη δασκάλα που με βοήθησε να καταλάβω ότι ακόμα και η εργασία του ηθοποιού στο θέατρο είναι να είναι ένα από τα όργανα στη σύνθεση μίας ορχήστρας και όχι μόνο ένα σολιστικο εγωκεντρικό όργανο . Έχω επίσης βιοποριστεί ως μουσικός. Κάποια από τα στοιχεία που ανέφερα θυμίζουν και στοιχεία της ζωής των δύο ηρώων που υποδύθηκα πέρσι, του Θόδωρα μπουζουκτσή του Ζαμπέτα, αλλά και του Στάμου φέτος. Ταυτίζομαι απόλυτα με την αναγκαιότητα να υπάρχει μουσική στη ζωή τους και μέσω αυτής να γλυκαίνονται πρόσκαιρα από τα καθημερινά τους προβλήματα.
Tospirto Team – φωτο:Γιούλη_Γεωργαντίδου