Μπορεί η «γιαγιά» Αιμιλία Καμβύση και ο ψαράς Στρατής Βαλαμιός να έχασαν το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για το 2016 όμως το Τάγμα Αποστόλου Ανδρέα (Οικουμενικό Πατριαρχείο) τους απένειμε το βραβείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Αθηναγόρας»
Σε δύο εμβληματικούς ανθρώπους της Λέσβου, τη γνωστή ως «γιαγιά» Αιμιλία Καμβύση και τον ψαρά Στρατή Βαλαμιό, υποψήφιους για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για το 2016, μαζί με την ηθοποιό Σούζαν Σάραντον, για τα όσα έπραξαν για τους εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που πέρασαν στο νησί και συγκεκριμένα στο χωριό τους τη Σκάλα Συκαμιάς, από τη μικρασιατική ακτή, απένειμε το Τάγμα του Αποστόλου Ανδρέα των εν Αμερική Αρχόντων του Οικουμενικού Πατριαρχείου το φετινό Βραβείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Αθηναγόρας».
Η απονομή έγινε στη διάρκεια του ετήσιου δείπνου των εν Αμερική Αρχόντων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το περασμένο Σαββάτο 21 Οκτωβρίου το βράδυ, στο ξενοδοχείο «Χίλτον» στο Μανχάταν και ανέδειξε το ΑΠΕ. Η απονομή του 31ου ετήσιου βραβείου έγινε από τον Αρχιεπίσκοπο Γέροντα Αμερικής κ. Δημήτριο και τον διοικητή του Τάγματος, Δρ. Αντώνιο Λυμπεράκη, ο οποίος ανακοίνωσε και την απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής των Αρχόντων να αποστείλουν στη Λέσβο ανθρωπιστική βοήθεια ύψους 50.000 δολαρίων ΗΠΑ.
Ο 41χρονος Στρατής Βαλαμιός, όταν είχε ανακοινωθεί η υποψηφιότητά του για Νόμπελ, είχε αναφέρει στο «Emprosnet.gr»: «Έχουμε μάθει να ζούμε έτσι και φυσικά δεν μπορούμε να μένουμε αμέτοχοι. Να σου φωνάζει ο άλλος για βοήθεια και να μην ανταποκρίνεσαι δεν είναι ανθρώπινο. Όλος αυτός ο κόσμος δεν έρχεται για να κάνει διακοπές. Φεύγει τρέχοντας από τη χώρα του με μια σακούλα μεγάλη πλαστική, δυο πράγματα και τρία μωρά και έρχεται να γλιτώσει. Τους καταλαβαίνω, γιατί κι εγώ το ίδιο θα έκανα».
Το μήνυμά του; «Να σταματήσει αυτό που γίνεται. Να σταματήσει ο πόλεμος. Έχω δει πράγματα στη θάλασσα που ούτε θέλω να τα σκέφτομαι, μωρά πνιγμένα… Είναι δυνατόν;»
Από την πλευρά της η Αιμιλία Καμβύση είχε τονίσει: «Θέλουμε ειρήνη και ησυχία. Είναι κρίμα τα μωρέλια να περνάνε τέτοια πράγματα. Μα καλά αυτοί οι υπεύθυνοι δεν το βλέπουν; Εγώ σαν ’γγόνια μου τα έχω».